EUROKINISSI
Γράφει ο Μανώλης Καλουδάς
Ο Κωνσταντίνος Τασούλας είναι ο εκλεκτός του Κυριάκου Μητσοτάκη για τη θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας, καθώς ο πρωθυπουργός έκρινε ότι διαθέτει όλα τα στοιχεία που πρέπει να χαρακτηρίζουν το πρόσωπο που θα αναλάβει τον ρόλο του ανώτατου ηγέτη του ελληνικού κράτους. Δηλαδή, «να εμπνέει εμπιστοσύνη στην κοινωνία, να έχει τη δυνατότητα να συνθέτει και να ενώνει», όπως χαρακτηριστικά τόνισε στο διάγγελμά του.
Ο Κωνσταντίνος Τασούλας θα γίνει πολύ σύντομα ο 9ος Πρόεδρος της Δημοκρατίας, μετά τους: Μιχαήλ Στασινόπουλο, Κωνσταντίνο Τσάτσο, Κωνσταντίνο Καραμανλή, Χρήστο Σαρτζετάκη, Κωνσταντίνο Στεφανόπουλο, Κάρολο Παπούλια, Προκόπη Παυλόπουλο, Κατερίνα Σακελλαροπούλου.
Ας δούμε όμως ποιες είναι οι προϋποθέσεις εκλογιμότητας, οι αρμοδιότητες του Προέδρου της Δημοκρατίας, ο ίδιος ο θεσμός, αλλά και τα πρόσωπα τα οποία υπηρέτησαν τη χώρα από την ανώτατη πολιτειακή θέση.
Προϋποθέσεις εκλογιμότητας
Για να εκλεγεί κάποιος/κάποια στο αξίωμα του/της Προέδρου της Δημοκρατίας πρέπει να πληροί τέσσερις βασικές προϋποθέσεις:
Να είναι Έλληνας/Ελληνίδα πολίτης για πέντε τουλάχιστον έτη
Να έχει από έναν από τους δύο τουλάχιστον γονείς του ελληνική καταγωγή
Να έχει συμπληρώσει το τεσσαρακοστό έτος της ηλικίας του/της
Να έχει τη πλήρη νόμιμη ικανότητα του εκλέγειν/εκλέγεσθαι
Από τη στιγμή που συντρέχουν οι παραπάνω προϋποθέσεις, μπορεί οποιοδήποτε πρόσωπο να προταθεί από τις Κοινοβουλευτικές Ομάδες για το αξίωμα. Αν και απαιτείται να δοθεί όρκος ενώπιον της Βουλής σύμφωνα με το ορθόδοξο χριστιανικό δόγμα (άρθρο 33 παρ. 2), κρατεί η άποψη ότι δεν αποτελεί προϋπόθεση η θρησκεία του/της υποψηφίου.
Η επανεκλογή του ίδιου προσώπου επιτρέπεται, σύμφωνα με το Σύνταγμα, μία μόνο φορά, ενώ Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν μπορεί να συμμετάσχει στην εκλογή που ακολουθεί εξαιτίας της παραίτησής του/της.
Διαδικασία εκλογής
Η εκλογή του/της εκάστοτε Προέδρου της Δημοκρατίας γίνεται από τη Βουλή των Ελλήνων και τα υποψήφια πρόσωπα προτείνονται μόνο από τις Κοινοβουλευτικές Ομάδες των κομμάτων. Συνήθως έναν μήνα πριν λήξει η θητεία του/της εν ενεργεία Προέδρου της Δημοκρατίας συγκαλείται από τον/την Πρόεδρο της Βουλής συνεδρίασή της με σκοπό την εκλογή του διαδόχου του/της. Η ψηφοφορία γίνεται ονομαστικά, ψηφίζουν όλοι οι βουλευτές και δεν προηγείται συζήτηση. Αν και τα υποψήφια πρόσωπα τα προτείνουν οι κοινοβουλευτικές ομάδες, ψήφοι υπέρ προσώπων που δεν έχουν προταθεί δεν θεωρούνται άκυρες, εκτός από την 6η ψηφοφορία που θεωρούνται έγκυρες μόνο οι ψήφοι μεταξύ των δύο επικρατεστέρων.
Πρόεδρος της Δημοκρατίας εκλέγεται αυτός ή αυτή που στην πρώτη ψηφοφορία θα συγκεντρώσει τα 2/3 του συνόλου των βουλευτών (200 έδρες). Σε περίπτωση που δεν υπάρξει αποτέλεσμα, επαναλαμβάνεται η ψηφοφορία μετά από πέντε μέρες και πάλι απαιτείται πλειοψηφία 200 βουλευτών. Αν και πάλι δεν καταφέρει κάποιο υποψήφιο πρόσωπο να λάβει την απαιτούμενη πλειοψηφία ακολουθεί τρίτη ψηφοφορία, πάλι μετά από πέντε μέρες, αλλά αυτή τη φορά απαιτείται πλειοψηφία των 3/5 του συνόλου των βουλευτών (180 έδρες).
Μέχρι την αναθεώρηση του Συντάγματος το 2019 αν ο/η Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν εκλεγόταν με την τρίτη ψηφοφορία, η Βουλή διαλυόταν και προκηρύσσονταν εκλογές και η νέα Βουλή που προέκυπτε από τις εκλογές διεξήγε τέταρτη ψηφοφορία στην οποία απαιτούνταν πλειοψηφία των 3/5 του συνόλου, ήτοι 180 έδρες. Αν κανείς υποψήφιος/καμία υποψήφια δεν λάμβανε αυτή τη πλειοψηφία ούτε σε αυτή τη ψηφοφορία ακολουθούσε πέμπτη ψηφοφορία στην οποία η εκλογή γινόταν με την απόλυτη πλειοψηφία των εδρών, ήτοι 151 έδρες. Τέλος αν ούτε σε αυτή τη περίπτωση επιτυγχάνονταν η απαιτούμενη πλειοψηφία ακολουθούσε νέα ψηφοφορία και η εκλογή γινόταν με τη σχετική πλειοψηφία. Με την αναθεώρηση του Συντάγματος του 2019, για την εκλογή του/της Προέδρου της Δημοκρατίας προβλέπονται και πάλι έξι ψηφοφορίες αλλά δε διενεργούνται πλέον εκλογές αν δεν επιτευχθεί η απαιτούμενη πλειοψηφία στη τρίτη ψηφοφορία.
Η θητεία του/της Προέδρου της Δημοκρατίας μπορεί να παραταθεί σε περίπτωση πολέμου ή μη εκλογής εγκαίρως νέου/νέας Προέδρου. Η αναπλήρωση δεν συνιστά λόγο εκλογής νέου/νέας Προέδρου και ενεργείται από τον/την Πρόεδρο της Βουλής, σε περίπτωση δε που αυτή έχει διαλυθεί, από τον/την Πρόεδρο της τελευταίας Βουλής και, αν αυτός/αυτή αρνείται ή δεν υπάρχει, από την Κυβέρνηση συλλογικά. Όσο διαρκεί η αναπλήρωση, ο αναπληρωτής/η αναπληρώτρια Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν μπορεί να κάνει χρήση όλων των προεδρικών αρμοδιοτήτων.
Οι αρμοδιότητες και οι ποινικές ευθύνες
Οι αρμοδιότητες του Προέδρου της Δημοκρατίας σήμερα είναι πολύ λίγες και μικρές σε σχέση με πριν την αναθεώρηση του Συντάγματος το 1986, με αποτέλεσμα να μην επιτρέπουν καμία ουσιαστική ανάμειξη του στις πολιτικές εξελίξεις, δίνοντας του έναν καθαρά συμβολικό ρόλο. Η ουσιαστική εξουσία ασκείται από τον Πρόεδρο της Κυβέρνησης.
Μεταξύ των αρμοδιοτήτων του συγκαταλέγονται ο διορισμός του Πρωθυπουργού, των λοιπών μελών της Κυβέρνησης και των υφυπουργών, η ανάθεση διερευνητικών εντολών για τη δυνατότητα σχηματισμού Κυβέρνησης που να απολαύει της εμπιστοσύνης της Βουλής, η απαλλαγή της Κυβέρνησης από τα καθήκοντά της, η σύγκληση της Βουλής σε σύνοδο, η διάλυση της Βουλής και η προκήρυξη εκλογών, η έκδοση και δημοσίευση των ψηφισμένων από τη Βουλή νομοσχεδίων ή προτάσεων νόμου προκειμένου να καταστούν νόμοι του κράτους, η αναπομπή στη Βουλή ψηφισμένου νομοσχεδίου ή πρότασης νόμου, η έκδοση διαταγμάτων και πράξεων νομοθετικού περιεχομένου, η προκήρυξη δημοψηφίσματος, η απαγγελία διαγγελμάτων προς το λαό και η χάρη, μετατροπή ή μετριασμός των ποινών που έχουν επιβληθεί από τα δικαστήρια. Πρέπει να τονιστεί ότι, σύμφωνα με το άρθρο 35 του Συντάγματος, σε κάθε περίπτωση, εκτός συγκεκριμένων εξαιρέσεων, κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων του δεν ενεργεί ποτέ μόνος του, αλλά πάντοτε με την προσυπογραφή του αρμοδίου υπουργού, ο οποίος είναι και ο μόνος πολιτικά υπεύθυνος.
Για τις πράξεις του ο Πρόεδρος ευθύνεται ποινικά μόνο για αυτές που συνιστούν εσχάτη προδοσία ή παραβίαση με πρόθεση του Συντάγματος (Σύντ. άρθρο 49, ν. 265/1976). Για άλλα αδικήματα, που δε σχετίζονται με την άσκηση των καθηκόντων του, η δίωξη αναστέλλεται μέχρι τη λήξη της θητείας του. Η Βουλή έχει την αρμοδιότητα να τον παραπέμπει σε δίκη με σκοπό την τιμωρία του [κάθειρξη (μόνο για εσχάτη προδοσία), έκπτωση από το αξίωμα, αποστέρηση πολιτικών δικαιωμάτων]. Για να υποβληθεί πρόταση για παραπομπή σε δίκη του Προέδρου της Δημοκρατίας απαιτούνται 100 υπογραφές βουλευτών, ενώ για να γίνει δεκτή αυτή απαιτείται πλειοψηφία των 2/3 του συνόλου των βουλευτών, δηλαδή 200. Σε περίπτωση αποδοχής της πρότασης από τη Βουλή, παραπέμπεται στο Ειδικό Δικαστήριο που δικάζει και τους υπουργούς κατά το άρθρο 86 και αναπληρώνεται μέχρι την έκδοση απαλλακτικής απόφασης.
Οι τρεις Πρόεδροι της Β’ Ελληνικής Δημοκρατίας
Πρόεδρο της Δημοκρατίας είδαν για πρώτη φορά οι Έλληνες το 1924, καθώς τότε εμφανίστηκε ο θεσμός στο Σύνταγμα. Μετά το Δημοψήφισμα που διενεργήθηκε και με το οποίο ανακηρύχθηκε η αβασίλευτη Δημοκρατία, ο μέχρι τότε Αντιβασιλέας, Παύλος Κουντουριώτης, έγινε προσωρινός Πρόεδρος της Δημοκρατίας.
Τον Μάρτιο του 1926, μετά την πραξικοπηματική κατάληψη της εξουσίας από τον Θεόδωρο Πάγκαλο, παραιτήθηκε από το αξίωμα του Προέδρου, το οποίο ανέλαβε ο ίδιος ο Πάγκαλος μετά από μία εκλογική διαδικασία αμφίβολης νομιμότητας, ενώ τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου, ύστερα από την ανατροπή του τελευταίου, επανήλθε στον προεδρικό θώκο.
Με το Σύνταγμα του 1927 καθιερώθηκε ο ρόλος του Προέδρου της Δημοκρατίας, ο οποίος περιοριζόταν στην άσκηση της εκτελεστικής εξουσίας. Το 1929 εξελέγη για δεύτερη φορά Πρόεδρος της Δημοκρατίας από τη Γερουσία και τη Βουλή των Ελλήνων ο Παύλος Κουντουριώτης. Τον ίδιο χρόνο όμως παραιτήθηκε και τον διαδέχθηκε ως προσωρινός Πρόεδρος της Δημοκρατίας ο Αλέξανδρος Ζαΐμης, λόγω του γεγονότος ότι ήταν Πρόεδρος της Γερουσίας και ο οποίος τελικά επιλέχθηκε από τη Γερουσία και τη Βουλή ως καταλληλότερος για το αξίωμα του Προέδρου. Επανεξελέγη το 1934 και παρέμεινε μέχρι το 1935, οπότε, και λόγω της πολιτειακής μεταβολής, καταργήθηκε ο θεσμός του Προέδρου της Δημοκρατίας.
Χούντα
Η δικτατορία των Συνταγματαρχών (1967-1974) κήρυξε την 1η Ιουνίου του 1973 τον Κωνσταντίνο έκπτωτο και ανακήρυξε τη χώρα σε Προεδρική Κοινοβουλευτική Δημοκρατία. Ακολούθησε δημοψήφισμα για την έγκριση του προτεινόμενου συντάγματος, το οποίο εισήγαγε ένα ημι-προεδρικό σύστημα με Πρόεδρο, Αντιπρόεδρο και Πρωθυπουργό. Το νέο πολιτειακό σχήμα, με Πρόεδρο της Δημοκρατίας τον ίδιο τον Γεώργιο Παπαδόπουλο, αποδείχθηκε βραχύβιο, καθώς η Δικτατορία Ιωαννίδη κατήργησε το Σύνταγμα του 1973 με Συντακτική Πράξη αμέσως μετά την επιβολή της, δίχως, παράλληλα, να επαναφέρει τη μοναρχία. Έτσι, η χώρα διατήρησε το όνομα «Ελληνική Δημοκρατία» και αρχηγός κράτους τέθηκε ο Στρατηγός, Φαίδων Γκιζίκης, με τον ρόλο του Προέδρου να περιορίζεται σε απολύτως τυπικές λειτουργίες.
Γ’ Ελληνική Δημοκρατία: Από τον Τσάτσο στον Τασούλα…
Ο χουντικός Φαίδων Γκυζίκης παρέμεινε στη θέση του και μετά την πτώση της δικτατορίας. Μετά την εκλογή Βουλής και το δημοψήφισμα για το πολιτειακό, παραιτήθηκε και πρώτος, προσωρινός (ελλείψει νέου Συντάγματος) Πρόεδρος της Γ΄ Ελληνικής Δημοκρατίας εξελέγη με 206 ψήφους ο Μιχαήλ Στασινόπουλος. Η θητεία του είχε διάρκεια 213 μέρες (μέχρι τις 20 Ιουνίου 1975), αφού στη συνέχεια νέος Πρόεδρος της Δημοκρατίας εξελέγη από τη Βουλή ο Κωνσταντίνος Τσάτσος, διαμορφώνοντας το νέο πολίτευμα.
Στη συνέχεια ακολούθησαν: Κωνσταντίνος Καραμανλής, Ιωάννης Αλευράς, Χρήστος Σαρτζετάκης, Κώστας Καραμανλής, Κωνσταντίνος Στεφανόπουλος, Κάρολος Παπούλιας, Προκόπης Παυλόπουλος, Κατερίνα Σακελλαροπούλου.
Αναλυτικά όλοι οι Πρόεδροι της Δημοκρατίας από το 1975 μέχρι σήμερα:
1975: Κωνσταντίνος Τσάτσος – Από 20/6/1975 έως 15/5/1980 (4 χρόνια, 296 μέρες)
Ο Κωνσταντίνος Τσάτσος εξελέγη το 1975 στο αξίωμα υποστηριζόμενος από το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας, συγκεντρώνοντας 210 ψήφους, πιθανότατα προερχόμενες από τους βουλευτές της ΝΔ που είχε 215 έδρες στο Κοινοβούλιο σε σύνολο 295 εδρών. Αντίπαλος του ήταν ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, που υποστηρίχθηκε από την Ένωση Κέντρου - Νέες Δυνάμεις, ενώ το ΠΑΣΟΚ και η Ενωμένη Αριστερά ψήφισαν λευκό.
1980: Κωνσταντίνος Καραμανλής – Από 15/5/1980 έως 10/3/1985 (4 χρόνια, 304 μέρες)
Το 1980 ο Κωνσταντίνος Καραμανλής διαδέχθηκε τον Κωνσταντίνο Τσάτσο. Για την εκλογή του πραγματοποιήθηκαν τρεις ψηφοφορίες. Στην πρώτη ο πρώην πρωθυπουργός της χώρας συγκέντρωσε 179 ψήφους (175 έδρες είχε η Νέα Δημοκρατία), στη δεύτερη 181 και στην τρίτη 183 ψήφους. Το ΠΑΣΟΚ απείχε και από τις τρεις ψηφοφορίες, το ΚΚΕ ψήφισε λευκό, ενώ η Εθνική Παράταξις υπέρ του. Οι βουλευτές της ΕΔΗΚ δεν είχαν ξεκάθαρη θέση, καθώς μερικοί ψήφισαν υπέρ και μερικοί κατά.
1985: Ιωάννης Αλευράς – Από 10/3/1985 έως 30/3/1985 (20 μέρες)
Τυπικά και θεσμικά ο Ιωάννης Αλευράς θεωρείται, έστω και για 20 μέρες, ότι διετέλεσε Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Θεωρείται και ήταν προσωρινός Πρόεδρος της Δημοκρατίας, καθώς από τις 29 Μαρτίου τη θέση ανέλαβε ο Χρήστος Σαρτζετάκης. Η διαδικασία εκλογής θεωρείται ως η πιο επεισοδιακή μέχρι και σήμερα.
Η ρήξη της 9ης Μαρτίου και η απόφαση του Ανδρέα Παπανδρέου να προτείνει τον Αρεοπαγίτη, Χρήστο Σαρτζετάκη, ως Πρόεδρο της Δημοκρατίας, η επικείμενη αναθεώρηση του Συντάγματος με παράλληλη κατάργηση πολλών «υπερεξουσιών» του Προέδρου, η αποκαθήλωση του Καραμανλή από την Προεδρία και η επιλογή του Ανδρέα Παπανδρέου να τον αντικαταστήσει επίτηδες με τον άνθρωπο που θύμιζε την χειρότερη στιγμή των καραμανλικών κυβερνήσεων (δολοφονία Λαμπράκη) προκάλεσαν πολιτικό σεισμό.
Στις τρεις ψηφοφορίες ανέκυψαν δύο διαδικαστικά προβλήματα, τα οποία αφορούσαν την ψήφο του Ιωάννη Αλευρά (τότε ήταν Πρόεδρος της Βουλής) που μετά την παραίτηση Καραμανλή ασκούσε καθήκοντα Αναπληρωτή Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας , και το χρώμα των ψηφοδελτίων κατά τη μυστική ψηφοφορία.
1985: Χρήστος Σαρτζετάκης – Από 30/3/1985 έως 5/5/1990 (5 χρόνια, 35 μέρες)
Η εκλογή του Χρήστου Σαρτζετάκη συνδέθηκε με δύο προβλήματα Συνταγματικού Δικαίου, τα «χρωματιστά ψηφοδέλτια» και την «ψήφο Αλευρά». Για την ψηφοφορία χρησιμοποιήθηκαν ψηφοδέλτια διαφορετικού χρώματος για κάθε υποψήφιο, κάτι που η τότε αξιωματική αντιπολίτευση, η Νέα Δημοκρατία, κατήγγειλε ως απόπειρα ακύρωσης του μυστικού χαρακτήρα της ψηφοφορίας, επειδή, όπως υποστήριξε, το χρώμα του κάθε ψηφοδελτίου διακρινόταν από τον ημιδιαφανή φάκελο.
Υποστηρίχθηκε επίσης ότι ο τότε Πρόεδρος της Βουλής Γιάννης Αλευράς δεν έπρεπε να λάβει μέρος στην ψηφοφορία ως εκτελών χρέη Προέδρου της Δημοκρατίας μετά την πρόωρη παραίτηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή.
1990: Κωνσταντίνος Καραμανλής – Από 5/5/1990 έως 10/3/1995 (4 χρόνια, 310 μέρες)
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής έγινε για δεύτερη φορά Πρόεδρος της Δημοκρατίας, διαδεχόμενος τον Χρήστο Σαρτζετάκη. Κατάφερε να εκλεγεί στην πέμπτη ψηφοφορία με 153 ψήφους, αφού είχε ήδη πραγματοποιηθεί διάλυση της Βουλής λόγω της αποτυχίας να εκλέξει Πρόεδρο της Δημοκρατίας σε τρεις ψηφοφορίες. Το ΠΑ.ΣΟ.Κ. υποστήριξε τον Ιωάννη Αλευρά, ενώ ο Συνασπισμός τον Κωνσταντίνο Δεσποτόπουλο. Η επιστροφή του Καραμανλή στην Προεδρία ήταν απαίτηση της βάσης του κόμματος της Νέας Δημοκρατίας, που σε εκείνη την συγκυρία ήταν πρώτο κόμμα, αλλά ούτε ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης ούτε ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν ενθουσιασμένοι με την επιστροφή Καραμανλή.
1995: Κωνσταντίνος Στεφανόπουλος - 10/3/1995 έως 12/3/2005 (10 χρόνια, 2 μέρες)
Ο Κωνσταντίνος Στεφανόπουλος διαδέχθηκε τον Κωνσταντίνο Καραμανλή στο ανώτατο πολιτειακό αξίωμα. Την πρώτη φορά, το 1995 αναδείχθηκε Πρόεδρος της Δημοκρατίας στην τρίτη ψηφοφορία με 181 ψήφους (με στη στήριξη του ΠΑΣΟΚ και της Πολιτικής Άνοιξης του Αντώνη Σαμαρά), ενώ στη δεύτερη θέση αναδείχθηκε ο Αθανάσιος Τσαλδάρης που είχε τη στήριξη της Νέας Δημοκρατίας με 109 ψήφους.
Το 2000 τον στήριξαν τόσο το ΠΑΣΟΚ, όσο και η Νέα Δημοκρατία και επανεκλέχθηκε εύκολα με 269 ψήφους από την πρώτη ψηφοφορία. Ο Λεωνίδας Κύρκος που είχε τη στήριξη του Συνασπισμού έλαβε μόλις δέκα ψήφους.
2005: Κάρολος Παπούλιας - 12/3/2005 έως 13/3/2015 (10 χρόνια, 1 μέρα)
Στις 12 Δεκεμβρίου 2004 προτάθηκε από τον τότε πρωθυπουργό, Κώστα Καραμανλή, για το αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας. Υπέρ της πρότασης εκφράστηκε το ΠΑΣΟΚ. Στην πρώτη ψηφοφορία που έγινε στη Βουλή στις 8 Φεβρουαρίου του 2005 ο Κάρολος Παπούλιας εξελέγη Πρόεδρος της Δημοκρατίας με 279 ψήφους. Οι βουλευτές του ΚΚΕ και του ΣΥΡΙΖΑ δήλωσαν «παρών».
Στις 3 Φεβρουαρίου 2010 ο Κάρολος Παπούλιας επανεξελέγη στο ύπατο αξίωμα της χώρας με 266 ψήφους στο σύνολο των 298 ψηφισάντων. Υπερψηφίστηκε από τις Κοινοβουλευτικές Ομάδες του ΠΑΣΟΚ, της ΝΔ και του ΛΑΟΣ, ενώ 32 βουλευτές των ΚΚΕ και ΣΥΡΙΖΑ δήλωσαν «παρών». Με το αποτέλεσμα αυτό έγινε ο τρίτος Πρόεδρος που επανεκλέγεται για δεύτερη θητεία.
2015: Προκόπης Παυλόπουλος - 13/3/2015 έως 13/3/2020 (5 χρόνια)
Στις 17 Φεβρουαρίου 2015 ο Προκόπης Παυλόπουλος προτάθηκε από τον τότε πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα για το αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας.
Στις 18 Φεβρουαρίου εξελέγη Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας ύστερα από πρόταση του Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς και των Ανεξαρτήτων Ελλήνων με τη στήριξη της Νέας Δημοκρατίας, λαμβάνοντας 233 ψήφους έναντι του ανθυποψηφίου του Νίκου Αλιβιζάτου, ο οποίος έλαβε 30 ψήφους, ενώ 32 βουλευτές ψήφισαν παρών.
2020: Κατερίνα Σακελλαροπούλου - 14/3/2020 έως σήμερα
Στις 15 Ιανουαρίου 2020, ο τότε πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης την πρότεινε για τη θέση της Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας. Στην ψηφοφορία, στις 22 Ιανουαρίου, ήταν η μοναδική υποψηφιότητα και εκλέχτηκε νέα Πρόεδρος της Δημοκρατίας εύκολα με 261 ψήφους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου