«Γιατί δε μας ρωτήσατε;», είπε η φροϋλάιν Μέρκελ στον Τσίπρα όταν πήγε στο Βερολίνο.
Πώς τολμήσετε και δώσατε 300€ στους συνταξιούχους σας, χωρίς να μας ρωτήσετε; Μας χρωστάτε, κύριοι. Τίποτα δεν θα δίνετε χωρίς να μας ρωτάτε.
Εδώ μου κάθισε αυτή η φράση.
Στον λαιμό. Νιώθω ασφυξία. Σε έναν λαό... που τον τυραννούν αδίστακτα, που του έχουν ρημάξει τη ζωή, τις περιουσίες, τα σπίτια, την ιστορία, την υπερηφάνεια και την αξιοπρέπειά του, με θράσος κατακτητή, τον καλεί στο αρχηγείο τους για να απολογηθεί.
Γιατί δεν μας ρωτήσατε;
Αφού λοιπόν δεν μας ρωτήσατε, αυτές είναι οι συνέπειές σας.
Ειλικρινά, αν δεν είχαμε όλους αυτούς τους δημοσιογράφους, εμπόδια στο να κατανοήσουμε, θα ξέραμε ότι τίποτα στην πραγματικότητα δεν έχει αλλάξει στο μυαλό της πολιτικής συμπεριφοράς της Γερμανίας. Απέναντί μας τουλάχιστον.
Η Ελλάδα γι’ αυτούς συνεχίζει να είναι υπό την κατοχή τους. Μας συμπεριφέρονται ως κατακτητές. Τα γερμανικά στρατεύματα είναι ακόμα εδώ. Νομίζω ότι θα ανοίξω το παράθυρο και θα δω τον Σόιμπλε να περνάει πάνω σε εκείνες τις παλιές μηχανές, απομεινάρια μνήμης, καθισμένο στη θέση του στρατηγού στο παράπλευρο κάθισμα της μηχανής, να χαιρετά τους κατακτημένους, που ανόρεχτοι κουνούν τα χέρια τους, μην τους δουν και τους εκτελέσουν για μη υποτακτικότητα.
Σκατά πολιτισμός αυτό που ζούμε.
Αν πολιτισμός είναι να κλαίμε στις καινούργιες συσκευές iPhone χαθήκαμε. Κλαίμε στα smartphones. Γιατί εδώ και εφτά κοντά χρόνια βλέπουμε μόνο αδιέξοδο. Ο Καραμανλής είδε την χειροβομβίδα και εγκατέλειψε το σπίτι, πήγε στη συνέχεια ο Γιωργάκης να περιεργαστεί την χειροβομβίδα και του έσκασε στα χέρια και τινάχτηκε το μαγαζί στον αέρα, την πήρε μετά ο Σαμαράς να την πετάξει από το παράθυρο με κάτι Καλαματιανούς, αλλά είχαν ξεχάσει τα παράθυρα και τις πόρτες κλειστές και τους ξαναέσκασε η χειροβομβίδα, μπαίνει στην ιστορία ο Τσίπρας και λέει από αριστερά έχει παράθυρο ανοιχτό να πετάξουμε τη χειροβομβίδα, την πετάει και του την ξαναστέλνουν πίσω και ξανασκάει η χειροβομβίδα και θέλει τώρα ο Κυριάκος σαν πιο επιδέξιος να την πετάξει αυτός, γιατί ως γιος του Μητσοτάκη και «siemenoφτιαγμένος» είναι μάγκας και πάνω από όλα αυτοδημιούργητος.
Όμως εδώ έχουμε να κάνουμε με ευρωπαϊκή συμμορία αδίστακτων τοκογλύφων.
Οι άνθρωποι αυτοί είναι υπάλληλοι τραπεζών που πρωθυπουργεύουν.
Είναι παριστάνοντες, είναι προσποιούμενοι, η Κομισιόν είναι καρναβάλι, όπου κάποιοι ντύνονται αρχηγοί και πάνε.
Δεν επιτρέπουν σε μία χώρα, μετά από τόσα χρόνια σκληρού κόπου και λιτότητας, να πάρουν οι συνταξιούχοι της ένα ελάχιστο επίδομα.
Από αυτά που τους κόψανε άδικα.
Σε λίγα χρόνια οι τζιχαντιστές θα είναι καθαρά Ευρωπαίοι. Θα υπάρξουν φανατικοί αντιευρωπαϊστές.
Το μίσος που στέλνει η Γερμανία απλόχερα θα της επιστραφεί ολόκληρο.
Η ιστορία έχει μνήμη.
Έχει ξεφτιλιστεί σύσσωμο το ελληνικό πολιτικό σύστημα. Δεξιοί και αριστεροί. Υποχείρια. Κάθε πράξη αντίστασης, στοιχειώδους αντίδρασης, τιμωρείται αμέσως από τον βαθύτατα κακόψυχο κύριο Σόιμπλε.
Μικροί. Μικροί. Μικροί…
Κι ας τους γράφω εγώ με κεφαλαία γράμματα.
Θα εκραγεί η κοινωνία από αυτό το μίσος.
Θα εκραγεί ο κάθε ξεχασμένος πολίτης απέναντι σ’ αυτές τις σάπιες ελίτ που σκορπίζουν μίσος κερδοσκοπώντας οι ίδιες.
Ήρθε να προστεθεί στις πράξεις εξευτελισμού και η πράξη του εντολοδόχου των δανειστών, Κυριάκου, ο οποίος αρνήθηκε να δοθούν αυτά τα «ψίχουλα» – όπως είπαν – στους απελπισμένους.
Ναι κύριε Μητσοτάκη, είναι αλήθεια. Οι πολίτες δεν παίρνουν σαν τους πολιτικούς μαύρες τσάντες για τις δουλειές που κάνουνε. Άλλος παίρνει 300 εκατομμύρια μίζα για να υπογράψει μια σύμβαση εξοπλιστικών, οπότε τα 300 € είναι πράγματι ψίχουλα.
Αλλά όποιος αρνείται να δώσει ψίχουλα, πώς θα δώσει αύριο ολόκληρο ψωμί;
Ούτε η αριστερά ασφαλώς θα σωθεί δίνοντας αυτό το επίδομα, αυτή την υποτιθέμενη 13η σύνταξη. Καλό, σωστό, αλλά όχι αποτρεπτικό της δυσφορίας που πλημμυρίζει την ελληνική οικογένεια.
Θα γίνει μπαμ.
Τώρα, έχουμε νεύρα. Και με τα νεύρα δεν βλέπει κανείς καλά.
Όμως έχουμε την υποχρέωση να αφήσουμε τα νεύρα μας στην άκρη.
Ο καινούργιος χρόνος μπαίνει.
Πού θα μας βρει; Πού πάμε; Πού θα πάμε; Μπροστά ή πίσω; Ποιοι είναι μπροστά; Ποιοι είναι πίσω; Τι μπορούμε να αλλάξουμε; Τίποτα; Ας απαντήσει ο καθένας μόνος του.
Ένα πράγμα όμως δεν μπορούμε να συνεχίσουμε να κάνουμε. Να σηκώνουμε το χέρι κάθε φορά, για να παίρνουμε από τους Γερμανούς άδεια για να ζήσουμε. Δεξιοί και αριστεροί μάστορες δουλεύουνε για να αποτελειώσουν το μνημείο της εθνικής μας ντροπής. Οι δεξιοί κι οι Πασόκοι το χτίσανε κι οι Συριζαίοι το βάφουν.
Θα πάνε μετά από χρόνια οι μετέπειτα γενιές και θα καταθέτουν ακάνθινα στεφάνια στο μνημείο της εθνικής μας αναξιοπρέπειας, που χτίσθηκε στους καιρούς των μνημονίων.
Εμείς αυτή την εποχή θα τη θυμόμαστε μέσα από αυτή τη φράση.
Κυρία, κυρία Μέρκελ, μπορούν να φάνε ο πατέρας μου και η μητέρα μου ένα πιάτο φαΐ αυτά τα Χριστούγεννα;
Υ.Γ.: Ασφαλώς αναφέρομαι μόνο στους Γερμανούς πολιτικούς και όχι στον γερμανικό λαό. Και αυτοί έρμαια των δικών τους δελτίων ειδήσεων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου