«Ενα από τα πιo δύσκολα προβλήματα για την επιβίωση των δύο μεγάλων κομμάτων εξουσίας είναι αυτό των χρεών τους. Είτε διασπαστούν είτε μείνουν ως έχουν κινδυνεύουν να πάθουν αυτό που έπαθε το ελληνικό κράτος: να πτωχεύσουν».
Η φράση σοκάρει, ιδιαίτερα όταν προέρχεται από ένα ιστορικό στέλεχος του ΠΑΣΟΚ, και προκαλεί μεγαλύτερη εντύπωση, όταν δύο μέρες αργότερα επαναλαμβάνεται, με τα ίδια λόγια, από ένα εξίσου ιστορικό στέλεχος της Ν. Δ., που ούτε και εκείνο θέλει να κατονομασθεί, καθώς δεν έχει εξουσιοδότηση να μιλήσει για το θέμα. Τους προηγούμενους μήνες τα δύο μεγάλα κόμματα προσπάθησαν να πείσουν την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών να ρυθμίσει με κάποιο τρόπο το χρέος τους, που προσεγγίζει τα 235 εκατ. ευρώ, αλλά το υπουργείο αντιλαμβάνεται ότι κάτι τετοιο είναι πολιτικά εξαιρετικά δυσχερές.
Την ίδια ώρα οι νέοι σχηματισμοί που προβάλλουν στο προσκήνιο επιχειρούν να ξαναθέσουν τους κανόνες για την κομματική χρηματοδότηση, μιας και το πλαίσιο του 2002 ίσχυε για ένα κομματικό σύστημα ολιγομελέστερο, αλλά κυρίως πιο σταθερό. Το θέμα της χρηματοδότησης των κομμάτων, που πρώτη έθεσε η πρόεδρος της Δημοκρατικής Συμμαχίας κ. Ντόρα Μπακογιάννη και προκάλεσε την παρέμβαση του οικονομικού εισαγγελέα κ. Γρηγόρη Πεπόνη, θα είχε λυθεί αν η κυβέρνηση Παπανδρέου είχε τολμήσει να φέρει στη Βουλή έναν νόμο που θα αντικαθιστούσε τον νόμο 3023 του κ. Κ. Σκανδαλίδη.
Σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ», ο νόμος αυτός που παραδόθηκε από τον γ. γ. του υπουργείου Εσωτερικών κ. Στεφάνου στον τότε υπουργό κ. Χ. Καστανίδη έφερε την υπογραφή μιας ομάδας εμπειρογνωμόνων, διαπρεπών νομικών από ολόκληρο το πολιτικό φάσμα, και είχε τον ευγλωττο τίτλο «Χρηματοδότηση, Διαφάνεια και Ισότητα Ευκαιριών στην πολιτική Δράση». Κίνητρο της επιτροπής, που είχε συστήσει ο πρώην υπουργός Εσωτερικών κ. Γ. Ραγκούσης, ήταν να δημιουργήσει ένα τέτοιο πλαίσιο, ώστε να γίνει δυνατή η προαγωγή της χώρας από το τριτοκοσμικό στάτους, που είχε καταταχθεί από την έκθεση της ομάδας Greco (χώρες του Συμβουλίου της Ευρώπης ενάντια στη διαφθορά) το καλοκαίρι του 2010, στο καθεστώς μιας προηγμένης ευρωπαϊκής χώρας. Στα τέλη του ίδιου χρόνου η «Διεθνής Διαφάνεια - Ελλάς» προχώρησε στη διατύπωση μιας αναλυτικής πρότασης που αφ' ενός απαγόρευε τον τραπεζικό δανεισμό των πολιτικών κομμάτων και αφ' ετέρου νομιμοποιούσε τις ιδιωτικές χορηγίες στα κόμματα, αρκεί να δηλώνονταν.
Η επιτροπή των ειδικών που συνέστησε ο κ. Ραγκούσης την άνοιξη του 2011 υιοθέτησε τις προτάσεις αυτές, αλλά έκανε και ένα βήμα παραπάνω, το οποίο ενσωματώθηκε στο σχετικό σχέδιο νόμου. Ενώ μείωσε την κρατική χρηματοδότηση κατά το 1/4, πρότεινε τη σύνδεση της κρατικής χρηματοδότησης των κομμάτων με την εξέλιξη του δημοσίου ελλείμματος.
Συγκεκριμένα η χρηματοδότηση είναι δυνατόν να μειώνεται απο 0,5% έως 5% των τακτικών εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού εφόσον το ετήσιο έλλειμμά του εξακολουθεί να υπερβαίνει το 3%. Για το 2012, με ένα έλλειμμα της τάξης του 10% το 2011, αυτό θα σήμαινε μία μείωση της τάξης των 2/3 της τακτικής επιχορήγησης που προβλεπόταν στο ίδιο νομοσχέδιο (7,7%), εφόσον η μείωση έφθανε στο ανώτερο όριο που προβλέπεται. Αν δηλαδή ίσχυε το νομοσχέδιο Ραγκούση την επόμενη χρονιά τα πολιτικά κόμματα θα έπαιρναν λιγότερα έως και 2/3 των χρημάτων της επιχορήγησης. Ταυτόχρονα αφαιρούνται από τη χρηματοδότηση των κομμάτων οι δαπάνες μισθοδοσίας των αποσπασμένων στο κόμμα δημοσίων υπαλλήλων που σήμερα επιβαρύνουν τον κρατικό προυπολογισμό.
Σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ», ο νέος νόμος δίνει τη δυνατότητα στα πρωτοεμφανιζόμενα κόμματα να έχουν ευκολότερη πρόσβαση στην κρατική χρηματοδότηση (αν π. χ. έχουν πιάσει 1% αντί για 1,5%, που ισχύει σήμερα), ενώ επιτρέπεται η ιδιωτική ενίσχυση από φυσικά πρόσωπα και εταιρείες αρκεί αυτό να γίνεται επώνυμα. Οι ιδιωτικές ενισχύσεις έως 1.000 ευρώ ανά φυσικό πρόσωπο συνδέονται με την καταβολή ενός μέρους της κρατικής χρηματοδότησης. Την υποχρέωση δημοσιοποίησης των χορηγήσεων για ποσά άνω των 500 ευρώ έχουν και οι υποψήφιοι βουλευτές.
kathimerini.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου