το οποίο επανυπολογίζονται οι καταβαλλόμενες επικουρικές συντάξεις, είναι 0,45%.
Αναπροσαρμογή των ήδη καταβαλλόμενων συντάξεων
Εφόσον το άθροισμα κύριων και επικουρικών συντάξεων των ήδη καταβαλλόμενων συντάξεων, πριν την εφαρμογή του Ν. 4387/2016, είναι μεγαλύτερο των 1.300 ευρώ και το άθροισμα κύριων και επανυπολογισθέντων, κατά τις ρυθμίσεις της παρούσας απόφασης, επικουρικών συντάξεων συνεχίζει να είναι μεγαλύτερο των 1.300 ευρώ, η επικουρική σύνταξη καταβάλλεται στο ύψος που διαμορφώνεται κατ' εφαρμογή του άρθρου 2 της παρούσης. Σε κάθε περίπτωση, η αναπροσαρμογή της επικουρικής σύνταξης εφαρμόζεται σε τέτοιο ύψος, ώστε να διασφαλίζεται ότι το άθροισμα κύριας και καταβαλλόμενης επικουρικής σύνταξης του δικαιούχου να μην υπολείπεται του ποσού των 1.300 ευρώ. Η διαφορά μεταξύ του επανυπολογισμένου κατά το άρθρο 2 της παρούσης ποσού επικουρικής σύνταξης και του ποσού της σύνταξης που τελικά καταβάλλεται διατηρείται ως προσωπική διαφορά ανά συνταξιούχο, η οποία αποσβέννυται σταδιακά, σύμφωνα με την ετήσια αναπροσαρμογή των επικουρικών συντάξεων.
Στον υπολογισμό του αθροίσματος των 1.300 ευρώ συμπεριλαμβάνεται η εισφορά υγειονομικής περίθαλψης και οι κρατήσεις εισφοράς αλληλεγγύης συνταξιούχων και ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης συνταξιούχων επικουρικής ασφάλισης.
Στον υπολογισμό του ανώτατου ορίου των 1.300 ευρώ και όσον αφορά στα άτομα με αναπηρία ή χρόνια πάθηση και των οικογενειών που έχουν μέλη τους άτομα με αναπηρία, δεν λαμβάνονται υπόψη τα πάσης φύσεως επιδόματα αναπηρίας.
Η διαδικασία της παρούσας απόφασης εφαρμόζεται και σε όλες τις εκκρεμείς αιτήσεις που έχουν κατατεθεί, μέχρι τις 31.12.2014. Για αιτήσεις που έχουν κατατεθεί από την 1.1.2015 και εφεξής, καθώς και για όσες κατατεθούν, μετά την έναρξη ισχύος του Ν. 4387/2016, ο υπολογισμός του ποσού της δικαιούμενης επικουρικής σύνταξης για το χρόνο ασφάλισης που έχει πραγματοποιηθεί έως 31.12.2014, πραγματοποιείται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 42 του Ν. 4052/2012, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με την παρ. 1 του άρθρου 96 του Ν. 4387/2016 καθώς και στις παρ. 2 και 3 του άρθρου 96 του Ν. 4387/2016.
Για τους τομείς, ταμεία ή κλάδους του ΕΤΕΑ για τους οποίους υπάρχουν άμεσα διαθέσιμα στοιχεία, η ανωτέρω διαδικασία εφαρμόζεται στις πληρωμές επικουρικών συντάξεων μηνός Αυγούστου 2016 και για τους υπόλοιπους τομείς το αργότερο στις πληρωμές μηνός Σεπτεμβρίου 2016.
Η διαδικασία επανυπολογισμού και αναπροσαρμογής των επικουρικών συντάξεων εφαρμόζεται από τις πληρωμές μηνός Ιουνίου 2016. Τα υπερβάλλοντα ποσά που καταβάλλονται, μέχρι την πλήρη εφαρμογή της διαδικασίας, παρακρατούνται σε ισόποσες δόσεις το αργότερο, μέχρι και τις πληρωμές μηνός Δεκεμβρίου 2016.
Η διαφορά μεταξύ της καταβαλλόμενης επικουρικής σύνταξης και του ποσού επικουρικής σύνταξης της παρ. 2 του άρθρου 6 της παρούσας, εξαιρουμένων των κρατήσεων υπέρ ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης συνταξιούχων επικουρικής ασφάλισης και υγείας, παραμένει ως έσοδο του ΕΤΕΑ.
Η διαδικασία επανυπολογισμού των επικουρικών συντάξεων υλοποιείται από την ΗΔΙΚΑ και αποτυπώνεται στο πληροφοριακό της αρχείο.
Πώς θα υπολογίζονται τα εφάπαξ
Τις τεχνικές παραμέτρους για τον υπολογισμό των εφάπαξ παροχών, καθορίζει σχετική απόφαση του υπουργείου Εργασίας, που υπογράφηκε από τον υφυπουργό Τάσο Πετρόπουλο. Σημειώνεται ότι τα ταμεία, τομείς, κλάδοι και λογαριασμοί πρόνοιας, αρμοδιότητας υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, λειτουργούν από την 1/1/2014 με βάση το διανεμητικό σύστημα προκαθορισμένων εισφορών με νοητή κεφαλαιοποίηση (NDC). Από την 1/1/2014, οι ασφαλιστικές εισφορές που καταβάλλονται για κάθε ασφαλισμένο στους φορείς-τομείς πρόνοιας, τηρούνται σε ατομικές μερίδες.
Συγκεκριμένα, η εφάπαξ παροχή που χορηγείται σε όλους τους ασφαλισμένους των ταμείων, τομέων, κλάδων και λογαριασμών πρόνοιας, αρμοδιότητας υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, υπολογίζεται, σύμφωνα με την τεχνική βάση, ως ακολούθως:
Χρόνος ασφάλισης από την 1/1/2014 και εφεξής.
Για χρόνο ασφάλισης από την 1/1/2014 και εφεξής με βάση την αρχή της ισοδυναμίας, το ποσό της εφάπαξ παροχής ισούται με τη συσσωρευμένη αξία των εισφορών κατά την ημερομηνία αποχώρησης. Για τη συσσώρευση των εισφορών γίνεται χρήση πλασματικού ποσοστού επιστροφής, το οποίο ορίζεται ως η ετήσια μεταβολή της βάσης υπολογισμού των εισφορών για το σύνολο των ασφαλισμένων.
Το τμήμα της εφάπαξ παροχής που αναλογεί στα έτη ασφάλισης, πριν την 1/1/2014, υπολογίζεται ως εξής:
- Για τους μισθωτούς:
Για τους μισθωτούς με εισφορά ύψους 4% επί των αποδοχών, η εφάπαξ παροχή αποτελείται από το γινόμενο του 60% των αποδοχών, επί των οποίων έγιναν οι νόμιμες κρατήσεις υπέρ του κλάδου, επί του δεκαδικού αριθμού των ετών ασφάλισης έως και την 31/12/2013, με ακρίβεια δεύτερου δεκαδικού ψηφίου.
Ως αποδοχές για τον υπολογισμό της εφάπαξ παροχής, νοείται ο μέσος όρος των μηνιαίων αποδοχών που έλαβε ο ασφαλισμένος κατά τα πέντε τελευταία έτη έως και την 31/12/2013, εφόσον υπεβλήθησαν σε ασφαλιστικές εισφορές υπέρ του κλάδου, χωρίς να υπολογίζονται τα δώρα εορτών και το επίδομα αδείας. Ο ως άνω μέσος όρος προσαυξάνεται, ετησίως, κατά την ετήσια μεταβολή μισθών, η οποία υπολογίζεται από την Ελληνική Στατιστική Αρχή. Η ως άνω προσαύξηση εφαρμόζεται από το επόμενο έτος, μετά το καταληκτικό της ανωτέρω πενταετίας, έως και το έτος αποχώρησης από την υπηρεσία ή την εργασία, λόγω οριστικής συνταξιοδότησης. Ο σωρευμένος συντελεστής που προκύπτει από την ετήσια μεταβολή μισθών, δεν μπορεί να είναι μικρότερος από ένα.
Για τους μισθωτούς με εισφορά ύψους διάφορου του 4% ή με σταθερό ποσό εισφοράς το ως άνω ποσοστό (60%), αναπροσαρμόζεται αναλογικά ως προς το ύψος της εισφοράς, με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου του φορέα και, κατόπιν σύμφωνης γνώμης της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής.
Στις περιπτώσεις που ο δικαιούμενος εφάπαξ παροχής έχει μισθοδοτηθεί για λιγότερο από πέντε έτη, για τον υπολογισμό του μέσου όρου πενταετίας θα λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος της πενταετίας ομοιοβάθμου του ή ασφαλισμένου με τα ίδια έτη ασφάλισης.
Αν δεν είναι δυνατός ο υπολογισμός πενταετίας, ο υπολογισμός γίνεται με βάση το σύνολο του χρόνου ασφάλισης που έχει πραγματοποιηθεί.
- Για τους αυτοτελώς απασχολούμενους:
Για τους αυτοτελώς απασχολούμενους με εισφορά ύψους 4%, η εφάπαξ παροχή αποτελείται από το γινόμενο του 60% των αποδοχών, επί των οποίων έγιναν οι νόμιμες κρατήσεις, επί του δεκαδικού αριθμού των ετών ασφάλισης έως και την 31/12/2013, με ακρίβεια δευτέρου δεκαδικού ψηφίου.
Ως αποδοχές για τον υπολογισμό της εφάπαξ παροχής νοείται ο μέσος όρος των τιμών των ασφαλιστικών κατηγοριών, επί των οποίων υπεβλήθησαν ασφαλιστικές εισφορές υπέρ του κλάδου, κατά τα πέντε τελευταία έτη έως και την 31/12/2013, όπως οι εν λόγω τιμές είχαν διαμορφωθεί κατά το καταληκτικό της πενταετίας έτος. Ο ως άνω μέσος όρος προσαυξάνεται, ετησίως, κατά την ετήσια μεταβολή μισθών, η οποία υπολογίζεται από την Ελληνική Στατιστική Αρχή. Η ως άνω προσαύξηση εφαρμόζεται από το επόμενο έτος, μετά το καταληκτικό της ανωτέρω πενταετίας, έως και το έτος αποχώρησης από το επάγγελμα ή την εργασία, λόγω οριστικής συνταξιοδότησης. Ο σωρευμένος συντελεστής που προκύπτει από την ετήσια μεταβολή μισθών, δεν μπορεί να είναι μικρότερος από ένα.
Για τους αυτοτελώς απασχολούμενους με εισφορά ύψους διάφορου του 4% ή με σταθερό ποσό εισφοράς, το ως άνω ποσοστό 60% αναπροσαρμόζεται αναλογικά ως προς το ύψος της εισφοράς, με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου του φορέα και, κατόπιν σύμφωνης γνώμης της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής.
Για τους αυτοτελώς απασχολούμενους των τομέων Πρόνοιας Υγειονομικών, Δικηγόρων Αθηνών, Δικαστικών Επιμελητών, Συμβολαιογράφων και Εργοληπτών Δημοσίων Έργων του ΕΤΑΑ, των Εφημεριδοπωλών και Υπαλλήλων Πρακτορείων Αθηνών, Εφημεριδοπωλών και Υπαλλήλων Πρακτορείων Θεσσαλονίκης και Ιδιοκτητών, Συντακτών και Υπαλλήλων Τύπου του ΕΤΑΠ-ΜΜΕ και του Προσωπικού Ιπποδρομιών του ΤΑΠΙΤ που η εισφορά τους δεν προκύπτει ως ποσοστό επί ασφαλιστικής κατηγορίας, το ποσοστό εισφοράς και οι ασφαλιστικές κατηγορίες καθορίζονται, σύμφωνα με το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης ββ της παραγράφου 4α του άρθρου 35 του Ν. 4387/2016 (Α΄ 85), μετά από οικονομική έκθεση.
Εκκρεμείς αιτήσεις χορήγησης εφάπαξ παροχής για αποχωρήσεις από την υπηρεσία ή την εργασία ή το επάγγελμα από 1/9/2013 και εφεξής, σε όποιο στάδιο της διοικητικής διαδικασίας και αν βρίσκονται, κατά την έναρξη εφαρμογής του Ν.4387/2016, κρίνονται ως προς τον τρόπο υπολογισμού της παροχής, βάσει των διατάξεων της παρούσας απόφασης.
Πηγή ΑΠΕ-ΜΠΕ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου