Κυριακή, Σεπτεμβρίου 08, 2024

Οι «μνηστήρες» της Ηρώδου Αττικού - Τι συμβαίνει με τον Δένδια, οι άλλοι υποψήφιοι Στο μυαλό του Κ. Μητσοτάκη για τον επόμενο Πρόεδρο της Δημοκρατίας και τα πολιτικά του σχέδια.





Eurokinissi

 


Γράφει η Έλλη Τριανταφύλλου
 


Στη συνέντευξη που θα παραχωρήσει την Κυριακή στο πλαίσιο της ΔΕΘ ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης, προφανώς θα ερωτηθεί και προφανέστατα θα χαρακτηρίσει πρόωρη τη συζήτηση για τον επόμενο ένοικο της Προεδρίας της Δημοκρατίας και θα την κλείσει χωρίς να ανοίξει τα χαρτιά του. Η κουβέντα ωστόσο, έχει ήδη ανοίξει διάπλατα στο εσωτερικό της κυβερνητικής παράταξης, με τους γαλάζιους βουλευτές να εκφράζουν τις δικές τους προβλέψεις και εκτιμήσεις για τα υπέρ και τα κατά των σεναρίων που έχουν μέχρι στιγμής δει το φως της δημοσιότητας.

Τα πάντα βεβαίως, εκκινούν από την παραδοχή ότι ο Κ. Μητσοτάκης δεν θα ανανεώσει τη θητεία της νυν προέδρου της Δημοκρατίας Κατ. Σακελλαροπούλου, η οποία, μετά την παρουσία της στην παρέα που μαζεύτηκε σε γνωστό μπαρ της πόλης για να εορτάσει την υπερψήφιση του νομοσχεδίου για τον γάμο μεταξύ ομόφυλων ζευγαριών που δίχασε την κοινωνία και σίγουρα τη ΝΔ, είναι «κόκκινο πανί» για μια σημαντική μερίδα γαλάζιων βουλευτών που έχουν ήδη διαμηνύσει ότι δεν θα στηρίξουν τυχόν νέα υποψηφιότητά της.


Το τελευταίο σενάριο που κυκλοφόρησε με ταυτόχρονη διαρροή σε δύο φιλοκυβερνητικά μέσα, έφερε τον πρωθυπουργό να βολιδοσκοπεί σοβαρά το ενδεχόμενο να προτείνει τον νυν υπουργό Αμυνας Ν. Δένδια για την προεδρία της Δημοκρατίας, με το σκεπτικό ότι είναι ένα πρόσωπο που θα τύχει της καθολικής στήριξης της κοινοβουλευτικής ομάδας της ΝΔ και ταυτοχρόνως διαθέτει ισχυρά προσωπικά ερείσματα σε πολλά ξένα ισχυρά κέντρα εξουσίας. Ενδεχομένως, δε θα μπορούσε να διασφαλίσει και τη στήριξη κομμάτων της αντιπολίτευσης. Ο ίδιος ο κ. Δένδιας απέφυγε καθ οιονδήποτε τρόπο να εμπλακεί στη σχετική συζήτηση, ενώ ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Π. Μαρινάκης διέψευσε ότι έχει γίνει πρόταση στον υπουργό Αμυνας.

Στο ενδοκυβερνητικό και ενδοκομματικό παρασκήνιο, ωστόσο, κυκλοφορούν εκτιμήσεις αλλά και πληροφορίες τις οποίες φέρονται να διακινούν γαλάζια στελέχη και που σε μεγάλο βαθμό είναι αντικρουόμενες μεταξύ τους. Για παράδειγμα, κάποιες πηγές επιμένουν ότι έχει ήδη γίνει μία άτυπη βολιδοσκόπηση στον κ. Δένδια και ότι η καταρχήν αντίδρασή του δεν είναι αρνητική. Στον αντίποδα, άλλοι βουλευτές στοιχηματίζουν ότι αν του προταθεί, η απάντηση θα είναι αρνητική, διότι ο υπουργός Αμυνας δεν θα αποδεχθεί τυχόν πρόταση για διαδοχή της κ. Σακελλαροπούλου, διότι αν και ιδιαιτέρως τιμητική, μοιραία οδηγεί στην πολιτική του αποστρατεία και μάλιστα πρόωρα.








Προ καιρού, ακούστηκε μετ επιτάσεως και το όνομα του προέδρου της Βουλής κ. Κ. Τασούλα, ο οποίος, αν και με μικρότερη διεθνή εμβέλεια από τον κ. Δένδια. Ταυτοχρόνως, κατά πολλούς, λόγω και του τρόπου με τον οποίον ασκεί τα καθήκοντα του προέδρου της Βουλής, θα μπορούσε να έχει ευρύτερη πολιτική στήριξη και από κόμματα της αντιπολίτευσης.

Ένα ακόμα όνομα που ακούστηκε το προηγούμενο διάστημα ήταν αυτό του πρώην πρωθυπουργού κ. Παν. Πικραμένου, τον οποίον, ωστόσο, νεότερα σενάρια φέρουν ως επικρατέστερος για τη θέση του επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας που θα συσταθεί από τις αρχές του νέου χρόνου για τη δρομολόγηση της Αναθεώρησης του Συντάγματος.


Μεταξύ των φημών, περιλαμβάνονταν και μία που έφερε τον πρωθυπουργό να βολιδοσκοπεί την πιθανότητα να προτείνει για τη διαδοχή της Κ. Σακελλαροπούλου μία άλλη γυναίκα, την κ. Γιάννα Αγγελοπούλου, με το σκεπτικό ότι θα μπορούσε να τύχει ευρύτερης αποδοχής, έχει σημαντικό προσωπικό δίκτυο διεθνών επαφών και θα συνέβαλε στη διεθνή εικόνα της χώρας.

Τυπικά, τα χέρια του πρωθυπουργού είναι λυμένα μετά την αναθεώρηση του 2019, δεν υφίσταται, αφού η Βουλή δεν διαλύεται αν ο υποψήφιος δεν λάβει στην τρίτη ψηφοφορία τα 3/5 του συνόλου των βουλευτών, δηλαδή 180 ψήφους, και δεν προκηρύσσονται εκλογές ( σύμφωνα με τη νέα πρόνοια του Συντάγματος, πρόεδρος της Δημοκρατίας αναδεικνύεται όποιος/α συγκεντρώσει στην τέταρτη ψηφοφορία την απόλυτη πλειοψηφία, 151 ψήφους κι αν ούτε αυτό επιτευχθεί), τότε στην πέμπτη και τελευταία ψηφοφορία αρκεί η σχετική πλειοψηφία, κάτω από 151 βουλευτές, χωρίς να ορίζεται κατώτερο όριο).

Πολιτικά, ωστόσο, είναι προφανές ότι ο Κ. Μητσοτάκης δεν θα ήθελε την εκλογή ενός προέδρου Δημοκρατίας αποκλειστικά με τις ψήφους των βουλευτών της ΝΔ, διότι σε μία τέτοια περίπτωση, ο μεν επόμενος ένοικος του Προεδρικού Μεγάρου δεν θα είχε το απαιτούμενο κύρος για να ασκήσει τα έστω και κουτσουρεμένα καθήκοντά του, η δε κυβερνητική πλειοψηφία θα κατηγορείτο ότι φοβήθηκε να προτείνει έναν πρόεδρο ευρύτερης αποδοχής.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου