Τι έγραψε ο Γέρος του Μοριά στη διαθήκη του για το παιδί που απέκτησε με καλόγρια!
Την έλεγαν Μαργαρίτα και ήταν μια πρώην μοναχή που φρόντιζε τον Γέρο του Μοριά κατά την περίοδο που εκείνος ήταν φυλακισμένος στην Ύδρα. Ήταν κόρη του Αγγελή Βελισσάρη. Ο Κολοκοτρώνης τη γνώρισε όταν ήταν περίπου 70 χρονών.
Δεν άργησε να γοητευτεί από τη γυναίκα που τον φρόντιζε. Ένας θαυμασμός που εξελίχθηκε σε μεγάλο έρωτα. Καρπός αυτού του έρωτα ήταν ένας γιος που πήρε το όνομα του πρωτότοκου γιου του Κολοκοτρώνη, Πάνου, ο οποίος σκοτώθηκε στο δεύτερο εμφύλιο το 1824. Ο Κολοκοτρώνης πέθανε στην Αθήνα στις 4 Φεβρουαρίου 1843 σε ηλικία 73 ετών από συμφόρηση.
Ο Γέρος του Μοριά αναγνωρίζει το παιδί
Τον Μάιο του 1841 στο κτήμα του, πέριξ του Ναυπλίου, κάλεσε τον συμβολαιογράφο Χαράλαμπο Παπαδόπουλο και συνέταξε τη διαθήκη του, την οποία ο ιστορικός Τάκης Κανδηλώρος δημοσίευσε στην «Αρκαδική Επετηρίς» το 1906. Στη διαθήκη κανόνιζε τις εκκρεμότητες με την περιουσία του, αλλά κυρίως εξασφάλιζε το παιδί του. Ένας γιος που γεννήθηκε εκτός γάμου ήταν σκάνδαλο και πολλοί ήταν εκείνοι που θα ήθελαν να αμαυρώσουν την εικόνα του Γέρου. Ο ίδιος αναγνώρισε με λεβεντιά το παιδί, το οποίο συμπεριέλαβε στη διαθήκη του. Άφησε κληρονόμους και τα τρία του παιδιά χωρίς να κάνει διαχωρισμούς. Αναφέρει χαρακτηριστικά: » και ένα μερίδιο ο υιός μου Παναγιωτάκης, τον οποίο απέκτησα με τη Μαργαρίτα θυγατέρα του Αγγελή Βελισσάρη από τα Χαλικιάνικα τον οποίο να έχουν τα παιδιά μου ο Γενναίος και Κωνσταντίνος μέσα εις το σπίτι μας...». Η αναγνώριση έγινε επίσημα με την εξής αναφορά: «...και τον οποίον Παναγιωτάκην τον κηρύττω και αναγνωρίζω ως υιόν μου
Σ' αυτό το γιο, στο στερνοπούλι του, που δεν πρόλαβε να το χαρεί γιατί πέθανε όταν εκείνο ήταν ακόμα μωρό, άφησε την εικόνα και το σπαθί του. «Την εικόνα όπου μου έχει χαρισμένην ο στρατηγός Ρεβελιώτης και το σπαθί μου όπου φορώ, να το λάβη ο υιός μου Παναγιωτάκης και να μην εμπούν σε μοίρασμα». Στη διαθήκη σαφώς περιλαμβάνει και εξασφαλίζει και τη Μαργαρίτα. Ο μικρός Παναγιώτης μεγάλωσε και ακολούθησε την παράδοση της οικογένειας. Τα αδέρφια του ωστόσο, παρά τη ρητή εντολή του πατέρα τους ποτέ δεν τον αποδέχθηκαν ως ισότιμο αδερφό. Ο ίδιος έγινε στρατιωτικός και τίμησε το όνομα και τη βαριά ιστορία του πατέρα του.
Άξιος του ονόματος
Αντιτάχθηκε στην πολιτική του Όθωνα και συμμετείχε σε επαναστατικές κινήσεις εναντίον του με αποτέλεσμα να φυλακιστεί. Μετά την πτώση του Όθωνα διετέλεσε διευθυντής της αστυνομίας Αθηνών και Πειραιώς και στη συνέχεια υπασπιστής του Βασιλέως Γεωργίου Α΄. Ήταν στο Επιτελείο του ελληνικού στρατού κατά την εκστρατεία της Θεσσαλίας και πήρε μέρος στον Σερβοτουρκικό πόλεμο, στον οποίο τραυματίσθηκε. Για την προσφορά του παρασημοφορήθηκε από την σερβική κυβέρνηση. Αξιομνημόνευτη είναι και η θητεία του στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων. Αναδιοργάνωσε τη σχολή όντας αντισυνταγματάρχης και διοικητής της σχολής την περίοδο 1881-1885, θέτοντας τις βάσεις για τη δημιουργία ισχυρού στρατού. Καθιέρωσε την υποχρεωτική θητεία, λειτούργησε σχολεία ανώτερων και κατώτερων στελεχών και φρόντισε να σταλούν για εκπαιδευτικούς λόγους αξιωματικοί στην Ευρώπη. Η περίοδος που ήταν διοικητής της σχολής θεωρείται απ τις καλύτερες περιόδους της Ευελπίδων. Στον χώρο της σχολής υπάρχει προτομή του. Πέθανε το 1893 στην Αθήνα με τον βαθμό του συνταγματάρχη εν ενεργεία και τιμήθηκε με τον Ταξιάρχη του Σωτήρος.
Την έλεγαν Μαργαρίτα και ήταν μια πρώην μοναχή που φρόντιζε τον Γέρο του Μοριά κατά την περίοδο που εκείνος ήταν φυλακισμένος στην Ύδρα. Ήταν κόρη του Αγγελή Βελισσάρη. Ο Κολοκοτρώνης τη γνώρισε όταν ήταν περίπου 70 χρονών.
Δεν άργησε να γοητευτεί από τη γυναίκα που τον φρόντιζε. Ένας θαυμασμός που εξελίχθηκε σε μεγάλο έρωτα. Καρπός αυτού του έρωτα ήταν ένας γιος που πήρε το όνομα του πρωτότοκου γιου του Κολοκοτρώνη, Πάνου, ο οποίος σκοτώθηκε στο δεύτερο εμφύλιο το 1824. Ο Κολοκοτρώνης πέθανε στην Αθήνα στις 4 Φεβρουαρίου 1843 σε ηλικία 73 ετών από συμφόρηση.
Ο Γέρος του Μοριά αναγνωρίζει το παιδί
Τον Μάιο του 1841 στο κτήμα του, πέριξ του Ναυπλίου, κάλεσε τον συμβολαιογράφο Χαράλαμπο Παπαδόπουλο και συνέταξε τη διαθήκη του, την οποία ο ιστορικός Τάκης Κανδηλώρος δημοσίευσε στην «Αρκαδική Επετηρίς» το 1906. Στη διαθήκη κανόνιζε τις εκκρεμότητες με την περιουσία του, αλλά κυρίως εξασφάλιζε το παιδί του. Ένας γιος που γεννήθηκε εκτός γάμου ήταν σκάνδαλο και πολλοί ήταν εκείνοι που θα ήθελαν να αμαυρώσουν την εικόνα του Γέρου. Ο ίδιος αναγνώρισε με λεβεντιά το παιδί, το οποίο συμπεριέλαβε στη διαθήκη του. Άφησε κληρονόμους και τα τρία του παιδιά χωρίς να κάνει διαχωρισμούς. Αναφέρει χαρακτηριστικά: » και ένα μερίδιο ο υιός μου Παναγιωτάκης, τον οποίο απέκτησα με τη Μαργαρίτα θυγατέρα του Αγγελή Βελισσάρη από τα Χαλικιάνικα τον οποίο να έχουν τα παιδιά μου ο Γενναίος και Κωνσταντίνος μέσα εις το σπίτι μας...». Η αναγνώριση έγινε επίσημα με την εξής αναφορά: «...και τον οποίον Παναγιωτάκην τον κηρύττω και αναγνωρίζω ως υιόν μου
Σ' αυτό το γιο, στο στερνοπούλι του, που δεν πρόλαβε να το χαρεί γιατί πέθανε όταν εκείνο ήταν ακόμα μωρό, άφησε την εικόνα και το σπαθί του. «Την εικόνα όπου μου έχει χαρισμένην ο στρατηγός Ρεβελιώτης και το σπαθί μου όπου φορώ, να το λάβη ο υιός μου Παναγιωτάκης και να μην εμπούν σε μοίρασμα». Στη διαθήκη σαφώς περιλαμβάνει και εξασφαλίζει και τη Μαργαρίτα. Ο μικρός Παναγιώτης μεγάλωσε και ακολούθησε την παράδοση της οικογένειας. Τα αδέρφια του ωστόσο, παρά τη ρητή εντολή του πατέρα τους ποτέ δεν τον αποδέχθηκαν ως ισότιμο αδερφό. Ο ίδιος έγινε στρατιωτικός και τίμησε το όνομα και τη βαριά ιστορία του πατέρα του.
Άξιος του ονόματος
Αντιτάχθηκε στην πολιτική του Όθωνα και συμμετείχε σε επαναστατικές κινήσεις εναντίον του με αποτέλεσμα να φυλακιστεί. Μετά την πτώση του Όθωνα διετέλεσε διευθυντής της αστυνομίας Αθηνών και Πειραιώς και στη συνέχεια υπασπιστής του Βασιλέως Γεωργίου Α΄. Ήταν στο Επιτελείο του ελληνικού στρατού κατά την εκστρατεία της Θεσσαλίας και πήρε μέρος στον Σερβοτουρκικό πόλεμο, στον οποίο τραυματίσθηκε. Για την προσφορά του παρασημοφορήθηκε από την σερβική κυβέρνηση. Αξιομνημόνευτη είναι και η θητεία του στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων. Αναδιοργάνωσε τη σχολή όντας αντισυνταγματάρχης και διοικητής της σχολής την περίοδο 1881-1885, θέτοντας τις βάσεις για τη δημιουργία ισχυρού στρατού. Καθιέρωσε την υποχρεωτική θητεία, λειτούργησε σχολεία ανώτερων και κατώτερων στελεχών και φρόντισε να σταλούν για εκπαιδευτικούς λόγους αξιωματικοί στην Ευρώπη. Η περίοδος που ήταν διοικητής της σχολής θεωρείται απ τις καλύτερες περιόδους της Ευελπίδων. Στον χώρο της σχολής υπάρχει προτομή του. Πέθανε το 1893 στην Αθήνα με τον βαθμό του συνταγματάρχη εν ενεργεία και τιμήθηκε με τον Ταξιάρχη του Σωτήρος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου