Τα Ηνωμένα Έθνη έχουν περιγράψει τη στρατιωτική επέμβαση στη Ρακχίν που προκάλεσε το προσφυγικό κύμα ως «τον ορισμό της εθνοκάθαρσης».

Από την πλευρά της η κυβέρνηση της Μιανμάρ υποστηρίζει ότι αντιμάχεται αντάρτικες ομάδες των Ροχίνγκια και ότι δεν βάζει στο στόχαστρό της άμαχους.

Με αφορμή τη συμπλήρωση ενός εξαμήνου συνεχόμενων διώξεων (από τις 25 Αυγούστου 2017), σκιαγραφούμε τη συγκλονιστική κρίση, την αντίδραση της διεθνούς κοινότητας και τις μεγάλες αντιφάσεις του καθεστώτος της Μιανμάρ (πρώην Βιρμανία).
Ο προσφυγικός καταυλισμός Kutuplaong, στο Cox’s Bazar του Μπαγκλαντές. Πηγή: Paula Bronstein/Getty Images

Ποιοι είναι οι Ροχίνγκια;

Οι Ροχίνγκια, που υπολογίζεται ότι έχουν πληθυσμό μεγαλύτερο του ενός εκατομμυρίου, είναι μια από τις πολλές εθνότητες που ζουν στη Μιανμάρ. Οι Μουσουλμάνοι Ροχίνγκια εκπροσωπούν το μεγαλύτερο ποσοστό μουσουλμάνων στη Μιανμάρ, η πλειοψηφία των οποίων ζουν στην επαρχία Ρακχίν.

Έχουν δική τους γλώσσα και πολιτισμό, ενώ υποστηρίζουν ότι είναι απόγονοι Αράβων εμπόρων και άλλων ομάδων που έχουν υπάρξει στην περιοχή για δεκαετίες.



Ωστόσο, η κυβέρνηση της Μιανμάρ, μιας κατά κύριο λόγο Βουδιστικής χώρας, αρνείται να αναγνωρίσει στους Ροχίνγκια την πολιτογράφησή τους, τους είχει αποκλείσει από την απογραφή του 2014, και αρνείται να τους αναγνωρίσει ως εθνότητα. Αντιθέτως η Μιανμάρ θεωρεί τους Ροχίνγκια ως παράνομους μετανάστες από το Μπαγκλαντές.

Ήδη από τη δεκαετία του ’70 μεγάλος αριθμός Ροχίνγκια έχουν μεταναστεύσει εντός της ευρύτερης περιοχής. Μάλιστα, τα τελευταία χρόνια, πριν ακόμη από τη σημερινή κρίση, χιλιάδες Ροχίνγκια έχουν μεταναστεύσει εκτός της Μιανμάρ σε μια προσπάθεια να διαφύγουν τόσο από τη βία εντός της κοινότητας, όσο και από τις διώξεις των αρχών της χώρας.

Πηγή: REUTERS

Από τι προσπαθούν να ξεφύγουν;

Η πιο πρόσφατη μαζική έξοδος ξεκίνησε στις 25 Αυγούστου του 2017, όταν αντάρτες Ροχίνγκια της οργάνωσης Άρσα επιτέθηκαν σε περισσότερα από 30 αστυνομικά τμήματα.

Σύμφωνα με εκτοπισμένους Ροχίνγκια, το καθεστώς της Μιανμάρ αντέδρασε στέλνοντας στρατιωτικά τμήματα στα εδάφη τους, τα οποία, υποστηριζόμενα από όχλο βουδιστών, κατέκαψαν τα χωριά τους και επιτέθηκαν σε άμαχους.

Τουλάχιστον 6.700 Ροχίνγκια, μεταξύ των οποίων και 730 παιδιά κάτω των 5 ετών, σκοτώθηκαν μόλις κατά τον πρώτο μήνα των βίαιων συγκρούσεων, σύμφωνα με όσα αναφέρει η οργάνωση Γιατροί Χωρίς Σύνορα.

Η Διεθνής Αμνηστία υποστηρίζει ότι μέλη των ενόπλων δυνάμεων της Μιανμάρ βίασαν και κακοποίησαν γυναίκες και κορίτσια της συγκεκριμένης εθνότητας.

Ο Νασίρ Άχμεντ, πρόσφυγας Ροχίνγκια, μεταφέρει τον 40 ημερών νεκρό γιο του που πνίγηκε όταν το πλωτό τους μέσο βυθίστηκε στην προσπάθειά τους να περάσουν τα σύνορα μεταξύ Μιανμάρ και Μπαγκλαντές. Reuters/Mohammad Ponir Hossain.

Ωστόσο, από την πλευρά της η κυβέρνηση της χώρας προβάλει μια εντελώς διαφορετική οπτική. Σύμφωνα με την κυβέρνηση ο αριθμός των νεκρών ανέρχεται στους 400, ενώ υποστηρίζει ότι οι επιχειρήσεις εκκαθάρισης εναντίον των ανταρτών σταμάτησαν στις 5 Σεπτεμβρίου. Ανταποκριτές του BBC, όμως, που βρίσκονται στο πεδίο, την διαψεύδουν τονίζοντας ότι έχουν γίνει μάρτυρες τέτοιων επιχειρήσεων και μετά από τη συγκεκριμένη ημερομηνία.

Άλλωστε, η οργάνωση Human Rights Watch, τονίζει ότι τουλάχιστον 288 χωριά καταστράφηκαν μερικώς ή ολσχερώς από πυρκαγιές στη Ρακχίν από τον Αύγουστο του 2017, έως και τον Ιανουάριο του 2018. Παράλληλα, γειτονικά χωριά που κατοικούνταν από Βιρμάνους και όχι Ροχίνγκια δεν επλήγησαν από τις πυρκαγιές.

Χωριό των Ροχίνγκια καίγεται ύστερα από συγκρούσεις μουσουλμάνων Ροχίνγκια με βουδιστές Βιρμάνους. AFP PHOTO/ Soe Than WINSoe Than WIN/AFP/Getty Images

Συγκεκριμένα, η ίδια οργάνωση τονίζει ότι τα περισσότερα χωριά καταστράφηκαν μετά τις 5 Σεπτεμβρίου (μεταξύ 25 Αυγούστου και 25ης Σεπτεμβρίου) που είναι η ημερομηνία που η ηγέτιδα της Μιανμάρ Aung San Suu Kyi, είχε θέσει ως το τέλος των εχθροπραξιών.

Η πυρπόληση των κατοικιών των Ροχίνγκια έχει γίνει αντικείμενο έντονης αντιπαράθεσης, καθώς οι αρχές αρνούνται ότι ευθύνονται οι ίδιες. Μάλιστα, σε μια προσπάθεια να μεταστραφεί το κλίμα δυσπιστίας απέναντί της, η κυβέρνηση επιχείρησε να σκηνοθετήσει εικόνες και περιγραφές σύμφωνα με τις οποίες οι ίδιοι οι μουσουλμάνοι Ροχίνγκια έκαψαν μόνοι τους τα σπίτια τους, ως προβοκάτσια ώστε να κατηγορηθεί η κυβέρνηση. Βουδιστές μοναχοί επιστρατεύτηκαν επίσης για να προσδώσουν αξιοπιστία σε αυτό το αφήγημα.

Γυναίκα περπατάει μέσα στα αποκαΐδια ενός προσφυγικού καταυλισμού Ροχίνγκια εντός της Μιανμάρ, κοντά στο Sittwe. Πηγή: REUTERS

Ωστόσο, δημοσιογράφοι διεθνών μέσων στους οποίους παρουσιάστηκαν τα συγκεκριμένα κυβερνητικά «ευρήματα» τονίζουν ότι το «στήσιμό» τους ήταν προφανές, ενώ άνθρωποι που σε φωτογραφίες εμφανίζονταν ως μουσουλμάνοι που έκαιγαν τα σπίτια τους, τελικά εντοπίστηκαν αργότερα εντός ινδουιστικών κοινοτήτων της περιοχής.

Η προσφυγική κρίση σε αριθμούς

Παράλληλα, ο ΟΗΕ εκτιμά ότι η κατάσταση των Ροχίνγκια είναι «η πιο γρήγορα αναπτυσσόμενη προσφυγική κρίση του κόσμου».

Πριν τον Αύγουστο, υπήρχαν ήδη 307.500 πρόσφυγες Ροχίνγκια που ζούσαν σε προσφυγικούς καταυλισμούς και σε αυτοσχέδιους οικισμούς, σύμφωνα με τη UNHCR. Άλλοι 655.000 Ροχίνγκια προστέθηκαν σε αυτούς από τον Αύγουστο του 2017.

Οι περισσότεροι Ροχίνγκια που φτάνουν στο Μπαγκλαντές έχουν ελάχιστα υπάρχοντα και αναζητούν καταφύγιο κατασκευάζοντας καταυλισμούς όπου βρουν, συχνά χωρίς να έχουν πρόσβαση σε βοήθεια, καθαρό νερό, τροφή, στέγη και περίθαλψη.


Ο μεγαλύτερος προσφυγικός καταυλισμός βρίσκεται στο Kutupalong του Μπαγκλαντές, ωστόσο οι αριθμοί των ανθρώπων που φιλοξενούνται έχει εκτιναχθεί από τις 13.901 στις 22.241 τον περασμένο Αύγουστο, ενώ στους αυτοσχέδιους καταυλισμούς που υπάρχουν έξω από το συγκεκριμένο κέντρο οι αριθμοί αναδεικνύουν τη δραματικότητα της κατάστασης, καθώς από του 99.495, ο αριθμός έχει αυξηθεί στους 547.616.

Περί τα μέσα Ιανουαρίου του 2018 διαπιστώθηκε ότι ακόμη 242.000 άνθρωποι ζούσαν σε άλλα σημεία της περιοχής, ενώ άλλοι 79.000 ζουν εκτός καταυλισμών σε κοινότητες που τους φιλοξενούν.


Η αντίδραση της Διεθνούς Κοινότητας

To Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ ζήτησε από τις αρχές της Μιανμάρ να διακόψουν τις βίαιες ενέργειες, ωστόσο δεν επέβαλε κυρώσεις στη χώρα. Παρόλα αυτά ο Zeid Ra’ad al-Hussein, υπεύθυνος Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ υποστηρίζει ότι δεν μπορεί να αποκλειστεί η εκτίμηση ότι πρόκειται περί γενοκτονίας των Μουσουλμάνων Ροχίνγκια.

Από την πλευρά τους οι ΗΠΑ ζήτησαν από τις ένοπλες δυνάμεις της Μιανμάρ «να σεβαστούν τη νομοθεσία, να σταματήσουν τη βία και να τερματίσουν τον εκτοπισμό αμάχων όλων των κοινοτήτων».Πηγή: DANISH SIDDIQUI / REUTERS/Foreign Affairs

Η Κίνα τόνισε ότι η διεθνής κοινότητα πρέπει «να στηρίξει τις προσπάθειες της Μιανμάρ να περισώσει τη σταθερότητα της ανάπτυξής της», ενώ το Μπαγκλαντές σκοπεύει να δημιουργήσει περισσότερα καταφύγια στην περιοχή Cox’s Bazaar από τη μία πλευρά, αλλά και να περιορίσει τις προσφυγικές ροές ώστε να μην ταξιδεύουν ανεξέλεγκτα σε όλη τη χώρα.

Τέλος, η Βρετανία έχει δηλώσει ότι θα διαθέσει 59 εκατ. λίρες για να υποστηρίξει όσους διαφεύγουν στο Μπαγκλαντές. Η βρετανίδα πρωθυπουργός Τερέζα Μέι έχει επίσης δηλώσει ότι οι στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Ρακχίν θα πρέπει να σταματήσουν, ενώ η Βρετανία έχει επίσης διακόψει τις κοινές εκπαιδευτικές της ασκήσεις με τον βιρμανικό στρατό.

Άνδρας επιβάλλει την τάξη χτυπώντας με ένα ραβδί παιδιά Ροχίνγκια σε καταυλισμό στο Cox’s Bazaar του Μπαγκλαντές, κατά τη διάρκεια παροχής ανθρωπιστικής βοήθειας. Πηγή: Paula Bronstein/Getty Images

Aung San Suu Kyi: Από το νόμπελ Ειρήνης στους μαζικούς εκτοπισμούς

Η Aung San Suu Kyi είναι κόρη του ήρωα της Ανεξαρτησίας της Μιανμάρ, στρατηγού Aung San, ο οποίος δολοφονήθηκε το 1947.

Η ίδια έφυγε από τη Μιανμαρ τη δεκαετία του ’60, σπούδασε στη Βρετανία και το 1988 επέστρεψε στη χώρα εν μέσω εξέγερσης εναντίον του δικτάτορα στρατηγού Ne Win.

H ηγέτιδα της Aung San Suu Kyi. REUTERS/Soe Zeya Tun

«Ως κόρη του πατέρα μου δεν μπορούσα να παραμείνω απαθής σε όλα αυτά» είχε δηλώσει τότε, λίγο πριν ανελιχθεί σε ηγέτιδα της επανάστασης εναντίον της δικτατορίας Ne Win, ενώ οι αρχές της εμπνέονταν από τις διδαχές του Μαχάτμα Γκάντι αλλά και του Μάρτιν Λούθερ Κίνγκ.

Από τον Σεπτέμβριο του 1988 έως και το 2010 η ίδια βρισκόταν μεταξύ φυλακίσεων, κατ’ οίκον περιορισμούς και μικρών περιόδων ελευθερίας. Στο μεταξύ, το 1991 η Suu Kyi απέσπασε το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης με τον τότε πρόεδρο της επιτροπής να την αποκαλεί «ένα ξεχωριστό παράδειγμα της δύναμης των αδυνάμων».

Το 2012 επανήλθε στην κεντρική πολιτική σκηνή συμμετέχοντας στις εκλογές, ενώ τον Νοέμβριο του 2013 το κόμμα της NLD κατακτά την πλειοψηφία της βουλής.
Διαδήλωση μουσουλμάνων Ροχίνγκια διαδηλώνουν εναντίον των διώξεων, έξω από την πρεσβεία της Μιανμάρ στην Κουάλα Λουμπούρ, το 2016. MANAN VATSYAYANA/AFP/Getty Images

Αν και οι συγκεκριμένες εκλογές χαρακτηρίστηκαν από τους διεθνείς παρατηρητές ως «γενικά δίκαιες», δεν επετράπη στους οι μουσουλμάνους Ροχίνγκια να ψηφίσουν.

Η στάση της Suu Kyi απέναντι στους Ροχίνγκια τη θέτει σε δύσκολη θέση σε διεθνές επίπεδο, ωστόσο είναι γεγονός ότι οι διεθνείς αντιδράσεις δεν είναι έντονες, ενώ η εσωτερική πίεση που δέχεται για τη στάση της είναι ελάχιστη.

Πηγές: BBC, Reuters, Aljazeera
Πηγή κεντρικής εικόνας: Paula Bronstein/Getty Images