Πέμπτη, Ιανουαρίου 23, 2020

Η κούπα – μολυβοθήκη της νέας Προέδρου – Ποια είναι η εμβληματική RBG




Θετικά σχόλια στα κοινωνικά δίκτυα για την αγαπημένη κούπα της Προέδρου


Η χθεσινή ανακοίνωση του αποτελέσματος της ψηφοφορίας στη Βουλή για την εκλογή της νέας Προέδρου δεν ήταν απλώς μια πρώτη γνωριμία των πολιτών με την Κατερίνα Σακελλαροπούλου, μέσω των δηλώσεων της. Μια κούπα- μολυβοθήκη στο γραφείο της αποκάλυψε και το στίγμα της σε σχέση με πώς αντιλαμβάνεται τον αγώνα για τα ανθρώπινα δικαιώματα ....και την υποστήριξή τους από τους δικαστικούς. Η μορφή που διακρίνεται στην κούπα είναι η εμβληματική δικαστικός των ΗΠΑ, Ρουθ Μπέιντερ Γκίνσμπεργκ. Είναι γνωστή και για την κόντρα της με τον Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος ως υποψήφιος των Ρεπουμπλικάνων την είχε καλέσει να παραιτηθεί ως ακατάλληλη για τη θέση της στο Ανώτατο Δικαστήριο.



Ποια είναι η δικαστικός – θρύλος

Η Ρουθ Μπέιντερ Γκίνσμπεργκ (RBG) γεννήθηκε στις 15 Μαρτίου του 1933 σε μία φτωχή γειτονιά στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης από γονείς εβραϊκής καταγωγής. Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο του Κορνέλ, όπου γνώρισε και τον μετέπειτα σύζυγο της, τον Μάρτιν Γκίνσμπεργκ και ένα μήνα μετά την αποφοίτηση της παντρεύτηκαν. Το 1955 γέννησε και την πρώτη κόρη τους.

Το 1956 παρακολούθησε την Νομική Σχολή του πανεπιστημίου του Χάρβαρντ, όντας μία από τις εννιά γυναίκες σ’ ένα σύνολο 500 ανδρών.

Αφού αποφοίτησε από το Χάρβαρντ και στην αρχή της καριέρας της ως δικηγόρος δυσκολεύτηκε να βρει εργασία. Το 1960 ο δικαστής του Ανώτατου Δικαστηρίου Φέλιξ Φράνκφερτερ της αρνήθηκε μία διοικητική θέση λόγω του φύλου της, ενώ στην πρώτη της θέση ως καθηγήτρια στο πανεπιστήμιο Ράτγκερς, ενημερώθηκε ότι θα πληρώνεται λιγότερα σε σχέση με τους άνδρες συνάδελφούς της καθώς ο άνδρας της είχε μία καλά αμειβόμενη θέση εργασίας.

Η Ρουθ Μπέιντερ Γκίνσμπεργκ από τα νεανικά της χρόνια ήταν υπέρμαχος των δικαιωμάτων των γυναικών και υπέρ της ισότητας των δύο φύλων, αφού είχε βιώσει και στο χώρο εργασίας της, τις ανισότητες που ίσχυαν εκείνη την περίοδο στην αμερικάνικη κοινωνία.

Στην κατεύθυνση αυτή το 1970 υπήρξε συνιδρύτρια του νομικού περιοδικού «Women’s Rights Law Reporter», το οποίο αποτέλεσε το πρώτο νομικό περιοδικό στις ΗΠΑ, που επικεντρωνόταν στα δικαιώματα των γυναικών, ενώ από το 1972-1980 δίδαξε στο Κολούμπια, όπου έγινε η πρώτη μόνιμη γυναίκα καθηγήτρια.

Συνυπέγραψε το πρώτο νομικό βιβλίο με υποθέσεις φυλετικού διαχωρισμού. Επίσης σε πολλές υποθέσεις όπου εμφανιζόταν διαχωρισμοί μεταξύ ανδρών και γυναικών ήταν πρωτοπόρος προσπαθώντας πάντα να μείνει πιστή στην αρχή της ισότητας των δύο φύλων, ενώ σε πολλές εξ αυτών ανέλαβε αμισθί.

Στις 10 Αυγούστου του 1993 διορίστηκε από τον τότε πρόεδρο Μπιλ Κλίντον στο Ανώτατο Δικαστήριο, αποτελώντας τη δεύτερη γυναίκα που υπήρξε στο συγκεκριμένο πόστο. Μάλιστα από τη συνταξιοδότηση της πρώτης γυναίκας Σάντρα Ντέι Ο’Κόνορ το 2006 και μέχρι το διορισμό της επόμενης γυναίκας της Σόνια Σοτομαγιόρ ήταν η μοναδική γυναίκα δικαστής στο Ανώτατο Δικαστήριο.

Από το 2010 αποτελεί τη γηραιότερη δικαστή, ενώ παρά τις φήμες ότι θα αποχωρήσει λόγω και της επιβαρυμένης υγείας της, υποστήριξε ότι θα συνεχίσει στο ρόλο της.

Ακόμα εμβληματικό σημείο στη ζωή της, αποτελεί το γεγονός ότι έχει καταφέρει να νικήσει τέσσερις φόρες την επάρατη νόσο, καθώς έχει αντιμετωπίσει τέσσερις καρκίνους.

Το 2018 υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση για την αφαίρεση δύο καρκινικών οζιδίων από τον αριστερό πνεύμονά. Το 1999 έκανε θεραπεία για καρκίνο του παχέος εντέρου και 10 χρόνια αργότερα διαγνώστηκε με καρκίνο στο πάγκρεας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου