Σάββατο, Απριλίου 20, 2024

Η Ελλάδα του Χίτλερ: Νέα στοιχεία για τη δράση της Siemens στα χρόνια της Κατοχής Αποκαλύψεις στην επανέκδοση του «Γιαβόλ», του βιβλίου του Γ.Χαρβαλιά που έγινε μπεστ σέλλερ.







 
 


Το «Γιαβόλ! Αίμα, Λήθη και Υποτέλεια» το βιβλίο ορόσημο για τις ελληνογερμανικές σχέσεις του δημοσιογράφου και πολιτικού αναλυτή, Γιώργου Χαρβαλιά επανακυκλοφορεί αυτές τις μέρες από τις εκδόσεις ΠΕΔΙΟ.

Πρόκειται για μια τέταρτη έκδοση του γνωστού μπεστ σέλερ εμπλουτισμένη όμως αυτή τη φορά με 150 επιπλέον σελίδες πρόσθετης τεκμηρίωσης που περιέχουν και στοιχεία τα οποία βλέπουν για πρώτη φορά το φως της δημοσιότητας όπως τα αποσπάσματα από τα απόρρητα πρακτικά του Διοικητικού Συμβουλίου της ελληνικής Siemens στο διάστημα 1938-46 που εξασφάλισε κατ’ αποκλειστικότητα το iEidiseis.


Η νέα έκδοση του «Γιαβόλ» που επίσης προλογίζεται από τον πρώην πρωθυπουργό, Κώστα Καραμανλή όπως και οι παλαιότερες, περιλαμβάνει και ένα πολυσέλιδο ειδικό παράρτημα για τις γερμανικές ωμότητες στην Κατοχή εξιστορώντας με καθηλωτικό τρόπο τα όσα συνέβησαν στους εμβληματικούς τόπους θυσίας.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον όμως παρουσιάζει το αρχειακό υλικό από την δραστηριότητα της Siemens στην Ελλάδα από την κρίσιμη περίοδο πριν την έναρξη του πολέμου έως και αμέσως μετά. Κυρίως επειδή διαπιστώνεται ότι οι μέθοδοι πολιτικής διαπλοκής που απεργάστηκαν οι άνθρωποι της εταιρείας μοιάζουν εξαιρετικά με αυτές που ζήσαμε στις μέρες μας με το μεγάλο σκάνδαλο Χριστοφοράκου.
ADVERTISEMENT










Επιπλέον μέσα από τις σελίδες των πρακτικών του ΔΣ της ελληνικής Siemens στην διάρκεια της Κατοχής διαφαίνεται η απόλυτη εξαθλίωση του πληθυσμού της Αθήνα, ακόμη και των παλαιότερα ευκατάστατων ιδιωτικών υπαλλήλων μεγάλων εταιρειών που έφτασαν να πληρώνονται με τρόφιμα πρώτης ανάγκης και σόλες από λάστιχα αυτοκινήτων για να βάζουν στα παπούτσια τους.

Οι φωτογραφίες από το ανείπωτο δράμα του λιμού και της ανέχειας στους δρόμους της κατοχικής Αθήνας προέρχονται επίσης από το βιβλίο «Γιαβόλ! Αίμα, Λήθη και Υποτέλεια» του Γιώργου Χαρβαλιά.
Το εξώφυλλο του βιβλίου




Ο Γιώργος Χαρβαλιάς



Ακολουθεί η προδημοσίευση:


ADVERTISING


«Αμέσως μετά τον θάνατο του Έλληνα αντιπροσώπου της Ζαχαρίου, το 1938, συστάθηκε η «ΣΗΜΕΝΣ Ελληνική Ηλεκτροτεχνική ΑΕ». Ο Βουλπιώτης που ασκούσε τον ουσιαστικό έλεγχο προτίμησε να μείνει έξω από την διοικητική πυραμίδα της, επιλέγοντας να φαίνεται μονο στο διοικητικό συμβούλιο των «αδελφών» «ΑΕΤΕ» και «ΑΕΡΕ» ως εκπρόσωπος της Telefunken.

H διαπλοκή μεταξύ των τριών αυτών φορέων είναι πραγματικά απίστευτη και αντικατοπτρίζει το γερμανικό μοντέλο εταιρικής διάρθρωσης που χρησιμοποιεί τους ίδιους ανθρώπους-κλειδιά στην ηγεσία μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων ώστε να ασκείται εξουσία από ένα ενιαίο κέντρο. Χαρακτηριστική ήταν στην διάρκεια του μεσοπολέμου η «ανταλλαγή» στελεχών στα διοικητικά συμβούλια της Siemens και της Deutsche Bank που συνεχίζεται μέχρι τις μέρες μας.

Σε αυτό το πνεύμα, Γερμανοί ανώτατοι υπάλληλοι της μητρικής Siemens που αργότερα έγιναν τοποτηρητές της κατοχικής διοίκησης όπως για παράδειγμα ο Ρίχαρντ Ντιρξ(Richard Dierks), στενά συνδεδεμένος και με την Deutsche Bank, μετείχαν σε όλα τα διοικητικά συμβούλια των ελληνικών θυγατρικών ενώ αντιστοίχως Έλληνες, όπως ο διευθυντής της ΑΕΤΕ, Κωνσταντίνος Γουναράκης μετείχαν στο ΔΣ της «ΣΗΜΕΝΣ Ελληνική Ηλεκτροτεχνική ΑΕ», αλλά και στο εποπτικό συμβούλιο της Εθνικής Τράπεζας η οποία συνακόλουθα ανέπτυξε στενές σχέσεις με την Deutsche Bank. Ζαλιστήκατε;




Πάμε τώρα στα καλύτερα, όπως πιστά θα τα μεταφέρω από τους δύο τόμους με τα πρακτικά Διοικητικού Συμβουλίου της «ΣΉΜΕΝΣ Ελληνική Ηλεκτροτεχνική Α.Ε.»(1938-1946). Ας γυρίσουμε λοιπόν πίσω σε ένα ηλιόλουστο χειμωνιάτικο απόγευμα με το αθηναικό κέντρο να σφύζει από ζωή. Το ημερολόγιο γράφει 3 Δεκεμβρίου 1938.

Ξεκινά το πρώτο διοικητικό συμβούλιο της νεοσύστατης ελληνικής «ΣΗΜΕΝΣ» στα γραφεία της ΑΕΤΕ του Βουλπιώτη επί της οδού Σταδίου 11. Υψηλός εποπτεύων ο Γερμανός Ριχάρδος Φερνινάνδος Ντιρξ. Με την δική του υπόδειξη Πρόεδρος της νέας εταιρείας που απορρόφησε εκείνην του μακαρίτη πλέον παλαιότερου αντιπροσώπου του γερμανικού ομίλου, Αλέξανδρου Ζαχαρίου, αναλαμβάνει ο…εν ενεργεία πρύτανης του Εθνικού Μετσοβείου Πολυτεχνείου και πρώην γενικός γραμματέας του υπουργείου συγκοινωνιών, Κωνσταντίνος Γεωργικόπουλος. Γερμανομαθής φυσικά. Η διαπλοκή είχε χτυπήσει…κόκκινο.

Η εταιρεία όρισε επίσης έναν κανονικό Γερμανό, τον Αιμίλιο Μπάλσερ (Εmil Balzer) στέλεχος της μητρικής Siemens-Halske, διευθυντή προσωπικού και έναν Ελληνα μηχανικό, τον Εμμανουήλ Ευστρατίου πρώην συνεταίρο του αποθανόντος Ζαχαρίου,ως τεχνικό διευθυντή. Τα δύο αυτά στελέχη είχαν υψηλό μισθό, έξοδα παράστασης και φυσικά bonus βάσει πωλήσεων.



Κομβικό ρόλο είχε η παρουσία στο ΔΣ ενός ιδιαίτερα έμπειρου, επίσης γερμανοτραφούς δικηγόρου του Νικόλαου Ταζεδάκη ο οποίος εμφανιζόταν ως νομικός σύμβουλος και στα άλλα δημιουργήματα του Βουλπιώτη, δηλαδή την ΑΕΤΕ και το πρώτο κρατικό ραδιόφωνο, την ΑΕΡΕ.Ο Ταζεδάκης αναλάμβανε τις…δύσκολες αποστολές σε υπουργεία, πολιτικά γραφεία και δικαστήρια για λογαριασμό της εταιρείας.

Και για να μην έχετε καμία αμφιβολία ότι οι Γερμανοί σέβονται την οικογενειακή διαδοχή των ανθρώπων που τους εξυπηρετούν, το γραφείο Ταζεδάκη με τους απογόνους εκείνου του πολυμήχανου δικηγόρου έφτασε να συνεργάζεται στενά και με την Siemens των ημερών μας. Του Χριστοφοράκου. […]



Έχουμε φτάσει πλέον στο 1940 και η «ΣΗΜΕΝΣ Ελληνική Ηλεκτροτεχνική Α.Ε.» αναγκάζεται να ζητήσει δάνειο 9 εκατομμυρίων δραχμών από την Εθνική Τράπεζα. Η τελευταία όμως, παρά την εξαιρετική της διασύνδεση με γερμανικούς φορείς και πρώτη πρώτη την Deutsche Bank, υπόκειται πλέον σε διακριτική επιτήρηση από την κυβέρνηση Μεταξά.
Το τρέιλερ για το βιβλίο








Γι αυτό αξιώνει τριμηνιαίο έλεγχο στο «στοκ εμπορευμάτων» της ελληνικής Siemens, υπό την μορφή εμπράγματων εγγυήσεων. Η διοίκηση της εταιρείας ζητά το δάνειο να αυξηθεί στα 11 εκατομμύρια, αλλά σημειώνεται νέα εμπλοκή. Το νομικό τμήμα της Εθνικής υποστηρίζει ότι βάσει καταστατικού έπρεπε να έχει προηγηθεί νέα εκλογή προεδρείου.

Η υπόθεση προσωρινά παγώνει, όμως μ΄αυτά και μ΄αυτά ο πρώτος ισολογισμός της «ΣΗΜΕΝΣ Ελληνική Ηλεκτροτεχνική ΑΕ» κλείνει κερδοφόρος. Η νέα διοίκηση είχε καταφέρει μέσα σε ένα χρόνο να πενταπλασιάσει τον κύκλο εργασιών σε σχέση με την προκάτοχο εταιρεία του μακαρίτη Ζαχαρίου. Αλλά τα δύσκολα ήταν μπροστά…

Στις 13 Μαΐου 1940 υπογράφεται το πολύπαθο δάνειο 11 εκατομμυρίων με την Εθνική, αλλά η «ΣΗΜΕΝΣ» ζητάει άλλα 13 εκ. από την «αδελφή» ΑΕΤΕ του Βουλπιώτη. Ο τελευταίος όμως δεν χαρίζεται και απαιτεί ενέχυρο εμπορευμάτων ισόποσης αξίας![…]

Στο μεταξύ έχουν φτάσει τα Χριστούγεννα του 1940. Η «εορταστική» συνεδρίαση του ΔΣ της «Σήμενς» γίνεται πάλι στο σπίτι του Γεωργικόπουλου, όπου ο τεχνικός διευθυντής Ευστρατίου πληροφορεί τα μέλη πως παρά τις πολεμικές συνθήκες τα τμήματα της εταιρείας λειτουργούν κανονικά. Ειδικά το στοκ από ιατρικά μηχανήματα ξεπουλάει. Αλλά οι νέες εισαγωγές εμπορευμάτων και υλικοτεχνικού εξοπλισμού επιβαρύνονται πλέον με δασμούς 30% και επιπλέον προσαύξηση στα Τελωνεία μετά την παραλαβή.

Οι ευυπόληπτοι κύριοι του διοικητικού συμβουλίου, καθηγητές του ΕΜΠ όπως ο Γεωργικόπουλος και ο Γουναράκης, αλλά και δικηγόροι όπως ο Ταζεδάκης αποφασίζουν να απαιτήσουν την εξαίρεση της εταιρείας από αυτές τις έκτακτες πολεμικές ρυθμίσεις. Προς αυτή την κατεύθυνση διατυπώνεται αίτημα στο υπουργείο οικονομικών για την απαλλαγή της εταιρείας.

Ηδη εν τω μεταξύ έχουν επιστρατευθεί 32 υπάλληλοι, δηλαδή σχεδόν το ένα τρίτο του προσωπικού και οι εργασίες εκτελούνται με δυσκολία. Για αυτό και το ΔΣ αποφασίζει την επίδοση άτυπου διαβήματος αυτή τη φορά στο Υπουργείο Στρατιωτικών αξιώνοντας την απόσπαση των στρατευθέντων μηχανικών και τεχνικών πίσω στις εγκαταστάσεις της εταιρείας.

Σημειώνεται δε με νόημα ότι από τον εξοπλισμό της Siemens εξαρτάται και η λειτουργία των στρατιωτικών νοσοκομείων εν καιρώ πολέμου...

Η άνεση με την οποία μία γερμανική κατ’ ουσίαν εταιρεία υπό μικτή διοίκηση διατυπώνει αιτήματα και αξιώσεις σε υπουργεία και άλλες δημόσιες υπηρεσίες μαρτυρά πολύ βαθιές προσβάσεις στους διαδρόμους της κρατικής εξουσίας. Όπως ακριβώς στις μέρες μας.

Υπάρχουν όμως και κρατικοί λειτουργοί που δεν καταλαβαίνουν από εκβιασμούς. Ενώ ο ελληνικο-ιταλικός πόλεμος βρίσκεται στο φόρτε του, τα υπουργεία στρατιωτικών και ναυτικών, σε μια κοινή πρωτοβουλία προχωρούν σε επίταξη των εισαγόμενων γερμανικών ιατρικών μηχανημάτων συνολικής αξίας σχεδόν 4 εκατομμυρίων δραχμών.

Η «ΣΗΜΕΝΣ» όμως έχει τον τρόπο της. Στο υπουργείο στρατιωτικών όπου η παρέα του Γεωργικόπουλου έχει καλύτερες προσβάσεις η επίταξη γίνεται τελικά αγορά, χωρίς το τελικό τίμημα να καταγράφεται στα πρακτικά του ΔΣ.[…]

Το φθινόπωρο του 1941 αρχίζουν τα σοβαρά προβλήματα επισιτισμού και τα μεγάλα προβλήματα για τους Αθηναίους. Μέσα από τις σελίδες των πρακτικών του ΔΣ της «ΣΗΜΕΝΣ» στο διάστημα από το τελευταίο τρίμηνο του 1941 έως το καλοκαίρι του 1942 αποτυπώνεται ανάγλυφο το δράμα της ελληνικής πρωτεύουσας που έρχεται πλέον αντιμέτωπη με το φάσμα της πείνας.

Οι εργαζόμενοι, όπως και σε άλλες εταιρείες, συγκροτούν επιτροπές και στην πράξη ζητιανεύουν από τις εργοδοσίες τρόφιμα. Τα κρατικά δελτία που εκδίδει η κυβέρνηση Τσολάκογλου προορίζονται μόνο για μερικά δράμια ψωμί.[…]

Στο μεταξύ όμως μαζί με την πείνα, έχει αρχίσει και το κρύο. Κρύο ανυπόφορο και παρατεταμένο. Τον τραγικό Ιανουάριο του 1942, οι υπάλληλοι του Λογιστηρίου είναι αδύνατον να κάτσουν και να δουλέψουν στα παγωμένα γραφεία τους για περισσότερες από μια-δυό ώρες. Δεν υπάρχει καλά-καλά ούτε τροφοδοσία σε ηλεκτρικό ρεύμα Και ο ισολογισμός της εταιρείας μένει στον αέρα.



«Αιτία της καθυστέρησης σύνταξης το δριμύ ψύχος» αναφέρει ο Ευστρατίου. Και ο Γερμανός ομόλογος του σπεύδει να εξηγήσει το φαινόμενο με όρους…εργασιακής απόδοσης: «Μέγα μέρος των υπαλλήλων ησθένησε και δεν ηδυνήθη ιδίως κατά τους μήνας του χειμώνος, όπου είχομεν εις τα δωμάτια 4-8 βαθμούς να εργασθεί με την συνήθη δραστηριότητα και πλέον των 5 ωρών».

Παρά τη γκρίνια και τις αντικειμενικές αντιξοότητες ο ισολογισμός του 1941 κλείνει με κερδοφορία που οφείλεται κυρίως στις «ενέσεις ρευστού» της μητρικής. Η κατάσταση όμως όλο και χειροτερεύει. Ο πληθωρισμός εκτινάσσεται, ο μαυραγοριτισμός θριαμβεύει και οι εργαζόμενοι, παρά τις συνεχείς αυξήσεις μισθών οδηγούνται στην απόλυτη εξαθλίωση χωρίς να μπορούν να προμηθευτούν τα στοιχειώδη.

Η διοίκηση της «ΣΗΜΕΝΣ» αναγκάζεται να στραφεί στον Βουλπιώτη που έχει ακόμη πιο προνομιακές σχέσεις με τους Γερμανούς. Κατόπιν εντολής των κατοχικών αρχών η ΑΕΤΕ τροφοδοτείται με 10.5 τόνους οσπρίων και μοιράζει μια μικρή ποσότητα 125 οκάδων, κυρίως φασόλια και φακές, στην «ΣΗΜΕΝΣ».

Στις 16 Ιουλίου 1942 το ΔΣ επανεκλέγει ομόφωνα πρόεδρο τον καθηγητή Γεωργικόπουλο και μέλη τους υπόλοιπους της εκλεκτής παρέας όπως τους Γουναράκη και Ταζεδάκη ενώ προσκαλεί στη σύνθεση τον Ούγκο Φρόμ(Hugo Fromm), Γερμανό υπάλληλο της Telefunken και ταυτόχρονα πράκτορα των γερμανικών μυστικών υπηρεσιών που μετείχε επίσης στο διοικητικό συμβούλιο της ΑΕΤΕ του Βουλπιώτη.

Την ίδια περίοδο μια υπάλληλος απολύεται «δια ανάρμοστον συμπεριφοράν» και αντικαθίσταται από «νεαρά απόφοιτο της γερμανικής σχολής». Προσέξτε όμως το καλύτερο: Η διοίκηση της εταιρείας οδηγείται σε δικαστική διένεξη με μια άλλη νεαρά, την «δίδα Παππού» από την οποία η «ΣΗΜΕΝΣ» νοικιάζει τα γραφεία της στη Σοφοκλέους.

Μέσα στην ασυγκράτητη άνοδο των τιμών η ιδιοκτήτρια διεκδικεί την ανώτατη δυνατή αύξηση και κερδίζει το δικαστήριο. Ως απάντηση το ΔΣ της «ΣΗΜΕΝΣ» ζητάει από τις γερμανικές αρχές την επίταξη του κτιρίου για λογαριασμό της εταιρείας, ώστε να μην πληρώνει καθόλου ενοίκιο!

Τον Σεπτέμβριο του 1942, μόλις έχει κοπάσει λίγο ο μεγάλος λιμός η εταιρεία για να ανακουφίσει το δράμα των εργαζόμενων συνεχίζει να μοιράζει είδη πρώτης ανάγκης, τρόφιμα και μεταξύ άλλων από ένα ζευγάρι «σόλες υποδημάτων»[…]

Δύο μήνες αργότερα η διοίκηση της «Σήμενς» αναγκάζεται, μαζί με τα επιδόματα σίτισης να παραχωρήσει «εις τους άρρενας υπαλλήλους ή μόνιμους εργάτας, ανά μία φανέλλα και εν σώβρακον», προφανώς είδη πολυτελείας εκείνη την περίοδο[…] Στις 29 Οκτωβρίου του 1943 αρχίζουν τα…όργανα.

Το διοικητικό συμβούλιο μαθαίνει θορυβημένο ότι ένα ελληνικό δικαστήριο έκανε δεκτή την προσφυγή ενός τεχνίτη ο οποίος απασχολείται σε σύμβαση «με γερμανικάς υπηρεσίας» και ζητά πρόσθετες παροχές από την εταιρεία. Ο νομικός σύμβουλος Νικόλαος Ταζεδάκης εισηγείται συμβιβασμό για να μην δημιουργηθεί προηγούμενο…[…]



Το τραγικό εκείνο σφάλμα ενισχύει κάθετα τους ισχυρισμούς των απολυμένων που φαίνονται καλά «δασκαλεμένοι». Ζητούν πλέον, όχι βοηθήματα υπό την μορφή αποζημιώσεων, αλλά άμεση επαναπρόσληψη και πλήρη μισθοδοσία. Αυτή τη φορά έχουν στο πλευρό τους και το υπουργείο εργασίας που αναλαμβάνει την διαιτησία.

Οι Γερμανοί έχουν φύγει και αρμόδιος υπουργός στην βραχύβια κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας του Γ. Παπανδρέου έχει αναλάβει ο «σκληρός» Μιλτιάδης Πορφυρογένης, δικηγόρος και ηγετικό στέλεχος του ΚΚΕ που όπως ήταν φυσικό παίρνει το μέρος των εργατών.

Μετά από πολλά επεισόδια προσφυγών και διαιτησίας, το διοικητικό συμβούλιο της «ΣΗΜΕΝΣ» αποφασίζει να περάσει την αντεπίθεση και να στείλει την υπόθεση στα αστικά δικαστήρια. Η οργή για τη στάση του υπουργείου εργασίας είναι έκδηλη καθώς αναφέρεται χαρακτηριστικά: «Πρόκειται περί στρεψοδικίας των εργατών αναφανδόν παρά του Υπουργείου (ενν. Εργασίας) υποστηριζόμενης. Είναι καιρός πλέον να αντιδράσωμεν έναντι της δια πολλοστήν φοράν εκδήλωσης εχθρικής στάσεως του Υπουργείου έναντι ημών, εφόσον έχομεν ως σκοπόν την διατήρησιν της εταιρείας…»

Εισηγητής της σκληρής στάσης είναι ο νομικός σύμβουλος Ταζεδάκης που προφανώς είναι χωμένος στα πράγματα και μυρίζεται ότι η συμμετοχή του ΚΚΕ στη μεταπολεμική κυβέρνηση δεν διαρκέσει για πολύ. Λίγες μέρες αργότερα ακολουθούν τα Δεκεμβριανά.[…]

Η 79η συνεδρίαση του ΔΣ της «ΣΗΜΕΝΣ», στις 15 Φεβρουαρίου 1945 είναι και η τελευταία με το καθεστώς της παλαιάς διοίκησης, αφού η εταιρεία υπάγεται ευλόγως στο νόμο περί εχθρικών περουσιών που τίθενται υπό μεσεγγύηση. Οι παλιές καραβάνες, Γεωργικόπουλος, Ευστρατίου και Ταζεδάκης βλέπουν τι έρχεται. Και αποφασίζουν το “colpo grosso”. Mε υπόμνημα που στέλνουν στο υπουργείο οικονομικών υποστηρίζουν ότι η εταιρεία υπήρξε φυσική συνέχεια αυτής του παλαιού αντιπροσώπου της Siemens, Αλέξανδρου Ζαχαρίου την οποία και απορρόφησε προσλαμβάνοντας όλους τους παλαιούς υπαλλήλους της.

Ο Ιωάννης Βουλπιώτης





Σύμφωνα με τους ίδιους ισχυρισμούς ουδείς αλλοδαπός εργάστηκε στην ελληνική «ΣΗΜΕΝΣ» με την εξαίρεση του Γερμανού διευθυντή Αιμίλιου Μπάλσερ. Και εδώ φτάνουμε στο ζουμί: Προκειμένου να αποδειχθεί ότι η εταιρεία είναι κατ’ ουσία ελληνική και όχι θυγατρική γερμανικής, προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι…το 62% των μετοχών ανήκει σε εργαζόμενους, παλαιά στελέχη της εταιρείας! Επομένως αν κλείσει ή εκκαθαρισθεί θα ζημιωθούν Ελληνες!

Σε πρώτη φάση το κόλπο δεν γλύτωσε την «ΣΗΜΕΝΣ» από την υπαγωγή σε καθεστώς μεσεγγύησης και κρατικής εποπτείας. Τον Μάρτιο του 1945 ορίζεται μία μικτή «επιτροπή διαχείρισης» με επιτρόπους του Δημοσίου, αλλά και μέλη της παλαιάς διοίκησης. Από την πλευρά του κράτους μπαίνουν εκπρόσωποι από τα Υπουργεία Οικονομικών, Εθνικής Οικονομίας και Μεταφορών, μεταξύ των οποίων και εξέχουσες προσωπικότητες όπως ο οικονομολόγος Παναγιώτης Δερτιλής που συναντήσαμε νωρίτερα για τις μελέτες του σχετικά με τις γερμανικές οφειλές.

Το απίθανο της υπόθεσης είναι όμως ότι στην ίδια επιτροπή παραμένουν οι παλαιοί γνώριμοι του διοικητικού συμβουλίου και μάλιστα με συναίνεση των εκπροσώπων του δημοσίου καταλαμβάνουν τις προηγούμενες θέσεις τους.[…]

Ο επίτροπος Δερτιλής, έμπειρος και υποψιασμένος γύρω από τις επιχειρηματικές μεθοδεύσεις των Γερμανών και των ανθρώπων τους, ζητά να μάθει επιμόνως πληροφορίες για την δράση της εταιρείας στην περίοδο της Κατοχής. Και ιδίως το «μοίρασμα» αρμοδιοτήτων με την μητρική.

Ο Γεωργικόπουλος δηλώνει πρόθυμος να παρέχει κάθε πληροφορία και μεταξύ άλλων επιστρατεύει παιδαριώδη επιχειρήματα, λέγοντας ότι ναι μεν η Siemens Βερολίνου διέθεσε τα κεφάλαια, αλλά…δεν ενδιαφέρεται για προσπορισμό κέρδους, όσο για την διάδοση των προιόντων της!

Την σκυτάλη παίρνει ξανά ο Ταζεδάκης που εξηγεί ότι μεταβιβάσθηκε η πλειοψηφία των μετοχών στους υπαλλήλους «διότι εκρίθη ότι ούτοι θα ενδιαφερθούν κατ΄αυτόν τον τρόπο περισσότερο δια την διάδοσιν του ηλεκτρισμού εν Ελλάδι και επομένως και την κατανάλωσιν των προιόντων Σήμενς».

Στην κυριολεξία ο ένας κόβει και ο άλλος ράβει επιστρατεύοντας απίθανες σοφιστείες που κανονικά θα έπρεπε να εξοργίσουν τους επιτρόπους του κράτους. Αντιθέτως όμως. Μόλις 4 μέρες αργότερα, στην δεύτερη συνεδρίαση της 9ης Μαρτίου 1945 η επιτροπή επανεκλέγει ομοφώνως τον Εμμανουήλ Ευστρατίου ως τεχνικό διευθυντή και τον Κωνσταντίνο Γεωργικόπουλο ως πρόεδρο![…]

Είναι μεσημέρι της 11ης Σεπτεμβρίου, η Επιτροπή συνεδριάζει στα γραφεία της εταιρείας και ο Δερτιλής ζητά να πάρει τον λόγο για να κάνει δύο σημαντικές ανακοινώσεις με απώτερο στόχο να «καθαρίσει» τον Ευστρατίου. Αρχικά ανασύρει μια εγκύκλιο της Γενικής Διεύθυνσης Δημοσίου Λογιστικού που ορίζει ότι οι εντεταλμένοι διαχειριστές στις υπό μεσεγγύηση εταιρείες πρέπει να είναι(και λογικά)δημόσιοι υπάλληλοι.

Όχι τα παλιά αφεντικά. Και στη συνέχεια ο Δερτιλής ρίχνει τη βόμβα: Αποκαλύπτει ότι ο πρώην τεχνικός διευθυντής και νυν παρανόμως ορισθείς «εντεταλμένος διαχειριστής» της «ΣΗΜΕΝΣ», ο Εμμανουήλ Ευστρατίου έχει προσφύγει στο ΣτΕ για να προσβάλει το κύρος της μεσεγγύησης, χωρίς να ενημερώσει την Διαχειριστική Επιτροπή! Ολο εκείνο το διάστημα δηλαδή που υποκρινόταν τον ευπειθή υπάλληλο απέναντι στους κρατικούς επιτρόπους απεργαζόταν με δόλια μέσα την άρση του καθεστώτος μεσεγγύησης για να ξαναπάρει την εταιρεία στα χέρια του!



Υπό κανονικές συνθήκες η αποκάλυψη του Δερτιλή έπρεπε να είχε οδηγήσει στην άμεση καρατόμηση του Ευστρατίου. Αλλά οι συνθήκες δεν ήταν κανονικές. Το παιχνίδι ήταν στημένο εις βάρος του ελληνικού δημοσίου. Στο άκουσμα της εισήγησης για αντικατάσταση του Ευστρατίου, πετάχθηκε λάβρος από την καρέκλα του ο πρόεδρος Γεωργικόπουλος. Τα προσωπεία της ευγένειας είχαν πλέον καταπέσει.

«Συγχέετε δύο διαφορετικά θέματα», είπε στον εμβρόντητο Δερτιλή. Και αμέσως μετά επιστράτευσε έναν από τους απίθανους ισχυρισμούς του. Πρόκειται, εξήγησε, για διαφορά μεταξύ του Δημοσίου και ιδιωτών, αφού το 62% των μετοχών ανήκει σε Ελληνες υπαλλήλους. Δεν έχει λόγο εδώ η Διαχειριστική Επιτροπή, ούτε όφειλε να έχει ενημερωθεί!

Το μεγάλο κόλπο ήταν λοιπόν η μεταβίβαση του 62% της εταιρείας στα χέρια του Ευστρατίου και μιας χούφτας έμπιστων στελεχών. Πώς, πότε και υπό ποιες προϋποθέσεις έγινε αυτή η μεταβίβαση από την μητρική Siemens του Βερολίνου παραμένει άγνωστο. Γεγονός είναι ότι εν μία νυκτί μεταπολεμικά η «ΣΗΜΕΝΣ» βρέθηκε σε ελληνικά χέρια, τουλάχιστον στα χαρτιά[…]

Η κατάσταση τείνει να φτάσει στα άκρα με τον Δερτιλή εναντίον όλων και τότε ο Γεωργικόπουλος, βέβαιος ότι ελέγχει το συμβούλιο προτείνει ψηφοφορία με μια πονηρή διατύπωση του επίμαχου ερωτήματος. Τα μέλη της διαχειριστικής επιτροπής καλούνται να αποφασίσουν αν υπάρχει ανάγκη να αναθεωρηθεί η εκλογή, όχι μόνο του Διαχειριστή, αλλά και του Προέδρου! Ο πονηρός καθηγητής δηλαδή έβαλε μέσα και τον εαυτό του, τάχα για λόγους ευθιξίας.

Και τα μέλη της Επιτροπής, ανάμεσα τους και οι εκπρόσωποι του κράτους, αποφασίζουν δια απολύτου πλειοψηφίας ότι δεν συνίσταται τέτοια ανάγκη. Μόνον ο Δερτιλής μειοψηφεί εξηγώντας το αυτονόητο, ότι δηλαδή δεν γίνεται ο ελεγχόμενος να επωμίζεται και τον ρόλο του ελεγκτή. Ο πρόεδρος Γεωργικόπουλος έχει κι εδώ την απάντηση. Ο έλεγχος, λέει, είναι συλλογικός. Ασκείται από το σύνολο των μελών της Επιτροπής.

Και κάπου εδώ τελειώνει πανηγυρικά η όποια προσπάθεια ελέγχου της ελληνικής «ΣΗΜΕΝΣ» από το δημόσιο. Ο αξιοπρεπής κρατικός λειτουργός που επιχείρησε να στριμώξει τους εντολοδόχους των Γερμανών, αδειάστηκε τελικά από τους ίδιους τους συναδέλφους του…

*Οι φωτογραφίες που περιλαμβάνονται στο κείμενο μαζί με πολλές άλλες από την κατοχή περιλαμβάνονται στο βιβλίο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου