Μόνο το... 5,6% των πολιτών δήλωνει ικανοποιημένο από την ζωή του στην Ελλάδα, σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ. Παράλληλα, πλήρως ικανοποιημένο από την εργασία του δηλώνει το 4,8% των εργαζομένων, ενώ καθόλου ικανοποιημένο από την εργασία του δηλώνει το 1,6%.
Την ίδια ώρα το μερίδιο του εισοδήματος του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού της χώρας ήταν πέρυσι (εισοδήματα 2017) κατά 5,5 φορές μεγαλύτερο από το μερίδιο του εισοδήματος του φτωχότερου 20% του πληθυσμού.
Σύμφωνα επίσης, μεταξύ άλλων, με την έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ για την οικονομική ανισότητα, η οικονομική ανισότητα μεταξύ των ατόμων ηλικίας 65 ετών και άνω μειώθηκε κατά 0,3 μονάδες και διαμορφώνεται στο 3,9 έναντι 4,2 το 2017 (εισοδήματα 2016).
Αντίστοιχα, η οικονομική ανισότητα μεταξύ των ατόμων κάτω των 65 ετών διαμορφώνεται στο 6,1, παρουσιάζοντας μείωση κατά 0,6 μονάδες σε σχέση με το 2017, που ήταν στο 6,7.
Πολύ λίγοι οι ευχαριστημένοι
Το ποσοστό των ατόμων 16 ετών και άνω που δηλώνει ότι δεν είναι καθόλου ικανοποιημένο από την οικονομική του κατάσταση ανέρχεται σε 6,6% , ενώ πλήρως ικανοποιημένο δηλώνει το 2%.
Το 2,7% του πληθυσμού 16 ετών και άνω δηλώνει ότι, κατά τη διάρκεια των τεσσάρων τελευταίων εβδομάδων (που προηγήθηκαν της συνέντευξης), αισθανόταν πολύ νευρικό ή ανήσυχο συνεχώς, ενώ για τον φτωχό και το μη φτωχό πληθυσμό τα ποσοστά ανέρχονται αντίστοιχα σε 4% και 2,4%.
Το 2,1% του πληθυσμού 16 ετών και άνω δηλώνει ότι αισθανόταν μοναξιά συνεχώς, ενώ για τον φτωχό και το μη φτωχό πληθυσμό τα αντίστοιχα ποσοστά ανέρχονται σε 3% και 1,9%.
Το 9,5% του πληθυσμού 16 ετών και άνω δηλώνει ότι αισθανόταν ήρεμο και γαλήνιο συνεχώς, ενώ για τον φτωχό και τον μη φτωχό πληθυσμό τα αντίστοιχα ποσοστά ανέρχονται σε 8,1% και 9,8%.
Το 1,5% του πληθυσμού 16 ετών και άνω δηλώνει ότι αισθανόταν απογοητευμένο ή μελαγχολικό ή ένιωθε κατάθλιψη συνεχώς, ενώ για τον φτωχό και το μη φτωχό πληθυσμό τα αντίστοιχα ποσοστά ανέρχονται σε 2,5 % και 1,3%.
Το 5% του πληθυσμού 16 ετών και άνω δηλώνει ότι δεν αισθανόταν καθόλου ευτυχισμένο, ενώ τα αντίστοιχα ποσοστά για τον φτωχό και το μη φτωχό πληθυσμό ανέρχονται 8,5% και 4,2%.
Το 85% ζητά βοήθεια… από αλλού
Το 85,3 % του πληθυσμού 16 ετών και άνω δηλώνει ότι έχει κάποιον άνθρωπο από τον οποίο μπορεί να ζητήσει υλική βοήθεια. Αντίστοιχα, το 74,2% του πληθυσμού 16 ετών και άνω δηλώνει ότι υπάρχει κάποιος συγγενής, φίλος ή γείτονας από τον οποίο μπορεί να ζητήσει μη υλική βοήθεια, όπως για παράδειγμα κάποιον για να μιλήσει.
Το 20,1% του πληθυσμού 16 ετών και άνω δηλώνει ότι δεν εμπιστεύεται καθόλου τους ανθρώπους που δεν γνωρίζει καλά, ενώ το 0,8% δηλώνει ότι τους εμπιστεύεται πλήρως.
Το 45,7% του πληθυσμού 16 ετών και άνω δηλώνει ότι δεν αισθάνεται καθόλου αποκλεισμένο από την κοινωνία, ενώ αντίθετα πλήρως αποκλεισμένο δηλώνει ότι αισθάνεται το 1,2%.
Σχετικά με τις δυσκολίες στέγασης, το 98,3% του πληθυσμού 16 ετών και άνω δηλώνει ότι δεν έχει βιώσει δυσκολίες στέγασης, ενώ το ποσοστό που δηλώνει ότι έχει βιώσει, χωρίς να το θέλει, δυσκολίες στέγασης ανέρχεται στο 1,7%. Από αυτούς το 1,3% φιλοξενήθηκε σε συγγενείς και φίλους, το 0,1% διέμεινε σε καταλύματα έκτακτης ανάγκης ή σε προσωρινά καταλύματα, το 0,2% διέμεινε σε μέρος (καλύβα, παράγκα κ.ά.) που δεν προορίζεται για μόνιμη κατοικία και το 0,04% κοιμήθηκε στον δρόμο ή σε δημόσιο χώρο.
Οι οικονομικές δυσκολίες αναφέρονται ως κυριότερος λόγος από το 51,9% πληθυσμού 16 ετών και άνω που έχει βιώσει, χωρίς να το θέλει, δυσκολίες στέγασης και ακολουθεί η ανεργία (18,1%). Η εύρεση εργασίας επέτρεψε/βοήθησε το 45,9% του πληθυσμού 16 ετών και άνω που έχει βιώσει, χωρίς να το θέλει, δυσκολίες στέγασης να μετακομίσει σε μόνιμη κατοικία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου