«Για ένα τέταρτο ακούγονται σπαραχτικά ουρλιαχτά από νέους που δέρνονται χωρίς να έχουν διέξοδο. Δέρνονται από μαστουρωμένα άτομα, ποτισμένα από το όπιο του μίσους και της διαστροφής».
Ήταν 17 Νοέμβρη του 1980. Επτά χρόνια μετά την αιματηρή καταστολή της εξέγερσης του Πολυτεχνείου από τη Χούντα, έξι χρόνια μετά την πτώση της δικτατορίας. Στην κυβέρνηση βρίσκεται η Νέα Δημοκρατία, με πρωθυπουργό τον Γεώργιο Ράλλη.
Έχει πέσει το βράδυ και ο βασικός όγκος της πορείας έχει διαλυθεί στο Σύνταγμα, καθώς στους διαδηλωτές είχε απαγορευτεί να κινηθούν προς την αμερικάνικη πρεσβεία. Ωστόσο, περίπου 2.000 μέλη οργανώσεων της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς και του αντιεξουσιαστικού χώρου, επιχειρούν να σπάσουν τον αστυνομικό κλοιό και να κινηθούν προς τη πρεσβεία των ΗΠΑ.
Οι διαδηλωτές δεν ξέρουν την ομιλία που έχουν παρακολουθήσει λίγα εικοσιτετράωρα πριν οι αστυνομικοί των ΜΑΤ που βρίσκονται παραταγμένοι απέναντί τους. «Σε τρεις μέρες έχουμε το Πολυτεχνείο, πρέπει λοιπόν να εντείνουμε όλοι την προσοχή μας για να περάσει αυτός ο μπελάς. Έχουμε πληροφορίες πως τα κομμούνια θα οδηγήσουν την πορεία στην πρεσβεία των ΗΠΑ. Λογαριάζουν βέβαια χωρίς τον ξενοδόχο και ο ξενοδόχος ρίχνει πολύ ξύλο». Τα λόγια αυτά ανήκουν στον διευθυντή της υπηρεσίας. Τα μεταφέρει ο Χρήστος Μπρατάκος, αστυνομικός των ΜΑΤ και ο ίδιος μέχρι εκείνη την περίοδο, στο βιβλίο του «ΜΑΤ - Οι κρανοφόροι».
Η συνέχεια είναι γνωστή. Τα ΜΑΤ μετατρέπουν το κέντρο της Αθήνας σε σφαγείο. Δύο νεκροί από άγριο ξυλοδαρμό, ο 26χρονος Κύπριος φοιτητής Ιάκωβος Κουμής και η 20χρονη εργάτρια Σταματίνα Κανελλοπούλου, και δεκάδες τραυματίες ακόμα και από πραγματικά πυρά είναι ο απολογισμός της αστυνομικής κτηνωδίας.
Ας επιστρέψουμε όμως στο απόγευμα της 17ης Νοέμβρη, πίσω από τον αστυνομικό κλοιό, μέσα στις κλούβες των ΜΑΤ, λίγο πριν το μακελειό.
Αφηγείται ο Χρήστος Μπρατάκος:
Το βιβλίο του Χρήστου Μπρατάκου "ΜΑΤ - Οι κρανοφόροι" γράφτηκε το 1982 αλλά, όπως διαβάζουμε στην εισαγωγή του, «δεν κυκλοφόρησε ποτέ για διάφορους λόγους». Εκδόθηκε το 1990 από την «Εστία».
Προλογίζοντας το βιβλίο και αναφερόμενος στον συγγραφέα του, ο Βασίλης Ραφαηλίδης κάνει λόγο για έναν «αυτοκαθαιρεμένο πρώην "άρχοντα του πεζοδρομίου" που κάποτε κατάλαβε την απάτη και "ανένηψε". Για να μας δώσει τούτη την πάρα πολύ ενδιαφέρουσα μαρτυρία της περιπέτειάς του. Την οποία κάπου-κάπου επιχειρεί να τη λογοτεχνικοποιήσει. Όμως η αξία αυτού του βιβλίου δεν βρίσκεται στις όποιες λογοτεχνικές προθέσεις. Βρίσκεται στην σπανιότητα μιας εξαιρετικά χρήσιμης μαρτυρίας.»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου