Κώστας Βαξεβάνης
«Η Γερµανία επανέρχεται στις εργοστασιακές ρυθµίσεις». Με αυτήν τη φράση, απόλυτη ίσως, απλουστευτική και αναµφίβολα προσβλητική για τους δηµοκράτες της Γερµανίας, περιέγραψε κάποιος στα social media την εκλογική νίκη της ακροδεξιάς στα κρατίδια της Θουριγγίας και της Σαξονίας. Υπάρχουν εξηγήσεις που κυρίως περιοχές της άλλοτε DDR, της Ανατολικής Γερµανίας του υπαρκτού σοσιαλισµού, στρέφονται σε πιστοποιηµένα νεοναζιστικά.... κόµµατα και στηρίζουν εγκληµατικές θέσεις και προσωπικότητες. Οι πρώην Ανατολικογερµανοί παίρνουν την εκδίκησή τους από τους δυτικούς συµπατριώτες τους που τους αντιµετώπισαν ως παρακατιανούς και µετανάστες στην ίδια τους τη χώρα, ανεβαίνοντας στο άρµα της οργής. Η ήττα ζητά µια νίκη και δεν έχει σηµασία µε ποια πλευρά θα ταχθείς, αρκεί να νικήσεις. Αυτό είναι το δόγµα του απελπισµένου.
Η άνοδος του φασισµού στην Ευρώπη πριν από τον Β΄ Παγκόσµιο Πόλεµο δεν στηρίχτηκε µόνο στις αρρωστηµένες και µισανθρωπικές θεωρίες του Χίτλερ, που για απροσδιόριστους λόγους κατάφερε δήθεν να πείσει τα πλήθη. Πάτησε κυρίως στα συµφέροντα της άρχουσας τάξης της Γερµανίας και χτίστηκε πάνω στην ανάγκη να αντιµετωπιστούν οι ταπεινωτικοί όροι της συνθήκης των Βερσαλλιών για τη Γερµανία. Ο Χίτλερ πρόσφερε την «εθνική ανάταση» και τη «γερµανική ανωτερότητα» µε κινητήρια δύναµη το φλεγόµενο µίσος. Επρεπε να καούν Τσιγγάνοι, κοµµουνιστές, Εβραίοι, οµοφυλόφιλοι για να κινηθεί η µηχανή της επικράτησης.
Αν κάποιος τροµάζει µε όσα έγιναν τότε, οφείλει να µην τα βλέπει ως το σκοτεινό, τροµακτικό ιστορικό φολκλόρ, αλλά ως πιθανό ενδεχόµενο που θα επέλθει από την παράβλεψη των κινδύνων.
Το 1933 κανένας Γερµανός ούτε ήθελε ούτε φανταζόταν τον εαυτό του να καίει ανθρώπους. Τα εκατοµµύρια των ανθρώπων που ακολούθησαν τον Χίτλερ δεν ήταν ναζί, αλλά ο Χίτλερ και ο ναζισµός δεν θα υπήρχαν χωρίς αυτούς. Χωρίς την ανοχή, τη σιωπή τους και κυρίως την αυτοδικαιολόγησή τους για την αποδοχή του εγκλήµατος.
Σήµερα η Ευρώπη δεν µπορεί να αντιταχθεί στην άνοδο της ακροδεξιάς, µόνο και µόνο επειδή θεωρεί ότι προάγει τα δηµοκρατικά ιδανικά. Οχι, η Ευρώπη αποδεικνύεται ότι είναι η Ευρώπη της διαφθοράς (Μητσοτάκης, Μετσόλα, Φον ντερ Λάιεν), του βρόµικου πολιτικού παιχνιδιού και των ανισοτήτων. Η δηµοκρατία είναι βαριά άρρωστη και καταστρέφεται για να επιβιώσουν οι ηγετίσκοι της. Μόλις πριν από τρεις µέρες ο Γάλλος πρόεδρος Μακρόν επέλεξε για πρωθυπουργό τον Μισέλ Μπαρνιέ, µέλος ενός διχασµένου και παρηκµασµένου δεξιού κόµµατος, µε υπόδειξη της ακροδεξιάς, για να επιβιώσει όπως πιστεύει από την επικράτηση της συµµαχίας των κοµµάτων της Αριστεράς. Στο όχι και τόσο µακρινό 2014 ο Σαµαράς καλούσε τους πολίτες να ανακαταλάβουν τις πόλεις από τους µετανάστες, θυµίζοντας τον Χίτλερ που καλούσε στην ανακατάληψη των πόλεων από τους Εβραίους.
Η Ευρώπη είναι ναρκοθετηµένη. Είναι η Ευρώπη της αδικίας και των οικονοµικών συµφερόντων που επικρατούν και καταστρέφουν το κοινωνικό κράτος και το κράτος δικαίου. Την ίδια ώρα αναλαµβάνει τον ρόλο του αναχώµατος των ΗΠΑ προκειµένου να προωθηθούν τα σχέδιά τους µε αποτέλεσµα να εισπράττει το µένος των ανθρώπων και τις επιπτώσεις της καταστροφής.
Η διαπίστωση ότι «δεν υπάρχουν πλέον ηγέτες στην Ευρώπη» µπορεί να φαντάζει εµπειρικό συµπέρασµα καφενείου, αλλά είναι βάσιµο. Πριν από µερικές δεκαετίες οι ηγέτες παράγονταν µέσα στο καµίνι των αντιπαραθέσεων, των ιδεολογιών ακόµη και τις ισορροπίες τρόµου του Ψυχρού Πολέµου. Σήµερα αρκεί να έχουν βγάλει ένα γνωστό πανεπιστήµιο, να υπηρετούν τις στατιστικές της αδικίας και της τεχνοκρατίας και να αναµασούν κοινοτοπίες. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν και οι ηγέτες πολλών αριστερών και σοσιαλιστικών κοµµάτων τα οποία µετά την πτώση του Τείχους πέταξαν το παιδί µαζί µε τα απόνερα. Παρέδωσαν κάθε όραµα και προοδευτικό προβληµατισµό, είτε από ενοχή είτε για να κάνουν καριέρα, στο θηρίο. Αντί να µετράνε ανάγκες ανθρώπων, άρχιζαν να µετράνε επιτόκια και πλεονάσµατα. Ετσι αντί να καθορίζουν η κοινωνία και η πολιτική την οικονοµία, η οικονοµία καθόρισε την πολιτική και ποιες µπορεί να είναι οι ανάγκες. Αν η οικονοµία απαιτεί να πληρώνεις το νοσοκοµείο, θα το πληρώνεις και θα βρεθεί ένας Μητσοτάκης να το κάνει νόµο.
Στο περιβάλλον των ηγετών-φασόν δηµιουργήθηκαν κόµµατα χωρίς πολιτικές αξίες ή µετατράπηκαν σε τέτοια ακόµη και ιστορικά κόµµατα. Μεταξύ των παλιών αντίπαλων κοµµάτων δηµιουργήθηκε µια ώσµωση που επιβεβαίωνε την παρηκµασµένη πολιτικά λειτουργία τους. Κοµµατικά στελέχη µεταπηδούσαν από κόµµα σε κόµµα σαν να έκαναν µεταγραφές σε οµάδες ποδοσφαίρου. Αλλαζαν απλώς φρασεολογία και κοµµατικά χρώµατα, ενώ δεν υπήρχε καµιά αναγκαιότητα να απολογηθούν για τη µεταστροφή τους.
Σε χώρες όπως η Ελλάδα τα αναγνωρίσιµα πρόσωπα, οι επώνυµοι του καναλιού ή του ποδοσφαίρου επικράτησαν ως πολιτικές περσόνες σε ένα σύστηµα που έτσι κι αλλιώς δεν είχε πολιτικές απαιτήσεις. Φυσικά ο παραδοσιακός νεποτισµός συνέχισε να παράγει επαγγελµατίες της πολιτικής, συµπληρώνοντας την πολιτική αξιακή κατάπτωση.
∆εν έχει κανένα νόηµα να αφορίζουµε το κακό. Πρέπει να το δούµε κατάµατα. Οι πολίτες έχουν εκπαιδευτεί να είναι οπαδοί που είναι έτοιµοι να ενοχοποιήσουν πρόσωπα ή την πολιτική, αντί να απαιτήσουν αυτά να αλλάξουν. Οι µάζες έχουν εκπαιδευτεί να αποδέχονται ως αιτία την προσωπική ευθύνη και τον κοινωνικό αυτοµατισµό. Να συµπεράνουν ότι φταίει ο µετανάστης για την ανεργία, ο γείτονας που δεν καθάρισε το οικόπεδο και γι’ αυτό κάηκε το δάσος, η «πολλή δηµοκρατία» που δεν αφήνει να λειτουργήσει το κράτος.
Η Ευρώπη δεν λειαίνει τις αντιθέσεις, δεν αποκαθιστά τη δικαιοσύνη, δεν απαιτεί η αλληλεγγύη και η κοινωνική πρόνοια να γίνουν οι αξίες της και αποδείξεις πολιτισµού της. Μηρυκάζει τη ρητορική τής αυταπόδεικτα πολιτισµένης Ευρώπης και των ευρωπαϊκών ιδεωδών. Μόνο που δεν διακρίνονται πουθενά.
Υπό αυτές τις συνθήκες η Ευρώπη είναι έτοιµη να υποδεχτεί την ακροδεξιά. ∆εξιοί ηγέτες στην Ευρώπη, όπως ο Μακρόν και ο Μητσοτάκης, επενδύουν µάλιστα στην ακροδεξιά για να επιβιώσουν πολιτικά και να εξασφαλίσουν πολιτική πελατεία. Ο νεοφιλελευθερισµός κάθε µέρα αποδεικνύεται ως ο φασισµός µε ανθρώπινο πρόσωπο. ∆ιαφηµίζει την ανωτερότητά του, η οποία επιτρέπει να ευηµερούν οι αριθµοί ενώ πεινάνε και πεθαίνουν άνθρωποι. Η ελευθερία της αγοράς είναι αξία πάνω από αυτήν της ανθρώπινης ζωής.
Η Ευρώπη (και όχι µόνο η Γερµανία) είναι έτοιµη να επαναφέρει τις εργοστασιακές ρυθµίσεις. Σύµφωνα µε αυτές, όταν το σύστηµα µπλοκάρει, παραδίδεται στις αρχικές (αρχέγονες και αντανακλαστικές αν αφορά την πολιτική) ρυθµίσεις. Η βία επικρατεί και φαντάζει ως λύση, ενώ η λογική δεν µπορεί να προσφέρει καµιά βοήθεια αφού ήδη έχει υποτιµηθεί. Οι αδικηµένες µάζες αναζητούν λύση και υποτιµούν ή καταστρέφουν όλα τα εργαλεία που είχαν χρησιµοποιηθεί υποτίθεται για να τους την εξασφαλίσουν αλλά τους εξαπάτησαν. ∆ηλαδή δηµοκρατικούς κανόνες, κόµµατα, συλλογικότητες και αξίες.
Οσο περισσότερο απαξιώνεται η πολιτική και µετατρέπεται σε πλαδαρή προσµονή της ευωχίας και των πολιτικών της σωτηρίας τόσο πιο κοντά έρχεται ο φασισµός. Ως µια ανάµνηση από το… µέλλον.
«Η Γερµανία επανέρχεται στις εργοστασιακές ρυθµίσεις». Με αυτήν τη φράση, απόλυτη ίσως, απλουστευτική και αναµφίβολα προσβλητική για τους δηµοκράτες της Γερµανίας, περιέγραψε κάποιος στα social media την εκλογική νίκη της ακροδεξιάς στα κρατίδια της Θουριγγίας και της Σαξονίας. Υπάρχουν εξηγήσεις που κυρίως περιοχές της άλλοτε DDR, της Ανατολικής Γερµανίας του υπαρκτού σοσιαλισµού, στρέφονται σε πιστοποιηµένα νεοναζιστικά.... κόµµατα και στηρίζουν εγκληµατικές θέσεις και προσωπικότητες. Οι πρώην Ανατολικογερµανοί παίρνουν την εκδίκησή τους από τους δυτικούς συµπατριώτες τους που τους αντιµετώπισαν ως παρακατιανούς και µετανάστες στην ίδια τους τη χώρα, ανεβαίνοντας στο άρµα της οργής. Η ήττα ζητά µια νίκη και δεν έχει σηµασία µε ποια πλευρά θα ταχθείς, αρκεί να νικήσεις. Αυτό είναι το δόγµα του απελπισµένου.
Η άνοδος του φασισµού στην Ευρώπη πριν από τον Β΄ Παγκόσµιο Πόλεµο δεν στηρίχτηκε µόνο στις αρρωστηµένες και µισανθρωπικές θεωρίες του Χίτλερ, που για απροσδιόριστους λόγους κατάφερε δήθεν να πείσει τα πλήθη. Πάτησε κυρίως στα συµφέροντα της άρχουσας τάξης της Γερµανίας και χτίστηκε πάνω στην ανάγκη να αντιµετωπιστούν οι ταπεινωτικοί όροι της συνθήκης των Βερσαλλιών για τη Γερµανία. Ο Χίτλερ πρόσφερε την «εθνική ανάταση» και τη «γερµανική ανωτερότητα» µε κινητήρια δύναµη το φλεγόµενο µίσος. Επρεπε να καούν Τσιγγάνοι, κοµµουνιστές, Εβραίοι, οµοφυλόφιλοι για να κινηθεί η µηχανή της επικράτησης.
Αν κάποιος τροµάζει µε όσα έγιναν τότε, οφείλει να µην τα βλέπει ως το σκοτεινό, τροµακτικό ιστορικό φολκλόρ, αλλά ως πιθανό ενδεχόµενο που θα επέλθει από την παράβλεψη των κινδύνων.
Το 1933 κανένας Γερµανός ούτε ήθελε ούτε φανταζόταν τον εαυτό του να καίει ανθρώπους. Τα εκατοµµύρια των ανθρώπων που ακολούθησαν τον Χίτλερ δεν ήταν ναζί, αλλά ο Χίτλερ και ο ναζισµός δεν θα υπήρχαν χωρίς αυτούς. Χωρίς την ανοχή, τη σιωπή τους και κυρίως την αυτοδικαιολόγησή τους για την αποδοχή του εγκλήµατος.
Σήµερα η Ευρώπη δεν µπορεί να αντιταχθεί στην άνοδο της ακροδεξιάς, µόνο και µόνο επειδή θεωρεί ότι προάγει τα δηµοκρατικά ιδανικά. Οχι, η Ευρώπη αποδεικνύεται ότι είναι η Ευρώπη της διαφθοράς (Μητσοτάκης, Μετσόλα, Φον ντερ Λάιεν), του βρόµικου πολιτικού παιχνιδιού και των ανισοτήτων. Η δηµοκρατία είναι βαριά άρρωστη και καταστρέφεται για να επιβιώσουν οι ηγετίσκοι της. Μόλις πριν από τρεις µέρες ο Γάλλος πρόεδρος Μακρόν επέλεξε για πρωθυπουργό τον Μισέλ Μπαρνιέ, µέλος ενός διχασµένου και παρηκµασµένου δεξιού κόµµατος, µε υπόδειξη της ακροδεξιάς, για να επιβιώσει όπως πιστεύει από την επικράτηση της συµµαχίας των κοµµάτων της Αριστεράς. Στο όχι και τόσο µακρινό 2014 ο Σαµαράς καλούσε τους πολίτες να ανακαταλάβουν τις πόλεις από τους µετανάστες, θυµίζοντας τον Χίτλερ που καλούσε στην ανακατάληψη των πόλεων από τους Εβραίους.
Η Ευρώπη είναι ναρκοθετηµένη. Είναι η Ευρώπη της αδικίας και των οικονοµικών συµφερόντων που επικρατούν και καταστρέφουν το κοινωνικό κράτος και το κράτος δικαίου. Την ίδια ώρα αναλαµβάνει τον ρόλο του αναχώµατος των ΗΠΑ προκειµένου να προωθηθούν τα σχέδιά τους µε αποτέλεσµα να εισπράττει το µένος των ανθρώπων και τις επιπτώσεις της καταστροφής.
Η διαπίστωση ότι «δεν υπάρχουν πλέον ηγέτες στην Ευρώπη» µπορεί να φαντάζει εµπειρικό συµπέρασµα καφενείου, αλλά είναι βάσιµο. Πριν από µερικές δεκαετίες οι ηγέτες παράγονταν µέσα στο καµίνι των αντιπαραθέσεων, των ιδεολογιών ακόµη και τις ισορροπίες τρόµου του Ψυχρού Πολέµου. Σήµερα αρκεί να έχουν βγάλει ένα γνωστό πανεπιστήµιο, να υπηρετούν τις στατιστικές της αδικίας και της τεχνοκρατίας και να αναµασούν κοινοτοπίες. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν και οι ηγέτες πολλών αριστερών και σοσιαλιστικών κοµµάτων τα οποία µετά την πτώση του Τείχους πέταξαν το παιδί µαζί µε τα απόνερα. Παρέδωσαν κάθε όραµα και προοδευτικό προβληµατισµό, είτε από ενοχή είτε για να κάνουν καριέρα, στο θηρίο. Αντί να µετράνε ανάγκες ανθρώπων, άρχιζαν να µετράνε επιτόκια και πλεονάσµατα. Ετσι αντί να καθορίζουν η κοινωνία και η πολιτική την οικονοµία, η οικονοµία καθόρισε την πολιτική και ποιες µπορεί να είναι οι ανάγκες. Αν η οικονοµία απαιτεί να πληρώνεις το νοσοκοµείο, θα το πληρώνεις και θα βρεθεί ένας Μητσοτάκης να το κάνει νόµο.
Στο περιβάλλον των ηγετών-φασόν δηµιουργήθηκαν κόµµατα χωρίς πολιτικές αξίες ή µετατράπηκαν σε τέτοια ακόµη και ιστορικά κόµµατα. Μεταξύ των παλιών αντίπαλων κοµµάτων δηµιουργήθηκε µια ώσµωση που επιβεβαίωνε την παρηκµασµένη πολιτικά λειτουργία τους. Κοµµατικά στελέχη µεταπηδούσαν από κόµµα σε κόµµα σαν να έκαναν µεταγραφές σε οµάδες ποδοσφαίρου. Αλλαζαν απλώς φρασεολογία και κοµµατικά χρώµατα, ενώ δεν υπήρχε καµιά αναγκαιότητα να απολογηθούν για τη µεταστροφή τους.
Σε χώρες όπως η Ελλάδα τα αναγνωρίσιµα πρόσωπα, οι επώνυµοι του καναλιού ή του ποδοσφαίρου επικράτησαν ως πολιτικές περσόνες σε ένα σύστηµα που έτσι κι αλλιώς δεν είχε πολιτικές απαιτήσεις. Φυσικά ο παραδοσιακός νεποτισµός συνέχισε να παράγει επαγγελµατίες της πολιτικής, συµπληρώνοντας την πολιτική αξιακή κατάπτωση.
∆εν έχει κανένα νόηµα να αφορίζουµε το κακό. Πρέπει να το δούµε κατάµατα. Οι πολίτες έχουν εκπαιδευτεί να είναι οπαδοί που είναι έτοιµοι να ενοχοποιήσουν πρόσωπα ή την πολιτική, αντί να απαιτήσουν αυτά να αλλάξουν. Οι µάζες έχουν εκπαιδευτεί να αποδέχονται ως αιτία την προσωπική ευθύνη και τον κοινωνικό αυτοµατισµό. Να συµπεράνουν ότι φταίει ο µετανάστης για την ανεργία, ο γείτονας που δεν καθάρισε το οικόπεδο και γι’ αυτό κάηκε το δάσος, η «πολλή δηµοκρατία» που δεν αφήνει να λειτουργήσει το κράτος.
Η Ευρώπη δεν λειαίνει τις αντιθέσεις, δεν αποκαθιστά τη δικαιοσύνη, δεν απαιτεί η αλληλεγγύη και η κοινωνική πρόνοια να γίνουν οι αξίες της και αποδείξεις πολιτισµού της. Μηρυκάζει τη ρητορική τής αυταπόδεικτα πολιτισµένης Ευρώπης και των ευρωπαϊκών ιδεωδών. Μόνο που δεν διακρίνονται πουθενά.
Υπό αυτές τις συνθήκες η Ευρώπη είναι έτοιµη να υποδεχτεί την ακροδεξιά. ∆εξιοί ηγέτες στην Ευρώπη, όπως ο Μακρόν και ο Μητσοτάκης, επενδύουν µάλιστα στην ακροδεξιά για να επιβιώσουν πολιτικά και να εξασφαλίσουν πολιτική πελατεία. Ο νεοφιλελευθερισµός κάθε µέρα αποδεικνύεται ως ο φασισµός µε ανθρώπινο πρόσωπο. ∆ιαφηµίζει την ανωτερότητά του, η οποία επιτρέπει να ευηµερούν οι αριθµοί ενώ πεινάνε και πεθαίνουν άνθρωποι. Η ελευθερία της αγοράς είναι αξία πάνω από αυτήν της ανθρώπινης ζωής.
Η Ευρώπη (και όχι µόνο η Γερµανία) είναι έτοιµη να επαναφέρει τις εργοστασιακές ρυθµίσεις. Σύµφωνα µε αυτές, όταν το σύστηµα µπλοκάρει, παραδίδεται στις αρχικές (αρχέγονες και αντανακλαστικές αν αφορά την πολιτική) ρυθµίσεις. Η βία επικρατεί και φαντάζει ως λύση, ενώ η λογική δεν µπορεί να προσφέρει καµιά βοήθεια αφού ήδη έχει υποτιµηθεί. Οι αδικηµένες µάζες αναζητούν λύση και υποτιµούν ή καταστρέφουν όλα τα εργαλεία που είχαν χρησιµοποιηθεί υποτίθεται για να τους την εξασφαλίσουν αλλά τους εξαπάτησαν. ∆ηλαδή δηµοκρατικούς κανόνες, κόµµατα, συλλογικότητες και αξίες.
Οσο περισσότερο απαξιώνεται η πολιτική και µετατρέπεται σε πλαδαρή προσµονή της ευωχίας και των πολιτικών της σωτηρίας τόσο πιο κοντά έρχεται ο φασισµός. Ως µια ανάµνηση από το… µέλλον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου