ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ/ EUROKINISSI
Σε ανεγέρσεις σπιτιών, στοιχηματικές εταιρίες, αγορές ακριβών αυτοκινήτων και ψώνια ξέπλεναν τα εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ από την εγκληματική τους δράση τα μέλη του κυκλώματος, τα οποία είχαν στήσει μία «καλοκουρδισμένη επιχείρηση» που έκανε τηλεφωνικές και διαδικτυακές απάτες σε όλη την Ελλάδα.
Η έρευνα της Ασφάλειας αποκάλυψε ότι δεν πρόκειται μόνο για «επιστήμονες» στην απάτη αλλά και στη «νομιμοποίηση» των κερδών τους. Χαρακτηριστικό είναι ότι αγόραζαν με τα χρήματα που αποσπούσαν από τα θύματά τους κάρτες paysafe και στη συνέχεια έκαναν κατάθεση σε στοιχηματικές εταιρίες, με στόχο να «ασπρίσουν» το μαύρο χρήμα. Οι κινήσεις αυτές γίνονταν χωρίς να χάσουν χρόνο, υπό τον κίνδυνο οποιουδήποτε ηλεκτρονικού μπλοκαρίσματος.
Καλά οργανωμένο «σούπερ μάρκετ» απάτης
Αρχηγικά μέλη ήταν ο έγκλειστος «Κώστας» και ο «Λ», οι οποίοι χαρακτηρίζονται από τους αστυνομικούς ως οι «ιθύνοντες νόες». Συνεργάτες τους η «Κατερίνα», ο «Μάριος», η «Σοφία», ο «Τσίρος» και άλλα πρόσωπα που «εργάζονταν» καθημερινά για ώρες για την «επιχείρηση».
«Μόνο ένα καλά οργανωμένο ‘σούπερ μάρκετ’ απάτης θα μπορούσε να καταφέρει να κάνει 656 απάτες με κέρδη 3 εκατομμύρια ευρώ μέσα σε διάστημα δύο ετών. Και αυτά τα νούμερα είναι τα επισήμως βεβαιωμένα. Εκτιμάται ότι έχει ταυτοποιηθεί μόλις το 20% των πράξεων τους και ότι συνολικά οι περιπτώσεις απατών είναι 3.000 και τα κέρδη τους 14 εκατομμύρια ευρώ», λένε αστυνομικές πηγές.
«Αγαπημένος» τρόπος απάτης του κυκλώματος ήταν οι εικονικές αγγελίες για την πώληση αυτοκινήτων και αγροτικών μηχανημάτων σε «τιμή ευκαιρίας», είτε στο «marketplace» (χώρος αγορών) στο Facebook είτε σε πασίγνωστη ιστοσελίδα με αγγελίες οχημάτων. Ζητούσαν προκαταβολή από τους ενδιαφερόμενους αγοραστές, οι οποίοι έκαναν την καταβολή σε τραπεζικούς λογαριασμούς της οργάνωσης. Οι πολίτες που πείστηκαν για τη γνησιότητα των αγγελιών και έδωσαν προκαταβολές είναι εκατοντάδες.
Για να καταφέρουν τον σκοπό τους τα μέλη του κυκλώματος έπρεπε να «στρατολογήσουν» δεκάδες δικαιούχος τραπεζικών λογαριασμών. Αστυνομικές πηγές εξηγούν ότι εκμεταλλευόντουσαν ευάλωτα άτομα, όπως τοξικομανείς, εθισμένους στον τζόγο και επαίτες. Τα «μουλάρια», όπως λέγονται στην αστυνομική ορολογία οι «μπροστινοί» που δίνουν τους λογαριασμούς τους, έπαιρναν ως αμοιβή από 300 έως 800 ευρώ.
Ένας από τους κατηγορουμένους φέρεται να προχωρούσε ένα βήμα παραπάνω. Στρατολογούσε «μπροστινούς» με αντάλλαγμα όχι χρήματα αλλά ναρκωτικές ουσίες. Αυτός δεν είναι ο μόνος που κατηγορούμενος που έκανε διακίνηση ναρκωτικών. Κάποια από τα μέλη της οργάνωσης είχαν «τακτικούς» πελάτες, στους οποίους έκαναν και «εκπτώσεις». Μάλιστα, οι αστυνομικοί αποκωδικοποίησαν το «γλωσσάρι» τους.
Όταν έκαναν στις επικοινωνίες τους αναφορά στις μονάδες της ώρας, για παράδειγμα «ένα λεπτό», εννοούσαν το ένα γραμμάριο κοκαΐνη. Με την αναφορά στους επιθετικούς προσδιορισμούς «μεγάλο» και «μικρό» εννοούσαν: ένα μικρό ήταν μισό γραμμάριο κοκαΐνη. Ένα μεγάλο ήταν ένα γραμμάριο κοκαΐνη. Με την αναφορά στο κόστος πώλησης. Για παράδειγμα, ένα πενηντάρικο / πενηντάρι ήταν μισό γραμμάριο κοκαΐνη, ένα εξηντάρι ήταν 0.6 γραμμάρια κοκαΐνη. Με την αναφορά στο νόμισμα: Για παράδειγμα, ένα ευρώ ήταν ένα γραμμάριο κοκαΐνη.
Τηλεφωνικά κέντρα
Στο Άργος Αργολίδας είχε στηθεί το αρχηγείο τους, δηλαδή το μεγαλύτερο τηλεφωνικό κέντρο της οργάνωσης για τη διάπραξη τηλεφωνικών απατών. Τηλεφωνικά κέντρα υπήρχαν και στην Αμαλιάδα και στη Γαστούνη Ηλείας.
Συνολικά υπήρχαν τρεις διαφορετικοί μέθοδοι απάτης, οι οποίες ήταν οι εξής:
Μεθοδολογία 1η
Αφορούσε την ανάρτηση σε διαδικτυακές πλατφόρμες εικονικές αγγελίες, που αφορούσαν την πώληση αυτοκινήτων και αγροτικών μηχανημάτων, σε πολύ χαμηλή και δελεάζουσα τιμή, για να προσελκύσουν έτσι το ενδιαφέρον πληθώρας υποψηφίων αγοραστών, ζητώντας προκαταβολή από τους ενδιαφερόμενους αγοραστές προκειμένου να έρθουν σε συμφωνία.
Μεθοδολογία 2η
Αφορούσε τηλεφωνικές κλήσεις από τα μέλη της οργάνωσης, προσποιούμενοι υπαλλήλους δημοσίων φορέων προς πολίτες με πρόφαση ότι είναι δικαιούχοι είτε κρατικής επιδότησης είτε επιστροφής χρημάτων. Με το πρόσχημα να παραλάβουν το χρηματικό ποσό άμεσα, τα υποψήφια θύματα καθοδηγούνταν από τα μέλη της οργάνωσης σε ενέργειες για την απόσπαση των χρηματικών τους ποσών.
Μεθοδολογία 3η
Αφορούσε τηλεφωνικές κλήσεις από τα μέλη της οργάνωσης, προσποιούμενοι υπαλλήλους του συνεργαζόμενου λογιστικού γραφείου των υποψήφιων θυμάτων, οι οποίοι ήταν ιδιοκτήτες ή εργαζόμενοι περίπτερων και μίνι-μάρκετ και με πρόφαση ότι πρέπει να αναβαθμίσουν το σύστημα της ταμειακής μηχανής, έπειθαν τους τελευταίους να εκδίδουν προπληρωμένες κάρτες και να ανακοινώνουν στα μέλη της οργάνωσης τον κωδικό τους.
Πιο αναλυτικά, όσον αφορά στο χρονικό της υπόθεσης και τον τρόπο δράσης τους, η Αστυνομία ανακοίνωσε: «Όταν κάποιο χρηματικό ποσό κατατίθενται από κάποιο θύμα, απορροφάται από τον αρχικό λογαριασμό μέλους της οργάνωσης άμεσα, είτε με μεταφορά σε άλλο τραπεζικό λογαριασμό μέσω e-banking και την άμεση ανάληψη του ποσού, είτε ομοίως σε άλλο τραπεζικό λογαριασμό μέσω e-banking και εν συνεχεία τα προερχόμενα από την εγκληματική τους δραστηριότητα έσοδα μεταφέρονται άμεσα σε έτερους τραπεζικούς λογαριασμούς. Επίσης, αρκετές φορές πραγματοποιούσαν άμεσες αγορές μέσω των τραπεζικών λογαριασμών στο διαδίκτυο, «εξαργυρώνοντας» τα χρήματα σε προϊόντα αξίας για πιθανή μεταπώληση.
Η ανεύρεση και εν συνεχεία η στρατολόγηση των δικαιούχων τραπεζικών λογαριασμών γινόταν τόσο από ανώτερα όσο και από κατώτερα σε ιεραρχία μέλη της οργάνωσης, τα οποία αναζητούσαν άτομα που είχαν οικονομική ανάγκη (χρήστες ναρκωτικών ουσιών, άτομα εθισμένα στο τζόγο, επαίτες κ.α.), οι οποίοι παραχωρούσαν τα τραπεζικά στοιχεία τους (money mules), αφού στηρίζονται στις χρηματικές τραπεζικές μεταφορές μέσω των λογαριασμών αυτών, οι οποίες καταγράφονται και είναι ανιχνεύσιμες κατόπιν άρσης του τραπεζικού απορρήτου. Τα άτομα αυτά λαμβάνοντας από -300- εως -500- ευρώ από την οργάνωση, παρέδιδαν τραπεζικά δεδομένα, κάρτες και την ταυτοποιημένη στην τράπεζά τους τηλεφωνική σύνδεση – συσκευή κινητής τηλεφωνίας στην οποία ελάμβαναν τους κωδικούς μιας χρήσης (OTPs) στα μέλη της οργάνωσης.
Ακολούθως, τους καθοδηγούσαν να δηλώσουν ψευδώς ότι εκλάπησαν, αφού ολοκληρώνονταν η απάτη και η ανάληψη χρημάτων.
Η οργάνωση δρούσε σαν μια καλά οργανωμένη επιχείρηση με τεράστια κέρδη μέρος των οποίων νομιμοποιούνταν με παντός τύπου αγορές, όπως οχήματα μεγάλης ιπποδύναμης, ανέγερση κατοικιών, πολλαπλές αγορές κ.α. και με σταθερή επιδίωξη την απόκτηση παράνομου περιουσιακού οφέλους, ενώ παράλληλα η αυτοτέλεια της οργάνωσης δεν επηρεάζονταν από την φυσική υπόσταση των μελών της.
Αν και ο παραπάνω τρόπος δράσης ήταν σχεδιασμένος για να μην αφήνει ίχνη, η διαρκής δράση της οργάνωσης ήταν επικεντρωμένη στην άμεση απορρόφηση των χρημάτων, προκειμένου να μη τα απωλέσουν σε περίπτωση μπλοκαρίσματος του αρχικού λογαριασμού από την τράπεζα.
Από το σύνολο της προανάκρισης διακριβώθηκε η διαρκής δράση της οργάνωσης από αρχές Οκτωβρίου του έτους 2022 χωρίς εδαφικό περιορισμό ανά την ελληνική επικράτεια. Η οργάνωση είχε ως «κέντρα» της την περιοχή οικισμών του Ζευγολατιού και των Εξαμιλίων Κορινθίας αλλά και το Άργος Αργολίδος, όπου είχαν στήσει τα αρχηγεία – τηλεφωνικά κέντρα τους.
Κομβικό ρόλο στην λειτουργία της οργάνωσης, συνιστούσαν τα επιχειρησιακά κέντρα που αποτελούνταν από τα στρατολογημένα μέλη που ήταν επιφορτισμένα με την ανάληψη μετρητών από τα αυτόματα μηχανήματα συναλλαγών (ΑΤΜ), λαμβάνοντας μέτρα προστασίας (μάσκες, κουκούλες).
Η Σαλαμίνα αποτέλεσε επιχειρησιακό κέντρο του Ζευγολατιού και των Εξαμιλίων Κορινθίας, ένεκα της γεωγραφικής της ιδιαιτερότητας αλλά και μεγάλης στρατολόγησης μελών που πέτυχε η οργάνωση.
Αντίστοιχα, η Αμαλιάδα και η Γαστούνη Ηλείας αποτέλεσε επιχειρησιακό κέντρο του Άργους για τους ίδιους λόγους.
Μέρος των χρημάτων που λαμβάνονταν από τα ΑΤΜ, χρησιμοποιούνταν για την αμοιβή των στρατολογημένων προσώπων, ενώ ο κύριος όγκος των χρημάτων κατέληγε, είτε με αυτοπρόσωπη παράδοση, είτε μέσω εταιριών μεταφοράς χρημάτων, στους διευθύνοντες της οργάνωσης.
Προς εξυπηρέτηση και επίτευξη των εγκληματικών επιδιώξεων τους είχαν εφοδιασθεί με πλήθος, τηλεφωνικών συνδέσεων «ghost phones» και τηλεφωνικών συσκευών, οι οποίες αντιστοιχούσαν πολλές φορές σε τηλεφωνικές συνδέσεις με αριθμούς κλήσης διαδοχικής σειράς και ήταν ονομαστικοποιημένες ως επί το πλείστον σε τρίτα πρόσωπα και συγκεκριμένα αλλοδαπούς.
Επιπλέον, κάποια μέλη της διακινούσαν ναρκωτικές ουσίες, δραστηριότητα ωφέλιμη για την ευρύτερη δράση της οργάνωσης, καθώς είχαν επαφές με χρήστες από τους οποίους σε πολλές περιπτώσεις στρατολογούσαν τα τραπεζικά στοιχεία τους.
Στο πλαίσιο της ευρείας κλίμακας επιχείρησης που έλαβε χώρα πρωινές ώρες της 26-11-2024, και οδήγησε στη σύλληψη -25- μελών, κατασχέθηκαν μεταξύ άλλων πλήθος τραπεζικών καρτών, τραπεζικών βιβλιαρίων, ηλεκτρονικών συσκευών και τηλεφωνικών συνδέσεων, οπλισμός, πιστόλι φωτοβολίδων, tazer, πλήθος οχημάτων, χρηματικό ποσό και ποσότητες ναρκωτικών ουσιών.
Τα συλληφθέντα μέλη οδηγήθηκαν στον κ. Εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών».
Δείτε βίντεο:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου