Η αλήθεια των αριθμών που δείχνει αν θα κλάψουμε ή θα γελάσουμε
Μπορεί το 2016 να δημιουργήσαμε πρωτογενές πλεόνασμα της τάξεως των 7 δισ. ευρώ, αλλά στα ταμεία του Δημοσίου δεν υπάρχει… ευρώ τσακιστό. Πολύ απλά διότι το μεγαλύτερο μέρος από αυτό το ποσό κατευθύνθηκε για να πληρωθούν οι τόκοι του χρέους. Όσοι ονειρεύονται έκτακτο μέρισμα και το 2017, θα χρειαστεί να περιμένουν μέχρι το τέλος του έτους, καθώς το… φέτος είναι διαφορετικό από το πέρυσι.
Όσον αφορά τις «πηγές» του πλεονάσματος, τα στοιχεία είναι αποκαλυπτικά: βίαιη περικοπή των επενδυτικών δαπανών με προφανείς συνέπειες στην ανάπτυξη αλλά και κατακόρυφη αύξηση των εσόδων από φόρους, με τα… capital controls να παίζουν καθοριστικό ρόλο. Είναι μερικά από τα «μυστικά» του πρωτογενούς πλεονάσματος που κρύβονται πίσω από τους αναλυτικούς αριθμούς.
Οι αριθμοί αυτοί είναι που δείχνουν αν υπάρχουν περιθώρια για πανηγυρισμούς ή αν ο προβληματισμός πρέπει να κυριαρχήσει και πάλι. Οι 10 μύθοι και αλήθειες έχουν, μία προς μία, ως εξής:
1 Το… μνημονιακό και το κατά ESA πλεόνασμα. Το πρωτογενές πλεόνασμα με βάση τον μνημονιακό ορισμό είναι διαφορετικό από αυτό που υπολογίζει η Ελληνική Στατιστική Αρχή και πιστοποιεί η Eurostat. Διαμορφώθηκε, με βάση τα στοιχεία που ανακοίνωσε το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, στο 4,2% του ΑΕΠ, δηλαδή υψηλότερα σε σχέση με το 3,9% που ανακοίνωσε η ΕΛΣΤΑΤ και προφανώς υψηλότερα από κάθε πρόβλεψη που είχε γίνει είτε από την ελληνική κυβέρνηση είτε και από τους θεσμούς. Το «μνημονιακό» πλεόνασμα δεν περιλαμβάνει τη δαπάνη που πραγματοποιείται για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών (σ.σ.: η οποία ήταν σχεδόν αμελητέα το 2016, καθώς περιορίστηκε στα 70 εκατ. ευρώ), τα έσοδα ορισμένων αποκρατικοποιήσεων (σ.σ.: κυρίως αυτών που αφορούν μετοχές εισηγμένων εταιρειών), ενώ κατόπιν συμφωνίας με τους θεσμούς δεν περιλαμβάνει και τις δαπάνες για το μεταναστευτικό. Αυτές οι τελευταίες ήταν που οδήγησαν το μνημονιακό πλεόνασμα σε υψηλότερα επίπεδα από το κατά ΕΛΣΤΑΤ πλεόνασμα. Οι δαπάνες για τους πρόσφυγες αποτυπώθηκαν στα στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας, όχι όμως και στο μνημονιακό πλεόνασμα.
2 Το πλεόνασμα και το κοινωνικό μέρισμα. Θεωρητικά, η κυβέρνηση διατηρεί το δικαίωμα να προχωρήσει σε διανομή του πλεονάσματος που παρήγαγε το 2016, τουλάχιστον το τμήμα αυτού που ξεπέρασε τον στόχο του 0,5% του ΑΕΠ. Αν το κάνει όμως, αν επαναλάβει το «μέρισμα» που διένειμε τον περασμένο Δεκέμβριο, η δαπάνη θα εγγραφεί στον προϋπολογισμό του 2017 και θα επηρεάσει το φετινό πλεόνασμα. Έτσι, σχετική απόφαση δεν πρόκειται να ληφθεί, παρά μόνο αν προκύψει – προς το τέλος του χρόνου – υπέρβαση σε σχέση με τον δημοσιονομικό στόχο, ο οποίος φέτος έχει ανέβει στο 1,75% του ΑΕΠ.
3 Πλεόνασμα και υπερφορολόγηση. Οι φόροι ήταν ξεκάθαρα ένας από τους λόγους που οδήγησαν στο υπερ-πλεόνασμα του 2016. Οι φόροι στην παραγωγή και στις εισαγωγές απέδωσαν 30,004 δισ. ευρώ το 2016 έναντι 28,253 δισ. ευρώ το 2015, δηλαδή 1,751 δισ. ευρώ περισσότερα. Από την άλλη, οι φόροι στον εισόδημα και στην περιουσία απέφεραν στα κρατικά ταμεία 18,147 δισ. ευρώ έναντι 17,085 δισ. ευρώ το 2015, δηλαδή 1,06 δισ. ευρώ παραπάνω. Αθροιστικά προκύπτει ότι οι φόροι – αυτοί που εισπράχθηκαν – ήταν κατά 2,81 δισ. ευρώ περισσότεροι συγκριτικά με το 2015. Ουσιαστικά, αποδεικνύεται ότι σχεδόν όλα τα φορολογικά μέτρα που υποχρεώθηκαν να επωμισθούν οι Έλληνες φορολογούμενοι κατά τη διάρκεια της περυσινής χρονιάς ήταν πρακτικά αχρείαστα. Ή, τουλάχιστον, θα μπορούσαν να επιβληθούν και αργότερα. Με τον στόχο στο 0,5% του ΑΕΠ για το πρωτογενές πλεόνασμα θα μπορούσε κάλλιστα να μην αυξηθεί ο ΦΠΑ από το 23% στο 24%, να μην καταργηθεί το ειδικό καθεστώς για τα περισσότερα νησιά του Αιγαίου και να μην μειωθεί το αφορολόγητο ή να μην αυξηθεί η ασφαλιστική εισφορά. Ακόμη και αν έλειπαν αυτά τα μέτρα, πάλι το πρωτογενές πλεόνασμα του 2016 θα ήταν σαφώς υψηλότερο από τους στόχους.
4 Η συνδρομή των ασφαλιστικών εισφορών. Τα έσοδα από τις ασφαλιστικές εισφορές αυξήθηκαν κατά 510 εκατ. ευρώ το 2016, κάτι που σημαίνει ότι και ο συγκεκριμένος κωδικός συνέβαλε στη διαμόρφωση του πρωτογενούς πλεονάσματος. Ποιοι όμως επιβαρύνθηκαν τα επιπλέον ποσά; Οι εργαζόμενοι και όχι οι εργοδότες, όπως προκύπτει από τα αναλυτικά στοιχεία. Οι εργοδοτικές εισφορές διαμορφώθηκαν στα 7,713 δισ. ευρώ (όσες και το 2015), ενώ οι εισφορές των εργαζομένων στα 11,624 δισ. ευρώ έναντι 11,095 δισ. ευρώ το 2015.
5 Το «ξεζούμισμα» των οφειλετών. Αναλύοντας τους κωδικούς που οδήγησαν στην εκτόξευση του πλεονάσματος προκύπτει ότι ένα μεγάλο μέρος προέρχεται από τους «φόρους παρελθόντων ετών», τόσο τους άμεσους όσο και τους έμμεσους. Η υπεραπόδοση στους συγκεκριμένους δύο κωδικούς συνεχίζεται και το 2017 και προκύπτει κυρίως λόγω του κυνηγητού που γίνεται στους οφειλέτες του Δημοσίου, των δεσμεύσεων τραπεζικών λογαριασμών αλλά και της προσπάθειας που καταβάλλουν κυρίως οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις να πληρώνουν τη ρύθμιση των 100 δόσεων προκειμένου να μην χάσουν τα πλεονεκτήματα και κυρίως να μην αναβιώσουν τα ποσά που διαγράφηκαν από προσαυξήσεις. Το ζήτημα είναι ότι αυτές οι «ενέσεις» στα έσοδα δεν έχουν μόνιμο χαρακτήρα. Η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων τραβάει το σκοινί και κάθε μήνα δεσμεύει περισσότερους από 30.000 τραπεζικούς λογαριασμούς. Αυτό όμως σημαίνει ότι 30.000 φορολογούμενοι ουσιαστικά βγαίνουν εκτός αγοράς. Κάποια στιγμή αυτό θα «χτυπήσει» και στα τρέχοντα έσοδα από φόρους, κάτι το οποίο έχει ήδη αρχίσει να φαίνεται.
6 Οι απλήρωτες οφειλές του Δημοσίου. Οι ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου δεν επηρεάζουν το πρωτογενές πλεόνασμα, καθώς οι δαπάνες αναγράφονται τη στιγμή που τιμολογούνται και όχι όταν αποπληρώνονται. Κι όπως ανέφερε και σε σχετική ανακοίνωση το υπουργείο Οικονομικών, «οι μεταβολές των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων της γενικής κυβέρνησης συμπεριλαμβάνονται στον υπολογισμό του δημοσιονομικού αποτελέσματος, αφού εφαρμόζεται η δεδουλευμένη βάση, κάτι που σημαίνει ότι καμία κυβέρνηση δεν μπορεί να διογκώσει το πλεόνασμα μέσω «στάσης πληρωμών» και «απλήρωτων λογαριασμών».
7 Το κρυφό έλλειμμα λόγω συντάξεων. Τίθεται πάντως ένα σοβαρό ερώτημα: τι γίνεται με τις εκατοντάδες χιλιάδες συντάξεις, οι οποίες δεν έχουν αποδοθεί ακόμη στους συνταξιούχους που έχουν καταθέσει τις αιτήσεις τους, αλλά δεν έχουν πάρει ακόμη απάντηση; Σε αυτή την περίπτωση δεν μιλάμε για «δεδουλευμένη βάση», καθώς ακόμη οι υπηρεσίες των ασφαλιστικών ταμείων δεν έχουν καν ξεκινήσει τη διαδικασία υπολογισμού αυτών των συντάξεων, οι οποίες, όταν θα οριστικοποιηθούν, θα πρέπει να καταβληθούν στους δικαιούχους αναδρομικά από την ημέρα υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης. Στελέχη με πολύ καλή γνώση του θέματος αναφέρουν ότι οι «επίτροποι» που έχουν οι δανειστές στα υπουργεία έχουν βάλει το χέρι τους ώστε και αυτές οι «μελλοντικές δαπάνες» να επηρεάζουν σε έναν βαθμό το πρωτογενές αποτέλεσμα. Ωστόσο, είναι σαφές ότι πίσω από το θέμα των συσσωρευμένων υποχρεώσεων για τις συντάξεις που βρίσκονται σε εκκρεμότητα υπάρχει ένα «κρυφό έλλειμμα» εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ, το οποίο κάποια στιγμή θα αποτυπωθεί.
8 Η προσωρινότητα του πλεονάσματος. Το πρωτογενές πλεόνασμα του 2016 δεν είναι οριστικό. Όπως κάθε χρόνο, η Ελληνική Στατιστική Αρχή διατηρεί το δικαίωμα να κάνει δεύτερη εκτίμηση του αποτελέσματος και αυτό θα συμβεί τον Οκτώβριο. Πέρυσι, η δεύτερη αναθεώρηση προκάλεσε μεγάλη μείωση του πρωτογενούς αποτελέσματος χωρίς όμως – ευτυχώς – να πυροδοτηθεί ο «κόφτης», καθώς παρά την αναθεώρηση ο στόχος του μνημονίου επιτεύχθηκε. Στελέχη που γνωρίζουν από… νούμερα πιστεύουν ότι δεν θα υπάρξει και φέτος επανάληψη του φαινομένου, κάτι που σημαίνει ότι τον Οκτώβριο δεν θα υπάρχουν σημαντικές διαφοροποιήσεις.
9 Η επενδυτική άπνοια και τα πρωτογενή πλεονάσματα. Συγκριτικά με το 2015, που είχαμε – με βάση την ΕΛΣΤΑΤ – πρωτογενές έλλειμμα (σ.σ.: άσχετα αν με βάση τον μνημονιακό ορισμό είχαμε πλεονάσματα και το 2015), το 2016 είχαμε βελτίωση σε απόλυτους αριθμούς, η οποία έφτασε κοντά στα 11 δισ. ευρώ. Από αυτά τα 11 δισ. ευρώ, τα 8,28 δισ. ευρώ αποτελούν μείωση δαπανών. Όχι όμως λειτουργικών δαπανών του Δημοσίου, αλλά επενδυτικών. Στον κωδικό «κεφαλαιακές μεταβιβάσεις» οι δαπάνες περιορίστηκαν στα μόλις 6,827 δισ. ευρώ έναντι 15,111 δισ. ευρώ το 2015 και 8,772 δισ. ευρώ το 2014. Ασφαλώς ένας σημαντικός λόγος είναι το γεγονός ότι το 2016 δεν υπήρξε ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, η οποία κόστισε (με βάση τα αναθεωρημένα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ) κάτι περισσότερο από 4,7 δισ. ευρώ. Η υπόλοιπη μείωση, όμως, είναι περικοπή επενδυτικών δαπανών, η οποία στοιχίζει στην πραγματική οικονομία. Αν δει κανείς τα αναλυτικά στοιχεία, θα σταθεί στον κωδικό του ακαθάριστου σχηματισμού κεφαλαίου, ο οποίος κατά κύριο λόγο αποτυπώνει την πορεία των δημοσίων επενδύσεων. Τα 6,166 δισ. ευρώ αποτελούν αρνητικό ρεκόρ πολλών ετών. Το 2015 δαπανήθηκαν 8,277 δισ. ευρώ, το 2014 7,1 δισ. ευρώ και το 2013 8,617 δισ. ευρώ. Χαμηλότερα ποσά είχαν εμφανιστεί μόνο το 2012, όταν η χώρα βυθιζόταν στα ελλείμματα και την ύφεση.
10 Λεφτά… δεν υπάρχουν. Εύλογα αναρωτιούνται οι φορολογούμενοι τι γίνονται αυτά τα δισεκατομμύρια του πρωτογενούς πλεονάσματος για τα οποία μιλάει από την περασμένη Παρασκευή η κυβέρνηση. Η απάντηση είναι πολύ απλή και εύκολη. Προορίζονται σχεδόν στο σύνολό τους για να καταβληθούν οι τόκοι του χρέους, οι οποίοι μάλιστα βρίσκονται στο ναδίρ εξαιτίας των περιόδων χάριτος που έχουν χορηγηθεί από τους δανειστές. Από τα 6,937 δισ. ευρώ του πρωτογενούς πλεονάσματος του 2016, τα 5,649 δισ. ευρώ πήγαν για τόκους, ποσό που είναι το χαμηλότερο της τελευταίας 3ετίας. Δηλαδή, το πραγματικό πλεόνασμα που έμεινε στο ταμείο είναι 1,288 δισ. ευρώ. Να γιατί οι δανειστές θέλουν να παράγουμε πρωτογενή πλεονάσματα της τάξεως του 3,5% του ΑΕΠ. Για να μπορούμε να πληρώνουμε μόνοι μας τους τόκους και να μην χρειάζεται να δανειζόμαστε κάθε χρόνο επιπλέον ποσά. Το 2016 ήταν η πρώτη φορά που το καταφέραμε αυτό, καθώς το 2015 το ισοζύγιο της γενικής κυβέρνησης έκλεισε με έλλειμμα 10,427 δισ. ευρώ (κυρίως λόγω της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών), ενώ και το 2014 το πρωτογενές έλλειμμα έφτασε στα 6,516 δισ. ευρώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου