Δευτέρα, Απριλίου 23, 2018

ΕΚΕΙ ΠΟΥ ΕΖΗΣΕ Ο ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ





Σήμερα , 23 Απριλίου συμπληρώνονται είκοσι χρόνια από τότε που ο Κωνσταντίνος Καραμανλής πέρασε στην αιωνιότητα. Οι αναμνήσεις από τα σπίτια που έζησε παραμένουν ζωντανές μέχρι σήμερα, μέσα από τις αφηγήσεις των συνεργατών του....


Καρνεάδου 24, Κολωνάκι.

Στις 2 Ιουλίου 1951, σε ηλικία 45 χρονών, ο σερραίος πολιτικός θα νυμφευόταν την 22χρονη ανιψιά του Παναγιώτη Κανελλόπουλου. Θα έμεναν σε ένα διαμέρισμα στο Κολωνάκι, στο δεύτερο όροφο της πολυκατοικίας που βλέπετε. «Καλόγουστο αλλά περιορισμένο» το περιέγραφε ο Τάκης Λαμπρίας.







Ο Καραμανλής θα του εξομολογείτο: «Η Αμαλία ήταν τόσο όμορφη, όσο και αξιοπρεπής. Είχε δυνατό χαρακτήρα, κάπως αυταρχικό. Ίσως μάλιστα το ναυάγιο του γάμου μας να οφείλεται στο ότι είχαμε τον ίδιο χαρακτήρα… Τα ενδιαφέροντά της ήταν περισσότερο πολιτιστικά παρά πολιτικά. Και μολονότι ουδέποτε αναμειγνυόταν στη δημόσια ζωή, συμπαραστάθηκε με αφοσίωση στη δύσκολη σταδιοδρομία μου. Το βέβαιο είναι ότι ο χωρισμός με λύπησε, αν και η ευθύνη γι’ αυτόν ήταν περισσότερο δική μου». Προτού συμπληρώσουν είκοσι χρόνια έγγαμου βίου, το 1970, στο Παρίσι, θα έβγαινε το διαζύγιό τους…

«Ο πρόεδρος είχε τηλεφωνική επικοινωνία με την Αμαλία μέχρι τα τελευταία του. Την αγαπούσε πάρα πολύ, την εκτιμούσε» λέει ακόμα ο πιστός του οικονόμος, Θόδωρος Χαριτόπουλος, αποδίδοντας τον τότε χωρισμό στην απόσταση από την πατρίδα: «Η Αμαλία ήταν μια αξιοπρεπής κυρία, αλλά οι συνθήκες στο Παρίσι, η εξορία μάς είχε αγανακτήσει όλους. Ε, κάποια ώρα, για μικροπράγματα έγινε αυτή η παρεξήγηση και χώρισαν…».







Μπουλβάρ ντε Μονμορανσί 21, Παρίσι.



«Τον θυμάμαι ακόμα στο διαμέρισμά του, απέναντι από το δάσος της Βουλώνης, να αγναντεύει πάνω από το δέντρο προς την κατεύθυνση της Ελλάδας. Ήταν λες και υπήρχε ένα αόρατο νήμα ανάμεσα στο βλέμμα του και την Αθήνα» δήλωνε ο συγγραφέας Μορίς Ντριόν. Το διαμέρισμα βρισκόταν στο 10ο όροφο του μεγάλου συγκροτήματος που βλέπετε, στην οδό Μπουλβάρ ντε Μονμορανσί, στο 16ο διαμέρισμα της γαλλικής πρωτεύουσας. Από το 2003, μια τιμητική πλακέτα που εντοιχίστηκε με πρωτοβουλία του δημάρχου στην είσοδο της πολυκατοικίας πληροφορεί τους επισκέπτες πως «σ’ αυτό το κτίριο διέμεινε ο έλληνας πολιτικός μεταξύ του 1963 και του 1974».







«Είχε δημιουργήσει φιλίες μεταξύ των πολικών και δημοσιογραφικών κύκλων της Γαλλίας. Δεχόταν ευχαρίστως τους δημοσιογράφους» έγραφε ο δημοσιογράφος Ροζέ Μασίπ. «Του άρεσε να τους μιλάει για τη χώρα του· εμπιστευόταν σ’ αυτούς τις ελπίδες του και πιο συχνά τις ανησυχίες του. Ήθελε κυρίως να διασταυρώνει τις πληροφορίες τους με τις ειδήσεις που είχε ο ίδιος για την κατάσταση στην Ελλάδα. Και τούτο, παρά το γεγονός ότι, παίρνοντας το δρόμο της εξορίας, είχε πλέον αποφασίσει να τερματίσει οριστικά την πολιτική του σταδιοδρομία» προσέθετε. «Οι συζητήσεις αυτές γίνονταν συνήθως μπρος σ’ ένα μεγάλο παράθυρο που έβγαζε σε βεράντα, απ’ όπου η θέα απλωνόταν πολύ μακριά, πέρα από το δάσος της Βουλώνης, προς τις πλαγιές της Σιρέν» θυμόταν χαρακτηριστικά. «Καμιά φορά κρατούσε τους επισκέπτες του για φαγητό και τους προσέφερε σπεσιαλιτέ της πατρίδος του. Το φαγητό που μοιραζόμασταν, τα λόγια του, τα πάντα πρόδιδαν τη νοσταλγία του. Η Ελλάδα ήταν εκεί, πάντοτε παρούσα, με τα προβλήματα και τις δυσκολίες της· και με όλη την αβεβαιότητα του μέλλοντός της» συμπλήρωνε, καταλήγοντας: «Ο εξόριστος της λεωφόρου Μονμορανσί διέσχιζε μια απέραντη έρημο. Φεύγοντας, αισθανόμασταν ικανοποίηση με την ιδέα ότι είχαμε έστω και στο ελάχιστο τονώσει αυτόν το δραστήριο άνθρωπο, που έμοιαζε να υποφέρει βαθύτατα αναγκασμένος να ζει τόσο μακριά από έναν τόπο στον οποίο αδιάκοπα βρισκόταν η σκέψη του».

«Εάν προτίμησα το Παρίσι, αυτό το έκανα γιατί εκεί είχα φίλους, αλλά και γιατί, όπως όλοι οι Έλληνες, ένιωθα πολύ κοντά μου τη Γαλλία» εξηγούσε ο ίδιος ο Καραμανλής, ενώ για τα χρόνια στη γαλλική πρωτεύουσα έλεγε: «Ζούσα σχεδόν απομονωμένος και έβγαινα αραιά από το σπίτι μου. Έπαιζα γκολφ μία ή και δύο φορές την εβδομάδα και διέθετα πολύ χρόνο για μελέτη. Μελετούσα περισσότερο ιστορία, και κυρίως την ιστορία της αρχαιότητας και των διαφόρων πολιτισμών. Και μπορώ να πω ότι μόνον τότε ανακάλυψα την αρχαία Ελλάδα. Κι αυτό υπήρξε για μένα μεγάλο και χρήσιμο μάθημα».







H πλακέτα έξω στην είσοδο πληροφορεί τους επισκέπτες πως «σ’ αυτό το κτίριο διέμεινε ο έλληνας πολιτικός μεταξύ του 1963 και του 1974».



Τη μεγάλη ημέρα της επιστροφής του στην πατρίδα την περιέγραφε ως εξής: «Στις 23 Ιουλίου 1974 […], στις 10 περίπου το βράδυ εγκατέλειπα το διαμέρισμά μου της λεωφόρου Μονμορανσί. Στην έξοδο με περίμενε πλήθος δημοσιογράφων, με πλήθος ερωτήσεις. Περιορίσθηκα να τους απαντήσω με λίγες λέξεις: “Δεν μπορώ να προβώ σε οποιαδήποτε δήλωση, γιατί αυτήν τη στιγμή δεν γνωρίζω την κατάσταση που επικρατεί στην Ελλάδα. Το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να σας ζητήσω να προσεύχεσθε για μένα”. Στις 2 το πρωί έφθασα στο Ελληνικό…».









• Ηρώδου Αττικού 25, Αθήνα.

«Σωστό γλέντι ήταν η “εκλογοδεξίωση” το βράδυ της Κυριακής 17 Νοεμβρίου 1974 στο σπίτι του Καραμανλή – η πρώτη και πιο χαρούμενη απ’ όλες όσες έχω παρευρεθεί. Στο μικρό διαμέρισμα της πολυκατοικίας Λεβέντη, στην Ηρώδου Αττικού, που είχε νοικιάσει δύο μήνες πριν» έγραφε ο Τάκης Λαμπρίας, μιλώντας για τα όσα διαδραματίστηκαν στον τέταρτο όροφο της πολυκατοικίας που βλέπετε τη βραδιά των πρώτων εκλογών της μεταπολίτευσης. «Ο οικοδεσπότης [ήταν] συγκρατημένος σε σύγκριση με την υπόλοιπη παρέα, που επευφημούσε κάθε αναγγελία, γελούσε και θορυβούσε. Δεν μπορούσε, ωστόσο, να κρύψει τη βαθιά ικανοποίησή του. Έλαμπε! Από νωρίς ήταν βέβαιο ότι είχε καταγάγει περιφανή εκλογική νίκη. Δεν ήταν όμως το ύψος της νίκης αυτής –το ιστορικό 54% που βγήκε από την κάλπη– αυτό που τον έκανε να λάμπει. Άλλωστε, τα νούμερα έγιναν πολύ αργότερα γνωστά, όταν ο ίδιος είχε από ώρες αποσυρθεί για να πάει να κοιμηθεί. Η βαθιά του ικανοποίηση ήταν ότι οι εκλογές έγιναν! Έγιναν ομαλά, με πλήρη ελευθερία και υποδειγματική τάξη. Έγιναν με ομόθυμη τη συμμετοχή του λαού. Έγιναν προτού καν συμπληρωθούν τέσσερις μήνες από τη μέρα που επέστρεψε και ανέλαβε να επαναφέρει τη δημοκρατία στην Ελλάδα. Έγινε η δημοκρατία!… “Νιώθω σαν να ξαναγεννήθηκα” μου είπε όταν τον καληνύχτισα. “Έφυγε ένας βραχνάς από το στήθος μου…”» θυμόταν επακριβώς τα λόγια του εθνάρχη…

Λίγες μέρες μετά, στις 8 Δεκεμβρίου, θα ακολουθούσε και το δημοψήφισμα για το πολιτειακό. Ο Βασίλης Παπαθανασόπουλος, τότε διευθυντής τηλεοπτικών ενημερωτικών προγραμμάτων της κρατικής τηλεόρασης, περιέγραφε ως εξής την επίσκεψή του στο πρωθυπουργικό σπίτι για την καθιερωμένη δήλωση μετά την ανακοίνωση του αποτελέσματος: «Φτάσαμε στην πολυκατοικία της Ηρώδου Αττικού 25, όπου έμενε ο Καραμανλής. Στο άνοιγμα της πόρτας του διαμερίσματος έστεκε η Λένα Τριανταφύλλη. […] Ο αναντικατάστατος Θόδωρος μάς οδήγησε στο μικρό δωμάτιο που χρησίμευε για γραφείο. Η πορτοκαλί ταπετσαρία στον τοίχο άρμοζε περισσότερο σε παιδικό χώρο και οπωσδήποτε όχι σε πρωθυπουργικό γραφείο. Ίσως αρχικά να προοριζόταν από τον ιδιοκτήτη του διαμερίσματος για κάποιο παιδί του, η χρήση όμως άλλαξε όταν στεγάστηκε εκεί ο Καραμανλής, λίγες εβδομάδες μετά την επιστροφή του από το Παρίσι, τον Ιούλιο του ’74. Το μικρό τραπέζι, ένα κάθισμα και μερικά ράφια φορτωμένα φακέλους συμπλήρωναν τη λιτή επίπλωση. Ο χώρος ήταν απελπιστικά περιορισμένος για τηλεοπτική λήψη και οι τεχνικοί μας αξιοποίησαν και το τελευταίο εκατοστό κάνοντας ακόμη και ακροβασίες για να χωρέσουν οι ίδιοι και τα μηχανήματά τους. Όταν όλοι κάπως βολεύτηκαν, φάνηκε στην πόρτα ο Καραμανλής, ντυμένος άψογα, όπως πάντοτε. Μόλις όμως πέρασε το κατώφλι, είδα με έκπληξη ότι από τη μέση και κάτω φορούσε πιτζάμες και τις παντόφλες του. Προχώρησε με το φυσικότερο ύφος του κόσμου και, απαντώντας στα βλέμματα απορίας για την εμφάνισή του, είπε: “Εσείς με χρειάζεστε από τη μέση και πάνω, φροντίστε λοιπόν να μην επεκταθείτε προς τα κάτω”. Και, τελειώνοντας τη φράση του, κάθισε στη μοναδική καρέκλα πίσω από το τραπέζι».









Όταν οι τεχνικοί της σοβιετικής τηλεόρασης θα έρχονταν στην Ελλάδα για μία συνέντευξη από τον έλληνα πρωθυπουργό που σφράγισε τη μεταπολίτευση, δεν θα πίστευαν ότι βρίσκονταν στο σπίτι του. «Οι σοβιετικοί οπερατέρ τράβηξαν μερικές εικόνες κι από τα τρία δωμάτια και σταμάτησαν αμήχανοι. Ο επικεφαλής τους με ρώτησε: “Πώς θα πάμε τώρα στο διαμέρισμα του κυρίου πρωθυπουργού;”. Προς στιγμή δεν κατάλαβα. Όταν όμως τον είδα να επιμένει, του εξήγησα ότι αυτό ήταν το διαμέρισμα όπου έμενε ο ίδιος ο Καραμανλής κι όχι κανένας φύλακας ή γραμματικός του. Και προθυμοποιήθηκα να τους πάω και στην κουζίνα, και σε μια αποθηκούλα, όπου βρίσκονταν στοιβαγμένα βιβλία και αναμνηστικά, για να πεισθούν ότι πραγματικά δεν υπήρχαν άλλες αίθουσες στο διαμέρισμα του πρωθυπουργού της Ελλάδας. Δεν έκαμψα, ωστόσο, τη δυσπιστία των σοβιετικών» θυμόταν χαρακτηριστικά ο Τάκης Λαμπρίας. «“Είμαστε συνάδελφοι”, μου είπε ο προϊστάμενος του συνεργείου, “και δε θα σε παρεξηγήσω, αν και δεν θεωρώ σπουδαίο το εύρημά σου, να μας φέρεις σ’ αυτό το pied-a-terre. Δικαίωμά σου… Αλλά μην προσπαθείς να μας πείσεις ότι εδώ μένει πάντα, ότι δεν έχει άλλη κατοικία ο Καραμανλής”. Ήταν αδύνατο να πιστέψει ότι ο πρωθυπουργός της Ελλάδας ζούσε σ’ ένα απλώς περιποιημένο, με θαυμάσια θέα, αλλά λιλιπούτειο για τα σοσιαλιστικά μέτρα,“τριάρι”» έγραφε ο έλληνας δημοσιογράφος που εκτελούσε τότε χρέη κυβερνητικού εκπροσώπου.









• Μεγάλου Αλεξάνδρου 14, Πολιτεία.

«Όταν, στις αρχές του χρόνου, τον επισκέφθηκα στο σπίτι που πρόσφατα απέκτησε σ’ ένα προάστιο της Αθήνας – και το οποίο μοιράζεται μ’ έναν από τους αδελφούς του» έλεγε ο Μορίς Ντριόν στις αρχές της δεκαετίας του 1980, «μου είπε: “Χρειάσθηκε να γίνω 73 ετών για να αποκτήσω δικό μου σπίτι”. Μια ζωή ολόκληρη που αναλώθηκε για τον τόπο του την έζησε ως τώρα σε νοικιασμένα διαμερίσματα». Διευκρινίζοντας: «Δεν πρόκειται, βέβαια, για ανάκτορο. Είναι ένα καλόγουστο, ευρύχωρο, άσπρο σπίτι, πάνω σε λόφο, χτισμένο σε νεοκλασικό ρυθμό, τον ελληνικό ρυθμό που τόσο του αρέσει. Εγκαταστάθηκε στον υψηλότερο όροφο, από όπου μπορεί να αγναντεύει πέρα, μακριά, στο βάθος του ορίζοντα, την ελληνική θάλασσα. “Δε νιώθω καλά όταν αισθάνομαι άλλους πάνω από το κεφάλι μου” μου είπε». Ο πρόεδρος έμενε στον επάνω όροφο, ενώ στον κάτω ήταν εγκαταστημένη η οικογένεια του Αχιλλέα Καραμανλή, του μικρότερου από τα αδέλφια του.









Στη μνήμη του Τάκη Λαμπρία είχε χαραχτεί η τελευταία φορά που τον είχε επισκεφτεί εκεί, πριν η σορός του ενταφιαστεί στο περίβολο του ιδρύματος στα ορεινά της Φιλοθέης: «Ξανακοίταξα τη μακρά σειρά των φωτογραφικών πορτρέτων, αραδιασμένων στα περβάζια και τις εταζέρες. Ηγέτες και προσωπικότητες από όλον τον κόσμο χαμογελούν μέσα από τις ασημένιες κορνίζες τους και χαιρετούν με τις εγκάρδιες αφιερώσεις τους. […] Συνήθιζα να χαζεύω σ’ αυτές τις φωτογραφίες. Να συγκρίνω το ύφος και τη θερμότητα των αφιερώσεων, να κάνω ερασιτεχνικές γραφολογικές παρατηρήσεις στις υπογραφές, περιμένοντας να εμφανισθεί ο πρωθυπουργός, ο πρόεδρος, ο Μεγάλος Φίλος».

Στέλιος Κοντέας

Βιβλιογραφία:
– Λαμπρίας Τάκης, «Στη σκιά ενός μεγάλου», Μορφωτική Εστία, 1989.
– Λαμπρίας Τάκης, «Καραμανλής, ο φίλος», Ποταμός, 1998.
– Μαλούχος Γεώργιος, «Κωνσταντίνος Καραμανλής: Ο άνθρωπος που άλλαξε την Ελλάδα», Σκάι, 2007.
– Μασσίπ Ροζέ, «Καραμανλής: Ο Έλληνας που ξεχώρισε», Σιδέρης, 1982.
– Παπαθανασόπουλος Βασίλης, «Ανατρέποντας τον Κωνσταντίνο Καραμανλή», Πατάκης, 2005.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου