Η ρευστότητα στο Βερολίνο μετά τις εκλογές λειτουργεί στην Αθήνα ως «μαγνήτης» για ανακατατάξεις στις πολιτικές ισορροπίες, τις οποίες σπεύδουν να εκμεταλλευτούν οι «πρόθυμοι»
Εκτός από τα ψελλίσματα του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΙΝ.ΑΛ. που -περισσότερο από υποχρεωτική κομματική χαρά- σχολίασαν την επικράτηση των Σοσιαλδημοκρατών, οι εκλογές στη Γερμανία δεν είχαν κάποιον άμεσο αντίκτυπο στα ελληνικά πολιτικά πράγματα. Ο δρόμος έως τον σχηματισμό... της νέας κυβέρνησης στο Βερολίνο άλλωστε είναι μακρύς. Ωστόσο, αυτό που ήδη ξεκίνησε στην Αθήνα είναι οι ασκήσεις προσομοίωσης για τις επόμενες εκλογές στη χώρα μας, και η βασική αφορμή δεν είναι άλλη από την απλή αναλογική…
Από τον Ανδρέα Καψαμπέλη
Μάλιστα, φαίνεται ότι η ρευστότητα και οι ανατροπές που παρατηρήθηκαν στη Γερμανία λειτουργούν ως «μαγνήτης» για ανακατατάξεις στις εγχώριες πολιτικές ισορροπίες και συμμαχίες που ορισμένοι εκτιμούν ότι μπορεί να επιφέρουν και εκπλήξεις πρώτου μεγέθους. Δεν θεωρείται τυχαίο ότι ύστερα από ένα σχετικά μακρύ διάστημα σιωπής, ο πρώτος που σχολίασε το γερμανικό αποτέλεσμα σε άμεση σύγκριση με τα καθ’ ημάς ήταν ο Ευάγγελος Βενιζέλος.
Και προς απορία πολλών, αυτή ήταν η πρώτη φορά που εμφανίστηκε ευθέως αιχμηρός προς τον Κυριάκο Μητσοτάκη, τον οποίο, επί της ουσίας, προειδοποίησε (ή και «απείλησε»;) ότι κινδυνεύει να έχει την τύχη του κόμματος της κ. Μέρκελ. Και για όσους έκριναν την παρέμβαση αυτή ως συγκυριακή, ακολούθησε μια δεύτερη, με την οποία δίνει μεν «θερμά συγχαρητήρια» στον πρωθυπουργό για την ελληνογαλλική συμφωνία, την οποία όμως ταυτόχρονα αποδομεί αριστοτεχνικά, επισημαίνοντας ότι η αναφορά σε «επικράτεια», στο άρθρο 2 για τη ρήτρα αμοιβαίας αμυντικής συνδρομής, δεν καλύπτει την ελληνική υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ από τις τουρκικές παραβιάσεις…
Όχι, ο πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ (ο οποίος, ειρήσθω εν παρόδω, αισιοδοξεί ότι το αποτέλεσμα των επικείμενων εσωκομματικών εκλογών στο ΚΙΝ.ΑΛ. θα του επιτρέψει να επανέλθει στη Βουλή) δεν άλλαξε «στρατόπεδο». Τουλάχιστον όχι προς το παρόν. Αξιοποιώντας ως… θεόσταλτη την ευκαιρία των γερμανικών εκλογών και τα πάνω κάτω που έχουν καταγραφεί έως τώρα, ανέλαβε να στείλει και δημοσίως «μηνύματα» (εις διπλούν) προς τον κ. Μητσοτάκη.
Για την αποκωδικοποίηση των «μηνυμάτων» αυτών, οι πιο υποψιασμένοι ανατρέχουν στη συνέντευξη που είχε δώσει (στα «Νέα») λίγες ώρες νωρίτερα ο Αντ. Σαμαράς. Ο πρώην πρωθυπουργός -στην κυβέρνηση του οποίου ο κ. Βενιζέλος θήτευσε ως αντιπρόεδρος- αμφισβήτησε μεν βασικές επιλογές του κ. Μητσοτάκη, από τα εθνικά θέματα και τη ΔΕΗ έως τον ανασχηματισμό και τη μετάλλαξη της Ν.Δ. σε νέο Ποτάμι – αλλά, για τους γνωρίζοντες, το μεγαλύτερο ενδιαφέρον υπήρχε στην τελευταία του απάντηση για τη «σκευωρία Novartis», δείχνοντας να δυσανασχετεί με τις καθυστερήσεις που υπάρχουν και όσα «δεν έχουν συμβεί» ακόμη…
Ο Αντώνης Σαμαράς και ο Ευάγγελος Βενιζέλος σε… ύπουλα παιχνίδια
Ταυτόχρονα πυρά
Έτσι, μέσα σε λίγα εικοσιτετράωρα σημειώθηκε το φαινομενικά παράδοξο να εξαπολύουν πυρά κατά του κ. Μητσοτάκη ταυτόχρονα οι δύο πρώην κυβερνητικοί εταίροι, αλλά από εντελώς αντίθετες κατευθύνσεις. Εκ «δεξιών» ο ένας, από το «κέντρο» ο άλλος. Μπορεί να έχουν βέβαια διαφορετικές καταβολές, αλλά το διακύβευμά τους εν προκειμένω είναι κοινό.
Όπως αναφέρουν οι πληροφορίες μας, στις συναντήσεις και τα γεύματά τους -μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας- οι κύριοι Σαμαράς και Βενιζέλος διαβλέπουν μια διαρκή «απροθυμία» του κ. Μητσοτάκη να τους δικαιώσει, διασώζοντας και την υστεροφημία τους, σε ό,τι αφορά την επονομαζόμενη «σκευωρία Novartis». Φέρονται επίσης να θεωρούν ότι, εκτός των άλλων, το κάνει διότι θέλει να μην γκρεμιστούν εντελώς οι πολιτικές γέφυρες με τον κ. Τσίπρα, εν όψει πιθανών μετεκλογικών ανασυνθέσεων.
Με αυτό το φόντο, οι γερμανικές εκλογές έδωσαν επίκαιρο χαρακτήρα στις διεργασίες για το μελλοντικό σκηνικό και στη χώρα μας. Μάλιστα, εκτός από την αριθμητική πτυχή, το πάθημα είναι κατ’ εξοχήν πολιτικό για το CDU. Η διακυβέρνηση Μέρκελ, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, μόνο θετικούς δείκτες είχε για τη Γερμανία, σε όλα τα επίπεδα. Ακόμη και το μεταναστευτικό έχει πάψει να θεωρείται πρόβλημα. Ωστόσο οι Χριστιανοδημοκράτες γνώρισαν ιστορική πτώση των εκλογικών ποσοστών τους, χωρίς ακόμη να έχουν βρει τις αιτίες.
Αυτό το πάθημα, σε συνδυασμό με το εκλογικό σύστημα, φαίνεται ότι στα παρασκήνια αντιμετωπίζεται ως ένα πολύ καλό μάθημα που χρειάζεται να μελετηθεί και στην Ελλάδα. Οι επόμενες εκλογές θα γίνουν υποχρεωτικά με την απλή αναλογική, αλλά η βούληση του κ. Μητσοτάκη να προκαλέσει αμέσως επαναληπτικές για να διεκδικήσει πάλι την αυτοδυναμία συναντά αρκετούς σκοπέλους. Ακόμη κι αν είναι πρώτο κόμμα η Ν.Δ., αυτό δεν σημαίνει ότι -ανάλογα με τα ποσοστά- δεν θα μπορεί να σχηματιστεί κυβέρνηση χωρίς αυτήν.
Δεν στερείται πολιτικής και πρακτικής σημασίας η προειδοποίηση Βενιζέλου ότι ο κίνδυνος ολοκληρωτικής εξαφάνισης των μικρότερων κομμάτων από τις μυλόπετρες της πόλωσης θα τα οδηγήσει στην αναζήτηση κάθε πιθανής συνεργασίας («ακόμη και με τον διάβολο», όπως λέγεται χαρακτηριστικά σε αυτές τις περιπτώσεις), προκειμένου να αποφευχθούν οι δεύτερες εκλογές. Και με δεδομένο ότι ο ισχυρός έτερος πόλος είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, αυτός μπορεί να είναι και ο κορμός της επόμενης κυβέρνησης.
Το παράδειγμα της Γερμανίας και η απλή αναλογική
Πρόσφατα η «κυριακάτικη δημοκρατία» είχε αποκαλύψει τις κρυφές διαδρομές που ήδη συντελούνται μεταξύ ηγετικών στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ, του ΚΙΝ.ΑΛ. και του ΜέΡΑ25 προς την κατεύθυνση αυτή και που πρόκειται να πυκνώσουν στην πορεία προς τις επόμενες κάλπες. Η Γερμανία λειτουργεί, και πάλι εν προκειμένω, ως παράδειγμα. Καθώς ισχύει η ατόφια και εντελώς αντιπροσωπευτική απλή αναλογική, ο Άρμιν Λάσετ θα μπορούσε να σχηματίσει κυβέρνηση με τους Φιλελεύθερους και τους Πράσινους, οι οποίοι άλλωστε ιδεολογικά βρίσκονται πιο κοντά στη Χριστιανική Ένωση.
Το σοβαρότερο εμπόδιο για να συμβεί αυτό δεν είναι οι αριθμοί, αλλά το γεγονός ότι η γερμανική κοινή γνώμη (όπως καταδεικνύουν όλα τα ποιοτικά στοιχεία των exit polls) τον κρίνει ως πρόσωπο φθαρμένο και ακατάλληλο για διάδοχο της κ. Μέρκελ, σε αντίθεση με τον επικεφαλής του SPD Όλαφ Σολτς, που η πλειοψηφία των Γερμανών θεωρεί ότι δικαιούται να είναι ο επόμενος καγκελάριος, επικεφαλής μιας κυβέρνησης συνεργασίας με τα δύο μικρότερα κεντροδεξιά κόμματα. Τον λεγόμενο συνασπισμό «Τζαμάικα», με Μαύρο για τους Χριστιανοδημοκράτες, Πράσινο και Κίτρινο.
Εν Ελλάδι, αυτό που ψιθυρίζεται παρασκηνιακώς το εξέφρασε δημοσίως τη Δευτέρα ο κ. Βενιζέλος (προ)καλώντας τον πρωθυπουργό «να επανεξετάσει τη στρατηγική της αυτοδυναμίας», η οποία μπορεί να τον οδηγήσει σε αδιέξοδο και, αντί να του εξασφαλίσει μια δεύτερη τετραετία, να υποχρεωθεί σε πρόωρη πολιτική συνταξιοδότηση. Το ζητούμενο που ανακύπτει βέβαια είναι με ποιους συμμάχους θα μπορούσε να συγκροτήσει ο κ. Μητσοτάκης -εφόσον παραιτηθεί από την ονείρωξη της αυτοδυναμίας- τη δική του «Τζαμάικα».
Εκτός κι αν ο κ. Βενιζέλος κατά βάθος υπονοεί ότι με την τακτική του ο κ. Μητσοτάκης ωθεί στην πραγματικότητα τα πράγματα σε έναν «μεγάλο συνασπισμό» σαν αυτόν που είχε τις δύο προηγούμενες τετραετίες η Γερμανία…
Ταυτόχρονα πυρά
Έτσι, μέσα σε λίγα εικοσιτετράωρα σημειώθηκε το φαινομενικά παράδοξο να εξαπολύουν πυρά κατά του κ. Μητσοτάκη ταυτόχρονα οι δύο πρώην κυβερνητικοί εταίροι, αλλά από εντελώς αντίθετες κατευθύνσεις. Εκ «δεξιών» ο ένας, από το «κέντρο» ο άλλος. Μπορεί να έχουν βέβαια διαφορετικές καταβολές, αλλά το διακύβευμά τους εν προκειμένω είναι κοινό.
Όπως αναφέρουν οι πληροφορίες μας, στις συναντήσεις και τα γεύματά τους -μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας- οι κύριοι Σαμαράς και Βενιζέλος διαβλέπουν μια διαρκή «απροθυμία» του κ. Μητσοτάκη να τους δικαιώσει, διασώζοντας και την υστεροφημία τους, σε ό,τι αφορά την επονομαζόμενη «σκευωρία Novartis». Φέρονται επίσης να θεωρούν ότι, εκτός των άλλων, το κάνει διότι θέλει να μην γκρεμιστούν εντελώς οι πολιτικές γέφυρες με τον κ. Τσίπρα, εν όψει πιθανών μετεκλογικών ανασυνθέσεων.
Με αυτό το φόντο, οι γερμανικές εκλογές έδωσαν επίκαιρο χαρακτήρα στις διεργασίες για το μελλοντικό σκηνικό και στη χώρα μας. Μάλιστα, εκτός από την αριθμητική πτυχή, το πάθημα είναι κατ’ εξοχήν πολιτικό για το CDU. Η διακυβέρνηση Μέρκελ, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, μόνο θετικούς δείκτες είχε για τη Γερμανία, σε όλα τα επίπεδα. Ακόμη και το μεταναστευτικό έχει πάψει να θεωρείται πρόβλημα. Ωστόσο οι Χριστιανοδημοκράτες γνώρισαν ιστορική πτώση των εκλογικών ποσοστών τους, χωρίς ακόμη να έχουν βρει τις αιτίες.
Αυτό το πάθημα, σε συνδυασμό με το εκλογικό σύστημα, φαίνεται ότι στα παρασκήνια αντιμετωπίζεται ως ένα πολύ καλό μάθημα που χρειάζεται να μελετηθεί και στην Ελλάδα. Οι επόμενες εκλογές θα γίνουν υποχρεωτικά με την απλή αναλογική, αλλά η βούληση του κ. Μητσοτάκη να προκαλέσει αμέσως επαναληπτικές για να διεκδικήσει πάλι την αυτοδυναμία συναντά αρκετούς σκοπέλους. Ακόμη κι αν είναι πρώτο κόμμα η Ν.Δ., αυτό δεν σημαίνει ότι -ανάλογα με τα ποσοστά- δεν θα μπορεί να σχηματιστεί κυβέρνηση χωρίς αυτήν.
Δεν στερείται πολιτικής και πρακτικής σημασίας η προειδοποίηση Βενιζέλου ότι ο κίνδυνος ολοκληρωτικής εξαφάνισης των μικρότερων κομμάτων από τις μυλόπετρες της πόλωσης θα τα οδηγήσει στην αναζήτηση κάθε πιθανής συνεργασίας («ακόμη και με τον διάβολο», όπως λέγεται χαρακτηριστικά σε αυτές τις περιπτώσεις), προκειμένου να αποφευχθούν οι δεύτερες εκλογές. Και με δεδομένο ότι ο ισχυρός έτερος πόλος είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, αυτός μπορεί να είναι και ο κορμός της επόμενης κυβέρνησης.
Το παράδειγμα της Γερμανίας και η απλή αναλογική
Πρόσφατα η «κυριακάτικη δημοκρατία» είχε αποκαλύψει τις κρυφές διαδρομές που ήδη συντελούνται μεταξύ ηγετικών στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ, του ΚΙΝ.ΑΛ. και του ΜέΡΑ25 προς την κατεύθυνση αυτή και που πρόκειται να πυκνώσουν στην πορεία προς τις επόμενες κάλπες. Η Γερμανία λειτουργεί, και πάλι εν προκειμένω, ως παράδειγμα. Καθώς ισχύει η ατόφια και εντελώς αντιπροσωπευτική απλή αναλογική, ο Άρμιν Λάσετ θα μπορούσε να σχηματίσει κυβέρνηση με τους Φιλελεύθερους και τους Πράσινους, οι οποίοι άλλωστε ιδεολογικά βρίσκονται πιο κοντά στη Χριστιανική Ένωση.
Το σοβαρότερο εμπόδιο για να συμβεί αυτό δεν είναι οι αριθμοί, αλλά το γεγονός ότι η γερμανική κοινή γνώμη (όπως καταδεικνύουν όλα τα ποιοτικά στοιχεία των exit polls) τον κρίνει ως πρόσωπο φθαρμένο και ακατάλληλο για διάδοχο της κ. Μέρκελ, σε αντίθεση με τον επικεφαλής του SPD Όλαφ Σολτς, που η πλειοψηφία των Γερμανών θεωρεί ότι δικαιούται να είναι ο επόμενος καγκελάριος, επικεφαλής μιας κυβέρνησης συνεργασίας με τα δύο μικρότερα κεντροδεξιά κόμματα. Τον λεγόμενο συνασπισμό «Τζαμάικα», με Μαύρο για τους Χριστιανοδημοκράτες, Πράσινο και Κίτρινο.
Εν Ελλάδι, αυτό που ψιθυρίζεται παρασκηνιακώς το εξέφρασε δημοσίως τη Δευτέρα ο κ. Βενιζέλος (προ)καλώντας τον πρωθυπουργό «να επανεξετάσει τη στρατηγική της αυτοδυναμίας», η οποία μπορεί να τον οδηγήσει σε αδιέξοδο και, αντί να του εξασφαλίσει μια δεύτερη τετραετία, να υποχρεωθεί σε πρόωρη πολιτική συνταξιοδότηση. Το ζητούμενο που ανακύπτει βέβαια είναι με ποιους συμμάχους θα μπορούσε να συγκροτήσει ο κ. Μητσοτάκης -εφόσον παραιτηθεί από την ονείρωξη της αυτοδυναμίας- τη δική του «Τζαμάικα».
Εκτός κι αν ο κ. Βενιζέλος κατά βάθος υπονοεί ότι με την τακτική του ο κ. Μητσοτάκης ωθεί στην πραγματικότητα τα πράγματα σε έναν «μεγάλο συνασπισμό» σαν αυτόν που είχε τις δύο προηγούμενες τετραετίες η Γερμανία…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου