Τρίτη, Σεπτεμβρίου 17, 2024

Η Λευκωσία μπήκε στην πρίζα και είπε το «ναι» για την ηλεκτρική διασύνδεση με καταβολή €125 εκατομμυρίων Το ρίσκο και οι... διαβεβαιώσεις για την υλοποίηση του έργου - Η παρέμβαση και οι εγγυήσεις της Ουάσιγκτον







Η Λευκωσία είπε σήμερα το ναι στην συμμετοχή της Κύπρου στο έργο του Great Sea Interconnector (GSI), με απόφαση του υπουργικού συμβουλίου με την οποία αποδέχεται την καταβολή €25 εκ ετησίως για 5 χρόνια, όπως είχε εισηγηθεί ο ΑΔΜΗΕ, ώστε το έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης Κύπρου – Κρήτης να καταστεί βιώσιμο.

Αν το 2029 η ηλεκτρική διασύνδεση δεν έχει ολοκληρωθεί τότε θα διακοπεί η χρηματοδότηση και θα επαναρχίσει όταν ξεκινήσει η λειτουργία.


Τα πρώτα πέντε χρόνια δεν θα επωμισθούν απευθείας κόστος οι Κύπριοι καταναλωτές ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς τα €125 συνολικά θα αντληθούν από το σύστημα δημοπράτησης δικαιωμάτων ρύπων.

Επίσης αν μετά το 2029 διαπιστωθεί ότι θα χρειαστεί περαιτέρω χρηματοδότηση τότε θα επιβαρυνθούν στους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος οι καταναλωτές.


Η απόφαση ωστόσο δεν έκλεισε όλα τα ανοιχτά θέματα καθώς παραμένει εκκρεμές το θέμα της ανάληψης του γεωπολιτικού ρίσκου ώστε αυτό να επιμεριστεί στο 50% για την Ελλάδα και 50% για τη Κύπρο, σε περίπτωση που το έργο τελικώς δεν ολοκληρωθεί χωρίς ευθύνη του ΑΔΜΗΕ. Αρχικώς ο ΑΔΜΗΕ είχε εισηγηθεί επιμερισμό 63% για τη Κύπρο και 37% για την Ελλάδα αλλά κάτι τέτοιο δεν γινόταν αποδεκτό από τη Λευκωσία. Κατόπιν διαβουλεύσεων κατέληξαν στο 50-50%.

Ανοικτό είναι ακόμα το θέμα της απόδοσης 8,3% για 17 αντί για 12 χρόνια για την επένδυση του ΑΔΜΗΕ, παρά το ότι έχει επέλθει συμφωνία. Ωστόσο το υπουργικό συμβούλιο της Κύπρου δεν πήρε απόφαση για το συγκεκριμένο θέμα.

Η απόφαση


Την απόφαση του υπουργικού συμβουλίου της Κύπρου ανακοίνωσε ο Υπουργός Ενέργειας Γιώργος Παπαναστασίου ο οποίος μετά τη συνεδρία έκανε την ακόλουθη δήλωση:

«Το Υπουργικό Συμβούλιο ενέκρινε σήμερα πρόταση του Υπουργείου Ενέργειας, Εμπορίου και Βιομηχανίας αναφορικά με την ηλεκτρική διασύνδεση Κύπρου – Κρήτης. Το έργο θα συμβάλει στην άρση της ενεργειακής απομόνωσης της Κύπρου, αφού θα διασυνδέσει το εθνικό σύστημα μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας με τα αντίστοιχα διευρωπαϊκά συστήματα και θα αυξήσει την ενεργειακή ασφάλεια της χώρας μας. Η επίτευξη του στόχου αυτού είναι ιδιαίτερης σημασίας και για τη διατήρηση και περαιτέρω επιτάχυνση μεσοπρόθεσμα της οικονομικής ανάπτυξης και της ευημερίας των πολιτών της χώρας, καθώς βασικός στόχος είναι η μείωση της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος μέσω της ηλεκτρικής διασύνδεσης, της έλευσης Φ/Α και των ΑΠΕ.

Η σημασία του έργου τόσο για την Κύπρο όσο και για την Ευρωπαϊκή Ένωση επιβεβαιώνονται από το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε χρηματοδότηση από τον Μηχανισμό «Συνδέοντας την Ευρώπη» (Connecting Europe Facility – CEF) με το υψηλότερο ιστορικά ποσό των €657 εκατ.

Το Υπουργικό Συμβούλιο, κατά τη σημερινή συνεδρία, ενέκρινε τη διάθεση ποσού €25εκατ. ανά έτος, αυστηρώς, για περίοδο 5 ετών ως επιδότηση της αντίστοιχης αύξησης που δυνατόν να επέλθει στους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος για το δικαίωμα ανάκτησης εξόδων κατά την κατασκευαστική περίοδο διασύνδεσης, δηλαδή από 1/1/2025 μέχρι 31/12/2029, ώστε οι καταναλωτές να μην επιβαρύνονται από αυτή την αύξηση. Το ποσό αυτό θα εκταμιεύεται από το πάγιο ταμείο της Δημοκρατίας και συγκεκριμένα από το σύστημα δημοπράτησης των δικαιωμάτων ρύπων. Η πρώτη δόση των €25εκατ. θα συμπεριληφθεί σε συμπληρωματικό προϋπολογισμό.

Η σημερινή απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου είναι το επιστέγασμα πολλών διαβουλεύσεων με όλα τα εμπλεκόμενα μέρη και των διευκρινίσεων που έχουν δοθεί, ώστε η Κυπριακή Δημοκρατία να έχει ενώπιόν της πραγματικά δεδομένα αναφορικά με τις οικονομικές, τεχνικές και νομικές πτυχές του έργου.

Ως Κυβέρνηση επιδείξαμε την απαραίτητη υπευθυνότητα και δέουσα επιμέλεια που πρέπει να χαρακτηρίζει τη λήψη αποφάσεων που αφορούν έργα τέτοιου βεληνεκούς, με μοναδικό στόχο την εξυπηρέτηση των συμφερόντων του Κυπριακού λαού στον οποίο είμαστε υπόλογοι.

Το αμέσως επόμενο διάστημα, και στη βάση του οδικού χάρτη που έχει καταρτιστεί, θα βρισκόμαστε σε διαρκή επικοινωνία τόσο με την Ελληνική πλευρά όσο και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την περαιτέρω πρόοδο της υλοποίησης του έργου αλλά και με μέρη που έχουν ήδη επιδείξει πραγματικό ενδιαφέρον συμμετοχής στο έργο».

Το γεωπολιτικό ρίσκο

Το πρώτο θέμα που προέκυψε, ως προβληματισμός για τη λήψη τελικής απόφασης από τη Λευκωσία, ήταν το γεωπολιτικό κόστος. Δηλαδή, ποιος θα πληρώσει τα σπασμένα αν το έργο δεν υλοποιηθεί, λόγω παρέμβασης της Τουρκίας και παρεμπόδισης της πόντισης του καλωδίου.

Στο παζλ προστέθηκε και η απαίτηση του ΑΔΜΗΕ, να αναλάβει τη ζημιά κατά 63% η Κύπρος και κατά 37% η Ελλάδα. Αυτή η κατανομή θεωρήθηκε δίκαια από τον ΑΔΜΗΕ, γιατί ο GSI εξυπηρετεί πρωτίστως τη Κύπρο και λιγότερο την Ελλάδα. Από την άλλη, η Λευκωσία, θεώρησε την απαίτηση ως ένδειξη αδυναμίας της Ελλάδας να εγγυηθεί ότι όλα θα πάνε καλά και η διασύνδεση θα επιτευχθεί. Έγινε πολύ συζήτηση για αυτή την πτυχή, αλλά δεν υπήρξε κατάληξη, παρά τις δηλώσεις του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη αλλά και του Υπουργού Εξωτερικών Γιώργου Γεραπετρίτη, ότι δεν τίθεται θέμα μη υλοποίησης του έργου, λόγω παρέμβασης της Τουρκίας. Δεν θεωρήθηκε αρκετή εγγύηση, ούτε το γεγονός ότι πρόκειται για έργο κοινού ενδιαφέροντος, το οποίο χρηματοδοτείται σε μεγάλο ποσοστό από τα ταμεία της ΕΕ, ώστε να τερματιστεί η ενεργειακή απομόνωση ενός κράτους μέλους (της Κύπρου). Σήμερα όμως ο Κύπριος υπουργός Ενέργειας Γιώργος Παπαναστασίου, επεσήμανε αυτό το σημαντικό στοιχείο ως εγγύηση, εκ μέρους της ΕΕ.

Πάντως, μέχρι στιγμής η Τουρκία έχει εκφράσει απλώς αντιρρήσεις για την χρησιμότητα του GSI, χωρίς να διατυπώσει απειλές. Έχει περιοριστεί στην «προσφορά» διασύνδεσης των ελευθέρων περιοχών της Κύπρου με το ψευδοκράτος, το οποίο θα συνδεθεί με το τουρκικό δίκτυο. Κάτι τέτοιο σημαίνει ομηρία της Κύπρου στη Τουρκία, αφού το ψευδοκράτος και η Τουρκία θα μπορούν όποτε επιθυμούν να κατεβάζουν τον διακόπτη.

Εγγυήσεις από την Ουάσιγκτον



Οι ΗΠΑ, διαπιστώνοντας την διστακτικότητα ή και την απροθυμία της Λευκωσίας, παρενέβησαντις προηγούμενες μέρες με δηλώσεις τόσο της πρέσβειρας τους στη Λευκωσία, Τζούλι Φίσερ, όσο και του τέως πρέσβη τους στην Αθήνα και νυν Υφυπουργού Εξωτερικών για θέματα Ενέργειας, Τζέφρι Πάιατ.

Ενθάρρυναν την Κύπρο να προχωρήσει άμεσα σε συμφωνία για συμμετοχή στον GSI, σημειώνοντας πως πρόκειται για σημαντική ευκαιρία που δεν πρέπει να χαθεί. Ιδιαιτέρως η Τζούλι Φίσερ, δεν μπορούσε να είναι πιο σαφής, δηλώνοντας ότι «η Κύπρος βρίσκεται σε ευάλωτη θέση. (…) και είναι πλέον η στιγμή να κοιτάξουμε πέραν από τα οικονομικά ζητήματα (ευρώ) στο έργο του Great Sea Interconnector, εξετάζοντας το γεωπολιτικό πλαίσιο γύρω από ένα τέτοιο έργο και να αναγνωρίσουμε πόσο σημαντικό είναι να συνδεθεί η Κύπρος με την Ευρώπη μέσω αυτής της ευκαιρίας».

Ακόμα και μετά από αυτές τις δηλώσεις, οι οποίες καταδείκνυαν πως το γεωπολιτικό ρίσκο δεν μπορούσε να αποτελεί σοβαρό επιχείρημα για τη μη επίτευξη συμφωνίας, η Λευκωσία συνέχισε να διατηρεί επιφυλάξεις. Οι επιφυλάξεις ήρθησαν μερικώς, καθώς όπως αναφέρουν έγκυρες πηγές υπήρξαν και παρασκηνιακές συστάσεις από τις ΗΠΑ, για να τελειώσει αυτή η υπόθεση όσο το δυνατόν πιο γρήγορα.

Ακολούθησε τηλεφωνική επικοινωνία του του Ισραηλινού υπουργού Ενέργειας Έλι Κοέν, με τον Κύπριο ομόλογο του Γώργο Παπαναστασίου στον οποίο υπογραμμίστηκε «η μεγάλη σημασία του έργου Great Sea Interconnector για το Ισραήλ». Το έργο, ανέφερε σε ανάρτηση του στο «Χ», ο Ισραηλινός υπουργός « θα συνδέσει το ηλεκτρικό δίκτυο του Ισραήλ με το ευρωπαϊκό μέσω Κύπρου και Ελλάδας και θα ενισχύσει την ενεργειακή ασφάλεια στην περιοχή. Αυτό το πρωτοποριακό έργο αποτελεί κορυφαία προτεραιότητα για το Ισραήλ, καθώς ενισχύει την περιφερειακή ενεργειακή ασφάλεια, παρέχει πρόσβαση σε διάφορες ενεργειακές αγορές και ενισχύει την ενσωμάτωση του Ισραήλ στο ευρωπαϊκό ενεργειακό δίκτυο».

Το έντονο ενδιαφέρον για την ηλεκτρική διασύνδεση Κύπρου – Ελλάδας, εξέφρασαν και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, κατά την επίσκεψη αστραπή που πραγματοποίησε την εβδομάδα που πέρασε ο Κύπριος Πρόεδρος Νίκος Χριστοδουλίδης. Μάλιστα, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα έχουν εκφράσει πρόθεση συμμετοχής στο μετοχικό κεφάλαιο του GSI, έχοντας υπογράψει από τον περασμένο Δεκέμβριο μνημόνιο συναντίληψης μεταξύ της κρατικής εταιρείας ενέργειας TAQA της ΡΑΕΚ (Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας Κύπρου) και του ΑΔΜΗΕ.

Ναι μεν αλλά… είναι πολλά τα λεφτά

Στην πορεία των συνομιλιών ΑΔΜΗΕ – ΡΑΕΚ (Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας Κύπρου), είχαν προκύψει και άλλα θέματα, τα οποία ξεπεράστηκαν και είχαν κυρίως να κάνουν με την επιβάρυνση των Κυπρίων καταναλωτών, από τη συμμετοχή στην υλοποίηση του GSI. Παρά το ότι αναγνωριζόταν ότι η ηλεκτρική διασύνδεση ωφελεί πρωτίστως τη Κύπρο, υπήρχε διστακτικότητα για την καταβολή €125.000.000, ώστε να καταστεί βιώσιμο το έργο. Το παζάρι αφορούσε τον χρόνο έναρξης επιβάρυνσης των λογαριασμών ηλεκτρικού ρεύματος των Κυπρίων καταναλωτών. Η Λευκωσία, επέμενε πως θα έπρεπε να πληρώσουν οι καταναλωτές με την έναρξη λειτουργίας του GSI και όχι νωρίτερα. Τελικώς επήλθε συμφωνία να καταβάλλονται €25.000.000 ετησίως από τη 1/1/2025 και τα χρήματα να εξοικονομηθούν από την αγορά δικαιωμάτων ρύπων, αφού η Κύπρος συνεχίζει να χρησιμοποιεί μαζούτ για ηλεκτροπαραγωγή. Επίσης η κυπριακή πλευρά έχει συμφωνήσει με την απαίτηση του ΑΔΜΗΕ να παραταθεί από τα 12 στα 17 χρόνια η παραχώρηση Wacc (απόδοση κεφαλαίου – κέρδους) ύψους 8.3%.
Ένα άλλο θέμα, είναι το συνολικό κόστος του έργου. Αυτή τη στιγμή έχει υπολογιστεί το €1.9 δις και η Λευκωσία ζητάει διαβεβαιώσεις από τον ΑΔΜΗΕ, ότι δεν θα εκτοξευθεί σε επίπεδα που θα δημιουργούσαν θέμα για την σταθερότητα της κυπριακής οικονομίας.

Σημαντικό θεωρείται και το κόστος κατασκευής του καλωδίου από τη γαλλική εταιρεία Nexans, η οποία στα τέλη Αυγούστου απείλησε με διακοπή των δικών της εργασιών, αν δεν λάβει επισήμως την εντολή ανάθεσης του έργου (Full Notice to Proceed). Η Nexans έχει επιρρίψει ευθύνες στην ΡΑΕΚ (Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας Κύπρου) για τις καθυστερήσεις. Επί του παρόντος φαίνεται να έχει εξασφαλιστεί λίγος χρόνος ακόμα, ώστε να μην ναυαγήσει η διαδικασία, γιατί κάτι τέτοιο θα σήμαινε και την απώλεια €657.000.000 από τα ευρωπαϊκά ταμεία, καθώς η ΕΕ έχει αποφασίσει να χρηματοδοτήσει τον έργο το οποίο έχει χαρακτηριστεί κοινού ενδιαφέροντος. Όλα αυτά δεν άφηναν πολλά περιθώρια στη Λευκωσία για περαιτέρω καθυστέρηση.

Αλλάζει η εικόνα

Η ηλεκτρική διασύνδεση, θα τερματίσει οριστικά την ενεργειακή απομόνωση της Κύπρου από την υπόλοιπη Ευρώπη, καθώς είναι η μοναδική χώρα μέλος της ΕΕ που δεν έχει σύνδεση με τα δίκτυα των εταίρων της. Στην πραγματικότητα, η Κύπρος βρίσκεται στο «έλεος» της Τουρκίας, αφού σε περίπτωση που υπάρξει μια ανώμαλη κατάσταση, η οποία θα επηρεάσει την ηλεκτροδότηση, η μόνη επιλογή θα είναι το ψευδοκράτος. Το 2011, όταν είχε καταστραφεί ο βασικός ηλεκτροπαραγωγός σταθμός στην περιοχή Βασιλικού, από έκρηξη αποθηκευμένων ουσιών που προορίζονταν από το Ιράν στο καθεστώς Άσαντ στη Συρία, η Κυπριακή Δημοκρατία αναγκάστηκε να αγοράσει ηλεκτρικό ρεύμα από τα κατεχόμενα.

Όπως ανέφεραν στρατιωτικές πηγές στη Λευκωσία, στην απευκταία περίπτωση εχθροπραξιών με την Τουρκία, η ελεύθερη περιοχή της Κύπρου δυνατόν να βυθιστεί στο σκοτάδι, καθώς σε τέτοιες περιπτώσεις οι μονάδες παραγωγής ηλεκτρισμού αποτελούν στόχους προτεραιότητας. Ακόμα και αν δεν συμβεί αυτό, ένας περιορισμένος ναυτικός αποκλεισμός, δεν θα επιτρέψει την εισαγωγή μαζούτ, που είναι το μοναδικό καύσιμο που χρησιμοποιείται για την παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος.

Η διασύνδεση με το Ισραήλ και την Ελλάδα, ανέφεραν οι ίδιες πηγές, δημιουργεί άλλη δυναμική γιατί πλέον εμπλέκει και άλλες χώρες στην προστασία του αγωγού μεταφοράς ηλεκτρισμού. Αν μάλιστα ληφθεί υπόψη και η διασύνδεση με άλλο αγωγό που θα συνδέει την Αίγυπτο με την Ελλάδα, αλλά και κάποιες αραβικές χώρες με το Ισραήλ, δεν θα είναι εύκολο για την Τουρκία να δράσει χωρίς να λάβει υπόψη τα ευρύτερα συμφέροντα που θα επηρεαστούν και πρωτίστως αυτά της ΕΕ και των ΗΠΑ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου