
Το πρόβλημα με τις δηλώσεις της κυρίας Κλίντον είναι το γεγονός ότι η κυβέρνηση της οποίας είναι μέλος, όχι μόνο επιχειρεί να περιορίσει την ελευθερία του Διαδικτύου, αλλά το κάνει ακριβώς επικαλούμενη ζητήματα εθνικής ασφάλειας.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα η ευρεία δικαστική έρευνα που έχει διαταχθεί εναντίον της ιστοσελίδας Wikileaks, επειδή έκανε αυτό που οι εφημερίδες κάνουν συχνά, δηλαδή δημοσίευσε διαβαθμισμένα ντοκουμέντα. Ιδρυτικά μέλη και υποστηρικτές της ιστοσελίδας έχουν δει τους λογαριασμούς τους σε κοινωνικά δίκτυα να αποτελούν αντικείμενα δικαστικής έρευνας, ενώ ιντερνετικές εταιρείες και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα έχουν διαταχθεί να εμποδίσουν ή και να τερματίσουν τις απόπειρες χρηματοδότησης της ιστοσελίδας.
Εκτός αυτού, ακολουθώντας το παράδειγμα της Σαουδικής Αραβίας, η αμερικανική κυβέρνηση εξετάζει τρόπους να υποχρεώσει τους παρόχους ιντερνετικών υπηρεσιών να εξασφαλίζουν στις ομοσπονδιακές αρχές την πρόσβαση σε ηλεκτρονικά ταχυδρομεία και μηνύματα σε κινητά τηλέφωνα διαφόρων που θεωρούνται ύποπτοι, ακόμα και χωρίς δικαστική εντολή. Επίσης, όπως αποκάλυψε πρόσφατα η εφημερίδα Washington Post, «καθημερινά η Εθνική Υπηρεσία Ασφάλειας υποκλέπτει και αποθηκεύει 1,7 δις μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, τηλεφωνικές συνομιλίες και άλλου τύπου επικοινωνίες».
Όπως όλα δείχνουν οι δηλώσεις της κυρίας Κλίντον εμπίπτουν στο γενικό σχέδιο της διπροσωπίας της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής : να καταδικάζονται πρακτικές που εφαρμόζονται πρώτα από τους ίδιους τους αμερικανούς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου