Κυριακή, Ιουλίου 13, 2025

Πολυκατοικίες χωρίς ασανσέρ...

 



Για πόσο ακόμη θ' ανεβαίνουμε από τις σκάλες;...

Η τοποθέτηση ασανσέρ σε παλιές πολυκατοικίες είναι πανάκριβη και δεν προβλέπεται καμία βοήθεια από το κράτος για την εγκατάσταση και την προσαρμογή στο κτήριο

Δώσαμε ραντεβού έξω από το σπίτι τους στον Κολωνό. Απ’ όσο γνωρίζουν, είναι η πρώτη τριώροφη πολυκατοικία που χτίστηκε στην περιοχή. Ήταν την εποχή που ακόμη ο κόσμος δεν θεωρούσε απαραίτητο να βάλει ασανσέρ ή το παρέβλεπε ως ανάγκη για να κερδίσει λίγο μεγαλύτερο χώρο για τα διαμερίσματα. Λίγο μετά την πόρτα της εισόδου μάς περιμένουν τα πρώτα δέκα σκαλοπάτια. Δύο ξύλινες κουπαστές στη μία και στην άλλη πλευρά προσφέρουν μια ελάχιστη βοήθεια. Ανεβαίνοντας, συναντάς τα πρώτα δύο διαμερίσματα. Για να πας, όμως, παραπάνω χρειάζεται πολύ μεγαλύτερος κόπος.

«Οσα χρόνια θυμάμαι τον εαυτό μου, οι σκάλες υπήρξαν κομμάτι της καθημερινότητάς μας - όχι πάντα εύκολο, και σίγουρα όχι πάντα ασφαλές» λέει η Κατερίνα Χαϊδά. Μαζί με τον αδερφό της με ξεναγούν στην παλιά πολυκατοικία, όπου μεγάλωσαν στο διαμέρισμα του τρίτου ορόφου. «Εδώ μεγάλωσαν και τα παιδιά μου. Τα κρατούσαν οι γονείς μου όταν εμείς δουλεύαμε, και καθημερινά ανεβοκατέβαινα τις σκάλες κρατώντας το ένα παιδί στην αγκαλιά και το άλλο από το χέρι. Μετά γύριζα ξανά για να ανεβάσω το καρότσι ή τα πράγματά τους. Ήταν μια άσκηση υπομονής, αντοχής και ισορροπίας, κάθε μέρα». Τα ζητήματα, συνεχίζει, είναι πολλά, ειδικά για τους ηλικιωμένους ή ανθρώπους με κινητικά θέματα. «Θυμάμαι χαρακτηριστικά τη γιαγιά μου, τη βάζαμε σε μια απλή καρέκλα του σαλονιού και δύο άτομα την κατεβάζαμε σκαλί-σκαλί. Όταν κάποιος ένοικος χρειαζόταν ασθενοφόρο, το ΕΚΑΒ αντιμετώπιζε μεγάλες δυσκολίες. Η μεταφορά του φορείου από τις σκάλες ήταν σχεδόν αδύνατη λόγω των στενών στροφών, ιδιαίτερα σε ένα τριώροφο κτήριο. Συχνά κατέφευγαν στη χρήση της ειδικής καρέκλας, όμως ακόμα κι έτσι η διαδικασία ήταν εξαιρετικά δύσκολη, χρονοβόρα και απαιτούσε ιδιαίτερη προσοχή».



«Κουραστικά τα ψώνια, επικίνδυνο για νέους γονείς»

Οι δυσκολίες είναι πολύ περισσότερες από εκείνες που μπορεί κανείς να φανταστεί αρχικά. «Τα ψώνια από το σούπερ μάρκετ ή τη λαϊκή ήταν άλλο μαρτύριο. Είτε δύο άτομα ανέβαζαν μαζί το καρότσι είτε έκανες πέντε διαδρομές κουβαλώντας λίγα-λίγα τα πράγματα μέχρι τον τρίτο όροφο. Για μια νέα μητέρα με μωρό ή και με δύο μικρά παιδιά που χρειάζονται προσοχή στις σκάλες τα πράγματα γίνονταν επικίνδυνα» θυμάται η Κατερίνα. Η έλλειψη ασανσέρ, όμως, δεν αποτελεί απλώς πρακτικό πρόβλημα: «Σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, όπως μια πυρκαγιά, γίνεται σοβαρό θέμα ασφάλειας, ειδικά για ανθρώπους που δεν μπορούν να κατέβουν γρήγορα ή μόνοι τους τις σκάλες».


Η ταράτσα, επίσης, δεν προσφέρει εύκολη διέξοδο. Συνδέεται με τη γνωστή σιδερένια σπειροειδή σκάλα, η οποία χωράει μόλις ένα άτομο. Κάποτε, βέβαια, η ανάβασή της ήταν κι αυτή μέρος της καθημερινότητας, καθώς στην ταράτσα υπήρχε χώρος για να απλώσει ο κόσμος τα ρούχα του αλλά και να καθαρίσει τα χαλιά. Ακόμη και μέχρι τη δεκαετία του 1980 ένα ζευγάρι, που δεν είχε πλυντήριο, χρησιμοποιούσε κανονικά το πλυσταριό. Έτσι, πέρα από το ν’ ανέβουν τη σκάλα, είχαν μπροστά ακόμη μια κοπιαστική διαδικασία: να ανάψουν φωτιά, να ζεστάνουν το νερό και να πλύνουν τα λερωμένα τους στη σκάφη.

Το συγκεκριμένο παράδειγμα αντανακλά μια συνολικότερη αντίληψη εκείνης της εποχής, επισημαίνει ο ομότιμος καθηγητής Αρχιτεκτονικής στο ΕΜΠ Τάσης Παπαϊωάννου: «Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι μέχρι τότε οι κοινωνίες είχαν πολύ διαφορετική αντιμετώπιση σε σχέση με την κίνηση των ανθρώπων μέσα στον αστικό ιστό και περπατούσαν πολύ περισσότερο. Το ίδιο και στα νησιά. Δεν υπήρχε μέριμνα της κοινωνίας για τους ανθρώπους με κινητικά προβλήματα. Αυτό είναι μία κατάκτηση του πολιτισμού 100%. Παλιά οι γέροντες, που ήταν βέβαια και λιπόσαρκοι, δεν ήταν σαν κι εμάς, ήταν γυμνασμένοι άνθρωποι και οι γέροι και οι γριές, ανεβοκατέβαιναν ράχες, τη μία μετά την άλλη. Και ως μεταφορικό μέσο είχαν το ζώο. Το οποίο ζώο μπορούσε να πάει οπουδήποτε, σε αντιδιαστολή με το αυτοκίνητο».

Κι ενώ οι αντιλήψεις είναι εύπλαστες και αλλάζουν, δεν ισχύει το ίδιο για το άκαμπτο μπετόν. Η κοινωνία κατάλαβε ότι έχει πραγματική ανάγκη το ασανσέρ, όμως σε πολλές πολυκατοικίες είναι αρκετά δύσκολο πια να χωρέσει κάπου η εγκατάσταση.

«Αφήσαμε το σπίτι και πληρώνουμε ενοίκιο»
Ο μόνος τρόπος για να βοηθήσει τη μητέρα του ο Ηλίας Χαϊδάς όταν αυτή κατέπεσε και δεν μπορούσε πια να ανεβαίνει στον τρίτο όροφο με τις σκάλες ήταν να αφήσει το σπίτι που έμενε ο ίδιος στον πρώτο με τη δική του οικογένεια και να νοικιάσει σε μια άλλη πολυκατοικία που θα ήταν κατάλληλη για να την έχουν μαζί τους. Για το νέο σπίτι το ενοίκιο που απαιτείται είναι στα 600 ευρώ: «Μόνο ένα μέρος του μπορώ και το πληρώνω με τα χρήματα που παίρνω από το διαμέρισμα στον Κολωνό. Αν και είναι ανακαινισμένο, παίρνω 300 ευρώ, γιατί πιάνει 100 ευρώ κάτω λόγω της σκάλας».

Το δικό τους παράδειγμα δεν είναι το μοναδικό. Όταν απευθύναμε σχετικό ερώτημα στα social media, οι απαντήσεις ήταν δεκάδες. Στη μία από αυτές η καθημερινότητα χωρίς ασανσέρ περιγράφεται ως εξής: «Έμενα στον δεύτερο χωρίς ασανσέρ. Όταν έσπασα το πόδι μου, έπρεπε να πηγαίνω για φυσικοθεραπείες και λόγω της σκάλας, αντί να θεραπευτεί σε ένα μήνα, μου πήρε δύο. Μετά έγκυος να ανεβοκατεβαίνω, πιο μετά να κουβαλάμε καρότσια, παιδιά κοιμισμένα αγκαλιά, ψώνια… Πέρα από τις έξτρα χρεώσεις που ήθελαν οι μεταφορικές για έπιπλα, ηλεκτρικές συσκευές».

Αυτή τη φορά δεν φταίει η αντιπαροχή

Ο Σταύρος Νικηφόρος Σπυρέλλης, ερευνητής στο Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ), επισημαίνει ότι το 60% των κτηρίων του κέντρου της Αθήνας προέρχεται από την περίοδο της αντιπαροχής, η οποία έφτασε στην κορύφωσή της μεταξύ των δεκαετιών του ’60 και του ’80. «Συνηθώς η αντιπαροχή έχει ασανσέρ» λέει ο κ. Σπυρέλλης στην ΑΥΓΗ της Κυριακής. Με βάση αυτή τη συνθήκη καθορίστηκε και ο διαχωρισμός μεταξύ των πλουσιότερων, που έμεναν στα ψηλά πατώματα, και των φτωχότερων, που έβρισκαν στέγη στα χαμηλά. «Πρέπει να πάρουμε ως δεδομένο δε ότι πολλές φορές στα κάτω διαμερίσματα δεν πήγαινε το ασανσέρ. Συνεπώς, άμα ήσουν ανάπηρος κι έμενες στο ισόγειο, δεν μπορούσες να κατέβεις κάτω. Γιατί υπάρχουν και αυτές οι σκάλες, όχι μόνο προς τα πάνω». Χάρη σε αναζήτηση που πραγματοποίησε ο κ. Σπυρέλλης στα δεδομένα του ΕΚΚΕ για τις πολυκατοικίες οι οποίες κατασκευάστηκαν πριν από το 1946 κι άρα είναι πολύ πιθανό να μην έχουν ασανσέρ, διαπιστώσαμε ότι είναι πολύ λίγα τα σπίτια και ο αριθμός των ανθρώπων που μένουν εκεί. Συγκεκριμένα, αντιστοιχεί μόλις στο 0,98% του συνολικού πληθυσμού (6.511 άτομα) του Δήμου Αθηναίων, ενώ θα πρέπει να λάβουμε υπ’ όψιν ότι πρόκειται για στοιχεία τα οποία βασίζονται στην απογραφή του 2011, οπότε είναι αρκετά πιθανό τα σπίτια αυτά πλέον να είναι ακόμη λιγότερα. Συνεπώς, γιατί το πρόβλημα δείχνει τόσο εκτεταμένο, ενώ δεν φαίνεται να προκύπτει με βάση τις επίσημες καταγραφές; «Ενδεχομένως να μπορούμε να το εντοπίσουμε στην πιο λαϊκή βερσιόν της πολυκατοικίας, η οποία μπορεί να είναι ιδιοκατασκευή. Κτήρια τα οποία κτίστηκαν όροφο τον όροφο» λέει ο κ. Σπυρέλλης. Σε ό,τι αφορά, πάντως, τα προάστια της πόλης η συζήτηση αλλάζει και η εξήγηση είναι πιο προφανής για τον σημαντικό αριθμό σπιτιών χωρίς ασανσέρ, «καθώς τα προάστια κτίστηκαν πολύ αργότερα και η αστικοποίηση ήρθε κατά κύματα». Σε περιοχές όπως η Αγία Παρασκευή και ο Χολαργός συναντάμε συχνά χαμηλής κλίμακας κατασκευή. «Δηλαδή ισόγεια σπιτάκια, στα οποία ακολουθείται πάλι αυτό το μοτίβο, να προσθέτει έναν όροφο η οικογένεια».

«Λύση υπάρχει» απαντά ο Τάσης Παπαϊωάννου. «Ο νόμος δίνει τη δυνατότητα να τοποθετηθεί ένα εξωτερικό ασανσέρ. Είτε πίσω στον ακάλυπτο και να οδηγεί στα μπαλκόνια, αν μιλάμε για το κέντρο της πόλης, είτε αν μιλάμε για προάστια, που υπάρχουν ολόγυρα πρασιές, μπορεί να τοποθετηθεί εκεί. Βέβαια αυτό είναι ένα κόστος που οι πιο φτωχοί δεν μπορούν να αναλάβουν».

Αντί για καινούργιο διαμέρισμα, πλήρωσε για τις αναμνήσεις της

Επιστρέφοντας από το εξωτερικό όπου δούλευε χρόνια και λίγο πριν βγει στη σύνταξη η Αλεξάνδρα επέλεξε αντί να πάρει ένα καινούργιο διαμέρισμα, να κάνει προσβάσιμο εκείνο στο οποίο είχε τις αναμνήσεις της. «Είμαι παιδί του κέντρου της πόλης, δεν αντέχω τα προάστια. Ο κόσμος μου ήταν εδώ πέρα, το κέντρο της Αθήνας, η Σόλωνος, η Ακαδημίας, η Πανεπιστημίου. Εδώ είναι τα σινεμά μου, εδώ είναι τα βιβλιοπωλεία μου».

Η πολυκατοικία στην οποία μεγάλωσε και ζει στα Εξάρχεια ανήκει στην κατηγορία που αναφέραμε νωρίτερα. Είναι οικογενειακή και ιδιοκατασκευή. «Πρέπει να είχε χτιστεί γύρω στο 1956, μέχρι το ισόγειο, και δέκα χρόνια μετά χτίστηκε το υπόλοιπο. Επίσης, το οικόπεδο ήταν μικρό και δεν χωρούσε να μπει ασανσέρ. Θα έβγαιναν πάρα πολύ μικρά τα διαμερίσματα». Το σπίτι της βρίσκεται στον τρίτο όροφο και το πρόβλημα που αντιμετωπίζει στα γόνατα δεν της επιτρέπει να ανεβαίνει καθόλου σκαλοπάτια. Η διαδικασία για την εγκατάσταση ασανσέρ αποδείχτηκε σύνθετη. «Είναι πολλές οι ειδικότητες που μπαίνουνε στη μέση γιατί αυτά τα κτήρια είναι παλιά». Πρώτα χρειάστηκε να πάει σε ένα αρχιτεκτονικό γραφείο για να της εκπονήσουν το σχέδιο. «Μαζί υποβάλαμε και την αίτηση για άδεια μικρής κλίμακος (σ.σ.: πολεοδομική έγκριση για την εκτέλεση μικρών εργασιών). Τα έξοδα της άδειας, κάποια παράβολα, δεν είναι πολλά, αλλά η αμοιβή του αρχιτέκτονα είναι». Στη συνέχεια έπρεπε να ελεγχθεί η στατική επάρκεια του κτηρίου από μηχανολόγο, καθώς το ασανσέρ δεν στηρίζεται μόνο στα δικά του θεμέλια, αλλά και στην ίδια την πολυκατοικία. Βασική προϋπόθεση για να υπάρχει πρόσβαση στο ίδιο ασανσέρ ήταν να ανοίξει διάδρομος στο ισόγειο κι άρα να θυσιαστεί το ένα από τα δύο διαμερίσματα. Επίσης, χρειάστηκε να δοθεί μέρος του υπογείου για να μπει ο μηχανισμός του ανελκυστήρα, αλλά και να προχωρήσουν μια σειρά από άλλες προσαρμοστικές εργασίες, όπως να σπάσουν τα μπαλκόνια ή να δημιουργηθούν νέες πόρτες και προθάλαμοι σε κάθε όροφο μεταξύ διαμερίσματος και ασανσέρ. Η εταιρεία αναλάμβανε την εγκατάσταση του θαλάμου ενός ασανσέρ για έξι άτομα και τον μηχανισμό του, αλλά όχι τις υπόλοιπες εργασίες. Οπότε το συνολικό κόστος μαζί με την αμοιβή του συντονιστή-εργολάβου και του αρχιτεκτονικού γραφείου ανήλθε στα 125.000 ευρώ. «Από το κράτος δεν προβλέπεται καμία επιδότηση» λέει η Αλεξάνδρα, που πραγματοποίησε την εγκατάσταση το 2019. Μιλώντας με τις εταιρείες που αναλαμβάνουν το σχετικό έργο, μας επιβεβαιώθηκε ότι συνεχίζει να μην δίνεται κάποια σχετική ενίσχυση, ενώ είναι πολύ δύσκολος και ο τραπεζικός δανεισμός λόγω των αυστηρών κριτηρίων και των πολύ υψηλών επιτοκίων.

Εγκλωβισμένοι στο διαμέρισμα που πήραν
Η Αλεξάνδρα είχε την οικονομική επιφάνεια και αντιμετώπισε ένα πρόβλημα που τη βασάνιζε πολύ. «Έβλεπα ταινίες κι όταν έδειχνε ένα σπίτι με σκάλες, σκεφτόμουν αντανακλαστικά “πω πω, πόσες σκάλες… Πώς θα μπορέσω να ανέβω;”. Ή πριν πάω κάπου ρώταγα “έχει σκάλα εκεί που θα έρθω;”». Πολλοί άλλοι άνθρωποι, ωστόσο, δεν έχουν τη δυνατότητα να προβούν σε μία αντίστοιχη επένδυση. Υπάρχουν, βέβαια, και πιο φτηνές λύσεις. «Ανελκυστήρες χωρίς φρεάτιο, αναβατόρια στην ουσία, τα οποία δεν έχουν την ταχύτητα των κανονικών ασανσέρ, αλλά εξυπηρετούν». Η τιμή για την εγκατάσταση κυμαίνεται μεταξύ 20.000 και 25.000 ευρώ για ένα διώροφο ή τριώροφο κτήριο, σύμφωνα με εταιρεία που ρωτήσαμε και αναλαμβάνει κατασκευές σε περιοχές όλης της Αττικής. Και αυτό το ποσό ωστόσο, ακόμη κι αν διαιρεθεί στους ιδιοκτήτες, ηχεί απαγορευτικό για τις περισσότερες γειτονιές, απόδειξη ότι παρεμβάσεις με μικρότερο κόστος, όπως το βάψιμο, έχουν να γίνουν δεκαετίες. «Στην ουσία, αυτοί οι άνθρωποι είναι εγκλωβισμένοι στο διαμέρισμα που πήραν κάποτε» μας λένε από την εταιρεία.

 
 Avgi.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου