Νέο χτύπημα της Κατερίνας Παπακώστα στον ΣαμαροΜητσοτακισμό που έχει καταστήσει τη μεταλλαγμένη ΝΔ ως ένα κόμμα διαχείρισης του Μνημονίου.
Άρθρο της Κατερίνας Παπακώστα
Η ελληνική ένταξη στην ΕΟΚ τον Μάιο του 1979 υπήρξε το αποτέλεσμα μιας τιτάνιας προσπάθειας της Ελλάδος, αλλά ταυτόχρονα και η υλοποίηση μιας ιδέας του Έθνους που κυοφορείτο από την εποχή του νεοελληνικού Διαφωτισμού.
Αν κανείς θελήσει, σήμερα, να δει ποιά ήταν τα κίνητρα των Εννέα χωρών, ώστε να κάνουν δεκτή την ένταξη της Ελλάδος στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες, σε συνδυασμό με την ελληνική στρατηγική αλλά και την δική τους, θα διαπιστώσει ότι η ένταξη της Ελλάδος στην ΕΟΚ ήταν κορυφαίο εργαλείο για την εδραίωση της Δημοκρατίας στην Χώρα, όπως ορθά το έβλεπε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής. Ισορροπούσε τις σχέσεις με τους δυτικούς αλλά και τους ανατολικούς, διότι έβαζε την Ελλάδα σε στρατηγική θέση στην περιοχή της νοτιοανατολικής Ευρώπης και στα Βαλκάνια και διότι δημιούργησε την ευρωπαϊκή ταυτότητα της τρίτης Ελληνικής Δημοκρατίας.
Η έκπληξη όμως είναι, ότι η ένταξη της Ελλάδος υπήρξε για την ίδια την Ευρώπη κορυφαίο γεγονός, το οποίο δεν έχουμε συνειδητοποιήσει. Δηλαδή εκείνη την εποχή, η ΕΟΚ ήταν μπροστά στην διεθνή οικονομική κρίση, ως αποτέλεσμα των διαφωνιών των Ευρωπαίων με τους Αμερικανούς από την ανυπαρξία ενός ευρωπαϊκού νομισματικού συστήματος. Ακριβώς σε αυτό το χρονικό σημείο, η ελληνική Μεταπολίτευση αποτελούσε για την ενωμένη Ευρώπη μία σημαντική ευκαιρία, αφού ισορροπούσε τις ελλείψεις της με τον «θρίαμβο της Δημοκρατίας στην νότια Ευρώπη».
Ο Καραμανλής το αντιλήφθηκε και το αξιοποίησε, αφού η Ελλάδα ανταπέδιδε στην Ευρώπη το μοναδικό θετικό νέο εκείνης της άχαρης περιόδου, δηλαδή την δυνατότητα η Ευρώπη να εμφανιστεί ως φάρος σε διεθνές επίπεδο. Είναι λοιπόν ανοησία να ισχυριζόμαστε σήμερα, πως μία «μικρή» χώρα δεν μπορεί να επηρεάσει – και άρα υποτάσσεται στην μοίρα της. Ο Καραμανλής με την πολιτική και την στρατηγική του απέδειξε, πως μία «μικρή» χώρα μπορεί να παράγει θετικές εξελίξεις και πως οι «μεγάλες» χώρες ανταποκρίνονται στην θετική πολιτική μιας «μικρής» χώρας.
Στην ιστορική ομιλία του, ο κορυφαίος πολιτικός του 20ου αιώνα, ως προφήτης, λέει: «Η ενοποίηση της Ευρώπης… θα είναι το μεγαλύτερο πολιτικό γεγονός στην ιστορία της Ηπείρου μας. …Θα εξισορροπήσει τον συσχετισμό δυνάμεων στον κόσμο, θα κατοχυρώσει την ανεξαρτησία και θα συμβάλλει στην εμπέδωση της παγκόσμιας τάξεως και ειρήνης.» Ορίζει την προστιθέμενη αξία τα Χώρας , την οποία να σημειώσω φροντίζουμε να απομειώνουμε με τις πράξεις και τα λόγια μας, ο πολιτικός κόσμος: «Η Ελλάς είναι ο ακρίτας των ευρωπαϊκών συνόρων και ο μεσογειακός εξώστης της κοινής αγοράς. Με το εγκατεστημένο σε όλες τις Ηπείρους ανθρώπινο δυναμικό της και την ναυτιλιακή της δύναμη, μπορεί να συμβάλλει στην προβολή της Ευρωπαϊκής ιδέας.»
Τονίζει με έμφαση στους Ευρωπαίους ότι αν τα Βαλκάνια εθεωρούντο η πυριτιδαποθήκη της Ευρώπης, η Ευρώπη ήταν η πυριτιδαποθήκη του κόσμου, αποδεικνύοντας ότι η Ευρώπη, από θέατρο μεγάλων συγκρούσεων, ενωμένη μετατρέπεται σε χώρο ειρήνης, ανάπτυξης και προόδου. Για δε το φαινόμενο της βίας και της τρομοκρατίας, από τότε είχε επισημάνει ότι η καθολική και έντονη ανησυχία των λαών της Ευρώπης από τον κίνδυνο της παρακμής, εκδηλώνεται με διαφορετικές μορφές, από το άγχος μέχρι και την βία, γιατί ο άνθρωπος θέλει να απομακρυνθεί από ένα τρόπο ζωής και αναζητεί καινούργιο.
Ταυτόχρονα επισημαίνει την στασιμότητα στην παραγωγή πολιτικής σκέψης, αφού παραθέτει τον Πλάτωνα και τον Θουκυδίδη, ώστε να πείσει τους Ευρωπαίους ότι τα πολιτειακά και τα πολιτικά προβλήματα παραμένουν ίδια. Άρα χρειάζεται εκσυγχρονισμός της Δημοκρατίας με πρωταρχική αξία την αρετή του πολίτη, κατά τον Αριστοτέλη, όπου οι βασικές αξίες της ελευθερίας και της δικαιοσύνης θεμελιώνονται πάνω στην υπευθυνότητά του, ο ίδιος περιορίζει την κατάχρηση της ελευθερίας του και εγγυάται την ομαλή λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών.
Τώρα, στο εσωτερικό της Χώρας, ο Καραμανλής αφήνει ως ισχυρή παρακαταθήκη στην παράταξη που ίδρυσε, την Νέα Δημοκρατία, την σχολή σκέψης που υπηρετεί, ότι δηλαδή η σύγχυση ιδεών, ο ευδαιμονισμός, μαζί με τον στυγνό ορθολογισμό που αγνοεί τον Άνθρωπο σαν σκοπό της κοινωνικής συμβίωσης, έχουν παραμορφώσει το πολιτιστικό πρότυπο. Συμβουλεύει δε, ότι η επιβίωση του πολιτισμού και της Δημοκρατίας μπορεί να αντιμετωπισθεί μόνο με την αναμόρφωση των θεσμών και την επανασύνδεση του ορθολογισμού με τον συναισθηματισμό. Αν ζούσε ο Καραμανλής, θα συμβούλευε με αυστηρότητα την παράταξή του να οργανώσει την οικονομία γύρω από τον Άνθρωπο, αντί τον Άνθρωπο γύρω από την οικονομία.
Αν ζούσε σήμερα, ο Καραμανλής θα έλεγε στην Ευρώπη και ιδίως στην Καγκελάριο Μέρκελ ότι η βούληση για ενοποίηση της Ευρώπης πρέπει να προσλάβει συγκεκριμένη και οριστική μορφή για να ανακτηθεί ο χρόνος που χάθηκε. Θα της θύμιζε, σε σχέση με το ζήτημα του ελληνικού χρέους, ότι έχουμε εμπιστοσύνη και στην Ευρώπη και στην Ελλάδα, έχουμε την απόφαση να είμαστε όλοι Ευρωπαίοι, όπως θα έλεγε Τσώρτσιλ, και είμαστε όλοι Έλληνες, όπως θα έλεγε Στένλεϋ, και θα πρόσθετε λιτά και αποφασιστικά πως η στασιμότητα είναι η χειρότερη λύση.
Παράλληλα θα έλεγε με ευθύτητα στην Άγκελα Μέρκελ και κοιτώντας την βαθιά στα μάτια ότι οι Έλληνες διδαχτήκαμε από τον κλασσικό Ελληνισμό ότι «χαλεπά τα καλά», ότι ζητούμε την κατανόηση των συνεταίρων μας, για να ξεπεράσουμε τις δυσκολίες και ότι έφτασε ο καιρός, ο Ευρωπαίος Φάουστ να επιχειρήσει νέο ταξίδι στην χώρα του μέτρου και της ισορροπίας, για να γεννήσει τον Ευφορίωνα, φτάνει να μην θέτουμε σαν πρωταρχικό σκοπό της ένωσης της Ευρώπης την υλική ευημερία.
Αν ζούσε ο Καραμανλής, θα έλεγε στην Άγκελα Μέρκελ ότι η Ελλάδα για να ανταποκριθεί στις διεθνείς της «υποχρεώσεις», αγοράζει όπλα και διαθέτει τις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις σε διεθνείς αποστολές, εν μέσω χρέους. Πρόκειται για όπλα και υπηρεσίες που προσφέρονται για χρήση σε διεθνείς εκστρατείες, για τις οποίες η Ελλάδα δαπανά σημαντικά ποσά. Για παράδειγμα, διπλωματικές πηγές μιλούν για 200 εκατ. ευρώ το χρόνο, αναδεικνύοντας έτσι την συμβολή μας σε αυτού του είδους τις διεθνείς υποχρεώσεις.
Αν ζούσε ο Καραμανλής, θα έλεγε στην Άγκελα Μέρκελ ότι μετά το Brexit, η Ελλάδα δεν θα πρέπει να επωμιστεί το κόστος της άρνησης πληρωμής εισφοράς της Μεγάλης Βρετανίας στον κοινοτικό προϋπολογισμό. Ούτε πρέπει να μειωθούν οι πόροι της από τα κοινοτικά ταμεία για αυτόν τον λόγο. Αλλιώς, ας πληρώσει η Μεγάλη Βρετανία εις είδος, με την επιστροφή των γλυπτών του Παρθενώνα στην Ελλάδα, άρα στην Ευρώπη, αφού αποτελούν μέρος την Ευρωπαϊκής πολιτιστικής κληρονομίας.
Αν ζούσε ο Καραμανλής, είμαι απολύτως βέβαιη ότι αξιολογώντας την σημερινή πολιτική και κοινωνική κατάσταση της Ελλάδος, δεν θα θεωρούσε πια αρκετή την ίδια του την ιστορική δήλωση, σύμφωνα με την οποία «η χώρα έχει μεταβληθεί σε ένα απέραντο φρενοκομείο»…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου