Με ένα εκτενές δημοσίευμα, η ισπανική ηλεκτρονική εφημερίδα elDiario.es κάνει αναφορά στο σκάνδαλο των υποκλοπών στην Ελλάδα, εστιάζοντας στις παραλείψεις του πορίσματος του Αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αχιλλέα Ζήση και στους χειρισμούς της κυβέρνησης Μητσοτάκη από το 2022 και μετά, προκειμένου να μην ριχθεί φως στην υπόθεση...
Το δημοσίευμα ξεκινά με την υπόθεση του δημοσιογράφου Θανάση Κουκάκη που λειτούργησε σαν τον ασκό του Αιόλου στις αποκαλύψεις για το Predator. Η εφημερίδα αναφέρει πως «στις αρχές του 2022, ο Έλληνας δημοσιογράφος Θανάσης Κουκάκης παρατήρησε ότι το κινητό του δεν λειτουργούσε σωστά. Ο Κουκάκης, ο οποίος ασχολείται κυρίως με θέματα διαφθοράς και ξεπλύματος χρήματος στον τραπεζικό τομέα, αντί να το αλλάξει, αποφάσισε να στείλει τη συσκευή στο Citizen Lab του Πανεπιστημίου του Τορόντο, το οποίο ερευνά ψηφιακές απειλές κατά μελών της κοινωνίας των πολιτών. Τα αποτελέσματα ήταν συντριπτικά: το κινητό ήταν μολυσμένο με το λογισμικό κατασκοπείας Predator».
Το δημοσίευμα συνεχίζει αναφέροντας πως το σκάνδαλο πήρε διαστάσεις και προβλήθηκε και από τα διεθνή μέσα ενημέρωσης όταν, λίγους μήνες αργότερα, οι υπηρεσίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σε έναν τακτικό έλεγχο, ενημέρωσαν τον Νίκο Ανδρουλάκη, τότε ευρωβουλευτή και πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ, ότι και στο δικό του κινητό βρέθηκαν ίχνη του Predator.
«Αυτό ήταν η αρχή ενός από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα που έχει πλήξει την κυβέρνηση του Έλληνα πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη. Οι παρακολουθήσεις έγιναν με δύο τρόπους: μέσω της "νόμιμης" οδού, όπως υποστηρίζει η κυβέρνηση όλους αυτούς τους μήνες, και μέσω του Predator, κάτι που η κυβέρνηση και η Ελληνική Υπηρεσία Πληροφοριών (ΕΥΠ) έχουν αρνηθεί συστηματικά ότι έχει συμβεί», αναφέρει η elDiario.es.
Κατά την ισπανική ιστοσελίδα, το Predator έφτασε στην Ελλάδα από την Κύπρο, μέσω της Cytrox (μιας εταιρείας παρακολούθησης του ομίλου Intellexa με έδρα την Ελλάδα) και δύο επιχειρηματιών που ήταν πολύ κοντά στον Μητσοτάκη, τον Γιάννη Λαβράνο και τον Φέλιξ Μπίτζιο. «Τυχαίνει ο Κουκάκης να είχε ερευνήσει αυτές τις δύο προσωπικότητες στο παρελθόν», αναφέρει το δημοσίευμα.
Σε σχέση με τις δυνατότητες του Predator τονίζει πως η Διεθνής Αμνηστία χαρακτηρίζει το λογισμικό αυτό ως «εξαιρετικά επεμβατικό» και ότι «μόλις εισχωρήσει σε μια συσκευή, έχει απεριόριστη πρόσβαση στο μικρόφωνο και την κάμερα, καθώς και σε όλα τα δεδομένα της, όπως επαφές, μηνύματα, φωτογραφίες και βίντεο, χωρίς την παραμικρή γνώση του χρήστη».
Επιπλέον, όπως εξηγεί η Πλατφόρμα για την Ασφάλεια των Δημοσιογράφων του Συμβουλίου της Ευρώπης, το Predator «επιτρέπει την καταγραφή των γραπτών μηνυμάτων που αποστέλλονται ή λαμβάνονται, ακόμη και μέσω κρυπτογραφημένων εφαρμογών όπως το WhatsApp και το Telegram, καθώς και των τηλεφωνικών κλήσεων που πραγματοποιούνται μέσω κρυπτογραφημένων εφαρμογών».
Στο σημείο αυτό το δημοσίευμα αναφέρει πως εκτός από τον Κουκάκη και τον Ανδρουλάκη, η ΕΥΠ φέρεται να κατασκόπευε άλλους δημοσιογράφους, όπως τον Σταύρο Μαλιχούδη, ο οποίος ειδικεύεται στο μεταναστευτικό ρεπορτάζ, ενώ στους φερόμενους ως στόχους συγκαταλέγει και τον Κώστα Βαξεβάνη, διευθυντή της εφημερίδας Documento, ο οποίος δημοσίευσε τη λίστα Λαγκάρντ με τα ονόματα περισσότερων από δύο χιλιάδες Ελλήνων φοροφυγάδων. Επίσης, έχει γίνει γνωστό ότι κατασκοπεύονταν ακόμη και πολιτικοί του κυβερνώντος κόμματος, όπως ο Νίκος Δένδιας, που τότε ήταν υπουργός Εξωτερικών, ή ο πρώην πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς.
«Τον Αύγουστο του 2022, υπό την πίεση των αποδεικτικών στοιχείων, ο Παναγιώτης Κοντολέων –τότε υπεύθυνος της ΕΥΠ– και ο Γρηγόρης Δημητριάδης –ανιψιός του πρωθυπουργού Μητσοτάκη και επόπτης των υπηρεσιών Πληροφοριών– αναγκάστηκαν να παραιτηθούν. Και οι δύο έχουν διαβεβαιώσει τους δικαστές ότι η ΕΥΠ δεν χρησιμοποίησε ποτέ το Predator και ότι, εάν υπήρξαν παρακολουθήσεις, αυτές έγιναν πάντα για λόγους "εθνικής ασφάλειας" και με βάση το νόμο, ενώ παραδέχθηκαν πως είχαν δοθεί από το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών οι απαραίτητες άδειες στην Intellexa για την πώληση του Predator στη Μαδαγασκάρη και το Σουδάν», συνεχίζει το δημοσίευμα.
Το Ανώτατο Δικαστήριο αθωώνει την κυβέρνηση
Η elDiario αναφέρει πως «παρά τα σαφή στοιχεία για τη χρήση του Predator στα τηλέφωνα δημοσιογράφων και πολιτικών, στις αρχές Αυγούστου, ο Άρειος Πάγος, μετά από μια πολύ αμφιλεγόμενη δικαστική διαδικασία, αποφάσισε ότι με βάση τα άφθονα στοιχεία, συνάγεται αναμφισβήτητα ότι καμία κυβερνητική υπηρεσία, και συγκεκριμένα η ΕΥΠ, η Αντιτρομοκρατική Υπηρεσία και γενικά η Ελληνική Αστυνομία ή οποιοσδήποτε κυβερνητικός αξιωματούχος, δεν ήταν εμπλεκόμενος με το λογισμικό κατασκοπείας Predator ή οποιοδήποτε άλλο παρόμοιο λογισμικό».
Όπως σημειώνεται, «όλα τα μέλη της κυβέρνησης Μητσοτάκη απαλλάχθηκαν από κάθε ευθύνη για την υπόθεση και τελικά, μόνον ορισμένοι εκπρόσωποι των εταιρειών που εμπορεύονταν το λογισμικό θα παραπεμφθούν σε δίκη». Ακόμη, υπενθυμίζεται πως αν και συστάθηκε –κατόπιν αιτήματος των κομμάτων της αντιπολίτευσης– κοινοβουλευτική επιτροπή έρευνας του σκανδάλου, παράλληλα με τη δικαστική διαδικασία, για να εξετασθεί στην ουσία της η υπόθεση, τα συμπεράσματα της επιτροπής ήταν ουσιαστικά ανύπαρκτα, ενώ οι προσπάθειες για την έναρξη μιας νέας κοινοβουλευτικής έρευνας δεν ευοδώθηκαν.
«Κατά τη διάρκεια αυτών των μηνών, η κυβέρνηση επικαλέστηκε λόγους εθνικής ασφάλειας και εμπιστευτικότητας για να μην συνεργαστεί. Επιπλέον, η δικαστική διαδικασία ήταν γεμάτη παραλείψεις, όπως κατήγγειλαν τα κόμματα της αντιπολίτευσης και διάφορες οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών», αναφέρει η ισπανική εφημερίδα.
«Στην ουσία, δεν υπήρξε ποτέ πραγματική έρευνα από τη δικαιοσύνη. Οι μόνοι που ερεύνησαν ήταν οι δημοσιογράφοι. Η επιτροπή που συστάθηκε για να διερευνήσει την υπόθεση ελεγχόταν από την κυβέρνηση. Ο εισαγγελέας, ο οποίος είχε την ευθύνη του ελέγχου της διαδικασίας, διορίζεται επίσης από την κυβέρνηση. Η έκθεση που εκδόθηκε καλύπτει τους υπεύθυνους, τόσο τους πολιτικούς όσο και τους επιχειρηματίες», δήλωσε στην elDiario ο πρώην ευρωβουλευτής και δημοσιογράφος, Στέλιος Κούλογλου.
«Τώρα έχουμε δύο σκάνδαλα: αυτό των παρακολουθήσεων και αυτό της συγκάλυψης της υπόθεσης. Τώρα το μόνο που απομένει είναι να απευθυνθούμε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, στο Στρασβούργο», ανέφερε ο δημοσιογράφος Θανάσης Κουκάκης, ο πρώτος που αποκάλυψε την υπόθεση: «Όλοι οι εμπλεκόμενοι θα καταθέσουμε προσφυγή στο Στρασβούργο και θα αποδείξουμε ότι δεν υπήρξε δίκαιη δικαστική διαδικασία», δήλωσε στην εφημερίδα.
Ο Κουκάκης είναι σαφής σχετικά με το πώς διεξήχθη η δικαστική διερεύνηση: «Το ότι η δικαιοσύνη δεν λειτουργεί σωστά σε αυτό το υψηλό επίπεδο και ότι οι πράξεις των δικαστών και εισαγγελέων του Ανώτατου Δικαστηρίου βρίσκονται εντός του πλαισίου του πολιτικού συμφέροντος, είναι εξαιρετικά επιζήμιο για το κράτος δικαίου, διότι τότε η δικαιοσύνη εξαφανίζεται».
Ο δημοσιογράφος υπογράμμισε στην elDiario.es.ορισμένα σημεία που είναι απαραίτητα για την κατανόηση της υπόθεσης. «Στον έλεγχο της έρευνας που διεξήγαγε ο αναπληρωτής εισαγγελέας του Ανώτατου Δικαστηρίου αναγνωρίζεται ότι το 30% των ατόμων που επιχειρήθηκε να κατασκοπευθούν με το Predator είχαν επίσης κατασκοπευθεί με τις συμβατικές μεθόδους της ελληνικής υπηρεσίας πληροφοριών, γεγονός που δείχνει ότι υπήρχαν παράλληλες παρακολουθήσεις. Ωστόσο, τα συμπεράσματα του πορίσματος είναι ότι δεν υπήρξε καμία συσχέτιση μεταξύ της χρήσης του Predator και των άλλων παρακολουθήσεων που πραγματοποιήθηκαν, ότι πρόκειται δηλαδή για σύμπτωση».
Επιπλέον, υπάρχει το θέμα της διάρκειας της διερεύνησης της υπόθεσης: «Η προκαταρκτική έρευνα διήρκεσε 26 μήνες, ενώ το κανονικό είναι να διαρκεί από έξι έως εννέα μήνες. Η προκαταρκτική έρευνα πραγματοποιήθηκε από δύο εισαγγελείς πρωτοδικών και, όταν αυτοί ήταν έτοιμοι να απαγγείλουν κατηγορίες στους υπεύθυνους του σκανδάλου, τότε απομακρύνθηκαν από την υπόθεση», υπογραμμίζει. Τέλος, ο Κουκάκης ανέφερε πως από όλα τα άτομα που αποτελούσαν μέρος αυτής της πλεκτάνης, μόνο οι υπεύθυνοι των εταιρειών που δημιούργησαν και διένειμαν το λογισμικό παρακολούθησης βρέθηκαν κατηγορούμενοι, αλλά «για ένα μικρότερο αδίκημα, αυτό της παραβίασης της ασφαλείας των τηλεπικοινωνιών, και σε καμία περίπτωση για κατασκοπεία ή διαχείριση κρατικών μυστικών». Όπως εξήγησε, αυτό συνεπάγεται πολύ μικρότερες ποινές φυλάκισης.
Σύμφωνα με την elDiario.es. η αρχειοθέτηση της υπόθεσης των παρακολουθήσεων της ΕΥΠ με το Predator συνέπεσε χρονικά με την αθώωση των δύο μοναδικών κατηγορουμένων για τη δολοφονία του δημοσιογράφου Γιώργου Καραϊβάζ τον Απρίλιο του 2021. Η δικαιοσύνη έκρινε ότι τα αποδεικτικά στοιχεία που παρουσιάστηκαν για τους κατηγορούμενους ήταν ανεπαρκή.
Η δολοφονία του Καραϊβάζ, γνωστού για την έρευνα του στις συνδέσεις του οργανωμένου εγκλήματος, αποτέλεσε ένα σημαντικό σημείο καμπής. Τον δημοσιογράφο τον σκότωσαν μπροστά στο σπίτι του, με πέντε πυροβολισμούς στην πλάτη. Αν και τον Απρίλιο του 2023 συνελήφθησαν δύο άτομα που φέρονται ως οι δράστες του εγκλήματος (οι οποίοι έχουν πλέον αφεθεί ελεύθεροι), δεν είναι ακόμη γνωστό ποιος διέταξε τη δολοφονία.
«Κατά τη διάρκεια όλων αυτών των ετών έχουμε παρατηρήσει μια στασιμότητα της ελευθερίας του Τύπου και έλλειψη δικαιοσύνης για τα εγκλήματα που διαπράττονται κατά των δημοσιογράφων στην Ελλάδα. Εκτός από τα δομικά προβλήματα, όπως η έλλειψη ανεξαρτησίας των δημόσιων μέσων ενημέρωσης, οι παρεμβάσεις και η επέμβαση των ιδιοκτητών στην ανεξαρτησία των ιδιωτικών μέσων, μεταξύ άλλων, υπάρχουν επίσης καταχρηστικές αγωγές κατά των δημοσιογράφων, οι οποίες επιτρέπονται από την ελληνική νομοθεσία», δηλώνει στην elDiario.es ο Pavol Szalai, διευθυντής των Δημοσιογράφων Χωρίς Σύνορα (ΔΧΣ) για την Ευρώπη και τα Βαλκάνια, ο οποίος είναι πολύ επικριτικός προς τις πολιτικές του Κυριάκου Μητσοτάκη.
«Οι επιθέσεις στους δημοσιογράφους δεν περιορίζονται μόνο σε όσους είναι επικριτικοί προς την κυβέρνηση. Είναι προφανές ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν θεωρεί την ελευθερία του Τύπου προτεραιότητα και έχει κάνει μόνο μερικές παραχωρήσεις και έχει λάβει ορισμένα επιφανειακά μέτρα», προσθέτει. Οι ΔΧΣ, καθώς και άλλες οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, εδώ και χρόνια προειδοποιούν για την υποβάθμιση της ελευθερίας του Τύπου στην Ελλάδα.
Στην έκθεση των ΔΧΣ για το 2024, η Ελλάδα κατατάσσεται, για τρίτη συνεχή χρονιά, στην τελευταία θέση όσον αφορά την ελευθερία του Τύπου στην ΕΕ. Σε επιστολή της 1ης Αυγούστου, μαζί με άλλες 13 διεθνείς οργανώσεις, η οργάνωση εκφράζει τον προβληματισμό της για «μια ανησυχητική πραγματικότητα που βιώνουν οι δημοσιογράφοι, οι ακτιβιστές και οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών και για την υποβάθμιση του κράτους δικαίου στη χώρα».
Στις 24 Ιουλίου, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσίευσε την Έκθεση για το Κράτος Δικαίου του 2024, στην οποία αναγνωρίζει προβλήματα με την ανεξαρτησία των δημόσιων μέσων ενημέρωσης, την πρόσβαση στην πληροφορία, τη διαρκή απειλή για την ασφάλεια των δημοσιογράφων και τις πιθανές κατασταλτικές επιπτώσεις των στρατηγικών αγωγών (SLAPP) και την παρενόχληση σε βάρος δημοσιογράφων ακόμη και από πολιτικούς.
Ωστόσο, σύμφωνα με τους Δημοσιογράφους Χωρίς Σύνορα και τον Θανάση Κουκάκη, η έκθεση της Κομισιόν είναι μεροληπτική και δεν αποτυπώνει τη σοβαρότητα του προβλήματος που υπάρχει στη χώρα. «Η επερχόμενη Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα πρέπει να υιοθετήσει μια πιο αυστηρή στάση στην υπεράσπιση της δέσμευσής της για τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις δημοκρατικές αξίες στα κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένης της δημόσιας καταδίκης συγκεκριμένων περιπτώσεων περιορισμών στην ελευθερία του Τύπου, καταστολής της κοινωνίας των πολιτών ή παραβιάσεων του κράτους δικαίου», υποστηρίζουν οι ΔΧΣ...
ΑΥΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου